
Φεστιβάλ Καννών 2025 | Αναλυτική Παρουσίαση
Συντάκτης: Γιώργος Σπανός
Το φετινό Φεστιβάλ Καννών αρχίζει την ερχόμενη Τρίτη και, ενόσω αδημονούμε, μετρώντας αντίστροφα τις μέρες ως την έναρξη του, είναι ευκαιρία για μια αναλυτική παρουσίαση των ταινιών που θα μας απασχολήσουν περισσότερο. Αναμενόμενα, τη μερίδα του λέοντος καταλαμβάνουν οι ταινίες που θα διαγωνιστούν για τον Χρυσό Φοίνικα, αν και, όπως κάθε χρόνο, είναι βέβαιο ότι θα ανακαλύψουμε διαμάντια και στα υπόλοιπα τμήματα του Φεστιβάλ εκτός του κυρίως Διαγωνιστικού (άλλωστε είναι πάγια συνήθεια μεταξύ των παρευρισκομένων στην Croisette να σχολιάζουν γιατί η τάδε μέτρια ταινία προτιμήθηκε έναντι της εξαιρετικής δείνα για το Διαγωνιστικό, ενώ η άλλη θάφτηκε σε κάποιο δευτερεύον τμήμα κ.λπ.). Φέτος λοιπόν, ενδεχομένως ελλείψει πολλών «τρανταχτών» ονομάτων, ο Thierry Frémaux και η αρμόδια επιτροπή επιλογής έχουν διαλέξει ένα αρκετά νεανικό σύνολο δημιουργών για τα δεδομένα των τελευταίων ετών. Πολλοί από αυτούς είναι ιδιαίτερα ανερχόμενοι, κάτι που μάλλον είναι θετικό σημάδι και δημιουργεί προσδοκίες για την ποιότητα της φετινής σοδειάς. Η κριτική επιτροπή αποτελείται από τους Halle Berry, Dieudo Hamadi, Payal Kapadia, Carlos Reygadas, Alba Rohrwacher, Hong Sang-soo, Leïla Slimani, Jeremy Strong και πρόεδρο τη Juliette Binoche. Οι δημιουργοί λοιπόν και οι ταινίες τους που θα διαγωνιστούν φέτος για τον Χρυσό Φοίνικα είναι οι εξής:
Mascha Schilinski (“Sound of Falling”)
Σχεδόν κανείς δεν είχε ακούσει το όνομα της Γερμανίδας πριν από κάποιους μήνες, όταν μεταξύ λίγων παροικούντων την Ιερουσαλήμ άρχισε να γίνεται λόγος για μια ταινία που εντυπωσίασε τους πάντες που την είδαν, και η οποία προοριζόταν για το Διαγωνιστικό του Βερολίνου ώσπου ο Thierry Frémaux τούς την άρπαξε μέσα από τα χέρια την τελευταία στιγμή. Αυτή τη στιγμή η ταινία της Schilinski ακούγεται ως ένα δυνατό χαρτί του φετινού Φεστιβάλ και ως ένα από τα πρώιμα φαβορί για τον Χρυσό Φοίνικα. Σύμφωνα με τη σύνοψη, ακολουθεί παράλληλα τέσσερις γυναίκες που έζησαν σε διαφορετικές δεκαετίες στην ίδια απομονωμένη Γερμανική φάρμα, των οποίων οι ζωές συνδέονται καθώς ψήγματα από μυστικά του παρελθόντος κάνουν την εμφάνισή τους. Ο αρχικός, μακροσκελής τίτλος της, που άλλαξε στην πορεία, ήταν “The Doctor Says I’ll Be Alright, But I’m Feelin’ Blue”. Αξιοσημείωτο για εμάς είναι και το ότι η πρώτη ταινία της, “Dark Blue Girl” (2017), ψυχολογικό δράμα πολλά υποσχόμενο όπως διαπιστώσαμε, διαδραματιζόταν στο μεγαλύτερο μέρος του στη Σαντορίνη, της οποίας το τοπίο αξιοποιούνταν στην εντέλεια.
Saeed Roustayi (“Woman and Child”)
Δεύτερη φορά στο Διαγωνιστικό των Καννών για τον ανερχόμενο Ιρανό. Η προηγούμενή του συμμετοχή, «Η Λέιλα και τα Αδέρφια της» (2022), μπορεί να μην διακρίθηκε, ίσως και λόγω της κάπως ανοικονόμητης διάρκειάς της, αλλά για ορισμένους, του γράφοντος συμπεριλαμβανομένου, ήταν μια από τις καλύτερες ταινίες εκείνου του (μέτριου) Διαγωνιστικού, καταπιανόμενη με τις μάταιες αντιπαραθέσεις, αυταπάτες και ταπεινώσεις μιας οικογένειας τραγικών χαρακτήρων βγαλμένων από την κλασική Ρωσική λογοτεχνία ή τον «Θάνατο του Εμποράκου». Η νέα του δημιουργία έχει να κάνει με μια χήρα που μεγαλώνει μόνη τα παιδιά της και ετοιμάζεται να ξαναπαντρευτεί, όταν ο ατίθασος γιος της αποβάλλεται από το σχολείο και στη συνέχεια συμβαίνει ένα τραγικό γεγονός. Ακούμε ότι το φιλμ άρεσε στους αρμόδιους του Φεστιβάλ που το επέλεξαν και αναμένεται από εμάς με μεγάλο ενδιαφέρον.
Joachim Trier (“Sentimental Value”)
Ο Νορβηγός έρχεται στις Κάννες με οικογενειακό δράμα σε σενάριο που συνυπογράφει με τον μόνιμο συνεργάτη του, Eskil Vogt, με πρωταγωνίστρια την ανερχόμενη Renate Reinsve, και επίσης την Elle Fanning και τον αγαπητό Stellan Skarsgård. Για την ταινία διαβάζουμε ότι είναι μια ευαίσθητη και συγκινητική εξερεύνηση της οικογενειακής εστίας, των αναμνήσεων και της συμφιλιωτικής δύναμης της τέχνης. Σε αυτή, οι δύο αδελφές Nora και Agnes επιστρέφουν στο πατρικό σπίτι για να πενθήσουν τον θάνατο της μητέρας τους και επανασυνδέονται με τον πατέρα τους, Gustav, διάσημο θεατρικό σκηνοθέτη. Δεύτερη συμμετοχή στο Διαγωνιστικό των Καννών για τον Trier μετά το “Ο Χειρότερος Άνθρωπος στον Κόσμο” (2021). Ελάχιστοι δημιουργοί συλλαμβάνουν τόσο εύστοχα την ψυχολογία καλλιεργημένων νέων ενήλικων ηρώων όσο ο Joachim Trier, και να το θυμηθείτε ότι είναι ζήτημα χρόνου να έρθει η στιγμή που θα τον καταξιώσει ακόμα περισσότερο. Αυτό τουλάχιστον λένε τα «Όσλο, 31 Αυγούστου» και “Thelma”. Είναι άραγε φέτος η στιγμή του; Ακούγεται ότι είναι πιθανό.
Bi Gan (“Resurrection”)
Ο νεαρός Κινέζος μπορεί να θεωρηθεί ως ένα από τα μεγάλα νέα ταλέντα της εποχής μας. Όποιος έχει δει το (άσχετο με το ομώνυμο θεατρικό του O’Neill) «Μακρύ Ταξίδι της Μέρας Μέσα στη Νύχτα» (2018), γνωρίζει. Εκείνη η ταινία ακολουθούσε την αναζήτηση ενός μοναχικού άνδρα για μια χαμένη πια γυναίκα μέσα στους λαβυρίνθους της μνήμης και του ονείρου, καταλήγοντας σε ένα τεχνικά ανυπέρβλητο και αισθητικά μοναδικό 60λεπτο 3D μονοπλάνο στα βάθη της νύχτας και του νου. Ποτέ άλλοτε το σινεμά δεν έμοιαζε τόσο με τα όνειρά μας. Φέτος είναι επιτέλους η χρονιά της επιστροφής του Κινέζου, για πρώτη φορά στο Διαγωνιστικό των Καννών, δικαιωματικά. Μια πρώτη σύνοψη της παράξενης πλοκής της νέας του ταινίας λέει: «η συνείδηση μιας γυναίκας, κατά τη διάρκεια ενός χειρουργείου, χάνεται στη “ζώνη αιώνιου χρόνου”. Μέσα στα όνειρά της, σε έναν ερειπωμένο κόσμο, βρίσκει ένα κοιμισμένο ανδροειδές, για το οποίο αναπτύσσει αισθήματα, και προσπαθεί να το αφυπνίσει διηγώντας του ιστορίες που διατρέχουν έναν αιώνα μοναξιάς της Κίνας». Μια από τις ταινίες που περιμένουμε με μεγάλη ανυπομονησία, και οπωσδήποτε ένα από τα φαβορί, αν βέβαια η κριτική επιτροπή είναι διατεθειμένη να κινηθεί προς λιγότερο συμβατικά νερά.
Richard Linklater (“Nouvelle Vague”)
Η ταινία του αγαπημένου Αμερικανού, που, όσο απίστευτο κι αν ακούγεται, διαγωνίζεται μόλις για δεύτερη φορά στις Κάννες, αναβιώνει την εποχή της απαρχής της Γαλλικής Nouvelle Vague, εστιάζοντας -με γκονταρικό τρόπο- στη δημιουργία του πρωτοποριακού «Με Κομμένη την Ανάσα» (1960) του Jean-Luc Godard. Ως χαρακτήρες θα εμφανίζονται και άλλες θρυλικές μορφές όπως οι François Truffaut, Agnès Varda, Eric Rohmer, Jean Cocteau, Claude Chabrol, Jacques Rivette, Jean-Paul Belmondo κ.α. Στα χέρια του πάντα αξιόπιστου Linklater, από τα παραπάνω συστατικά σίγουρα μπορεί να έχει βγει κάτι απολαυστικό. Λόγω του θέματός της θα μπορούσε να ήταν και ιδανική ταινία έναρξης του Φεστιβάλ. Εν τω μεταξύ, σε μια πολυάσχολη χρονιά για αυτόν, ο Linklater φτάνει στις Κάννες έχοντας ήδη κάνει ένα πολύ επιτυχημένο πέρασμα από το Βερολίνο με το μουσικό βιογραφικό δράμα “Blue Moon”.
Jafar Panahi (“It Was Just an Accident”)
Ακούραστος, γενναίος και διεισδυτικός ηθογράφος της Ιρανικής κοινωνίας, ο Jafar Panahi είναι ένας από τους πιο καταξιωμένους σύγχρονους Ιρανούς δημιουργούς. «Μαθητής» του Abbas Kiarostami, οι ταινίες του χαρακτηρίζονται από λιτότητα και ανθρωπισμό, ενώ συχνά στη φόρμα τους εμπεριέχουν meta στοιχεία, κινούμενες μεταξύ μυθοπλασίας και ντοκιμαντεριστικής καταγραφής, συχνότατα με τον ίδιο να βρίσκεται μπροστά από την κάμερα υποδυόμενος τον εαυτό του. Ταυτόχρονα, διαχρονικό στοιχείο τους είναι η έντονη κοινωνική κριτική απέναντι στο καθεστώς, το οποίο για αυτό τον έχει κατά καιρούς φυλακίσει, περιορίσει σε κατ’ οίκον περιορισμό, του έχει απαγορεύσει την έξοδο από τη χώρα και φυσικά το γύρισμα ταινιών. Αψηφώντας όλους τους περιορισμούς, ο Panahi συνεχίζει να δημιουργεί τις ταινίες του, και μάλιστα με μεγάλες διακρίσεις. Είναι μεταξύ των ελάχιστων δημιουργών που έχουν κερδίσει το ύψιστο βραβείο σε Βενετία και Βερολίνο και φέτος θα διαγωνιστεί ξανά με αξιώσεις για τον Χρυσό Φοίνικα. Για την πλοκή της νέας του ταινίας, που προφανώς στάλθηκε λαθραία στις Κάννες, δεν γνωρίζουμε πολλά, πέρα από το ότι πρόκειται για road film με μια γενική περιγραφή που λέει ότι «κάτι που ξεκινά ως ασήμαντο ατύχημα εκκινεί μια σειρά από κλιμακούμενες συνέπειες».
Óliver Laxe (“Sirat”)
Δεν πρέπει να προσπεράσουμε αψήφιστα τον ιδιόρρυθμο Ισπανό σκηνοθέτη, κάτοικο Μαρόκο, νεοεισερχόμενο στο Διαγωνιστικό των Καννών. Αυτός ο αλαφροΐσκιωτος δημιουργός επιδιώκει και συχνά καταφέρνει να συλλάβει κάτι το υπερβατικό στο μυστηριακό, τελετουργικό σινεμά του (θυμόμαστε πχ. την αριστουργηματικής σκηνοθεσίας εναρκτήρια σκηνή στο «Θα Έρθει η Φωτιά»). Στην καινούργια του ταινία, που υπόσχεται τουλάχιστον εντυπωσιακές εικόνες, ένας πατέρας μαζί με τον γιο του φτάνουν σε ένα ρέιβ πάρτι χαμένο κάπου ανάμεσα στα φασματικά και άνυδρα βουνά του νότιου Μαρόκο. Αναζητώντας την κόρη της οικογένειας, που εξαφανίστηκε πριν από μήνες σε μία από αυτές τις αλλόκοτες εκδηλώσεις, ακολουθούν ένα καραβάνι από ρέιβερς που ψάχνουν το τελευταίο ρέιβ πάρτι που θα διεξαχθεί στα βάθη της ερήμου. Εν μέσω του αχανούς τοπίου και της ηλεκτρονικής μουσικής δοκιμάζουν μια πρωτόγνωρη ελευθερία, φτάνοντας στα όριά τους.
Lynne Ramsay (“Die, my Love”)
Από τις ενδιαφέρουσες εκπροσώπους του σύγχρονου Βρετανικού σινεμά η Σκοτσέζα, θα έρθει στις Κάννες με την πέμπτη μεγάλου μήκους ταινία της, που ήταν μία από τις τελευταίες προσθήκες στο Διαγωνιστικό, αφού βρισκόταν στο post-production. Οι ήρωες της Ramsay συχνά καλούνται να διαχειριστούν τον απόηχο μιας τραυματικής εμπειρίας, από την αυτοκτονία του αγοριού της Morvern Callar (2002), στην καλύτερή της και πιο ουσιαστικά υπαρξιστική ταινία, ως τη μετατραυματική διαταραχή του βετεράνου που υποδύεται ο Joaquin Phoenix στο «Δεν Ήσουν Ποτέ Εδώ» (2017), την πιο άστοχη στιγμή της Ramsay κατά τον συντάκτη. Στην καινούργια της ταινία με πρωταγωνιστές τη Jennifer Lawrence και τον Robert Pattinson, σε μια φάρμα στη Montana μια νέα μητέρα αντιμετωπίζει ψυχολογικά προβλήματα και επιλόχειο κατάθλιψη ενώ ο γάμος της καταρρέει.
Wes Anderson (“The Phoenician Scheme”)
Ήταν πριν δύο χρόνια όταν κυκλοφόρησε μια εφαρμογή τεχνητής νοημοσύνης που έδινε τη δυνατότητα στους χρήστες να δημιουργήσουν βιντεάκια «στο στιλ του Wes Anderson», κάτι που κατακρίθηκε, προφανώς σωστά, από εκείνον. Δεν θα είχε όμως και άδικο κάποιος που θα σκεφτόταν ότι και εκείνη η ταινία του 2023, το “Asteroid City” θα μπορούσε να είναι το αποτέλεσμα ενός τέτοιου προγράμματος ΑΙ. Όχι ότι δεν έχουν πάντα κάτι το διασκεδαστικό οι ταινίες του Wes Anderson, αλλά το όλο και πιο εσωστρεφές, διαρκώς ανακυκλούμενο στυλ χωρίς ιδιαίτερη ουσία του έχει αρχίσει να κάνει τις δημιουργίες του να μοιάζουν, στα μάτια μας τουλάχιστον, όλο και περισσότερο με άψυχα κουκλόσπιτα. Ελπίζουμε πραγματικά σε κάτι καλύτερο από τον δημιουργό του “Grand Budapest Hotel”, που επιστρέφει στις Κάννες με το γεμάτο αστέρες «Φοινικικό Σχέδιό» του, μια κατασκοπική μαύρη κωμωδία γύρω από μια οικογενειακή επιχείρηση, που θα παιχτεί και στα ελληνικά σινεμά από τις 29 Μαΐου. Ακούγεται ότι η φετινή ταινία του είναι η δυνατότερή του εδώ και καιρό.
Hafsia Herzi (“The Little Sister”)
Γνωστή ως τώρα κυρίως ως ηθοποιός, ειδικά μέσα από τις ταινίες του Abdellatif Kechiche, η Herzi θα είναι μια από τις λίγες φέτος Γαλλικές παρουσίες στο Διαγωνιστικό με τη δεύτερη ταινία της, που ακολουθεί τη Fatima, τη μικρότερη κόρη μιας οικογένειας Αλγερινών μεταναστών στη Γαλλία, η οποία έρχεται σε σύγκρουση με την οικογένειά της, την πίστη της και την ίδια την ταυτότητά της όταν μετακομίζει από τα προάστια στο Παρίσι για να προετοιμαστεί για σπουδές και ανακαλύπτει την έλξη της προς τις γυναίκες.
Julia Ducournau (“Alpha”)
Η φετινή επιστροφή της Ducournau στις Κάννες ήταν αναμενόμενη μετά την αμφιλεγόμενη -ατυχέστατη για πολλούς- βράβευσή της με τον Χρυσό Φοίνικα για την αμέσως προηγούμενη ταινία της. Αν μη τι άλλο, η πρώτη δουλειά της Γαλλίδας, “Raw” (2016), είχε περισσότερο ενδιαφέρον από τη διαβόητη “Titane” (2021), η οποία πέφτει στο χαοτικό κενό μεταξύ Tarantino και Cronenberg. Η καινούργια της ταινία λέγεται ότι ακολουθεί ένα 13χρονο κορίτσι στη Νορμανδία των τελών των 80s, το οποίο περιθωριοποιείται από τους συμμαθητές του λόγω μίας φήμης ότι έχει μολυνθεί από κάποια άγνωστη νέα ασθένεια.
Dominik Moll (“Dossier 137”)
Αρκετά απρόσμενη ήταν η συμμετοχή στο Διαγνωστικό του Γάλλου Dominik Moll, του οποίου βέβαια η προηγούμενη ταινία («Η Νύχτα της 12ης») αγαπήθηκε αρκετά από τους συμπατριώτες του, αφού του χάρισε δύο βραβεία César, Καλύτερης Ταινίας και Καλύτερου Σκηνοθέτη. Μάλλον υπερβολικά βραβεία για ένα καλοφτιαγμένο πλην συμβατικό αστυνομικό θρίλερ. Σε παρόμοιο πνεύμα φαίνεται να κινείται και η φετινή του ταινία, “Dossier 137”, στην οποία μια ερευνήτρια της αστυνομίας αναλαμβάνει την υπόθεση της απόδοσης ευθυνών για τον τραυματισμό ενός νεαρού από αστυνομικά πυρά κατά τη διάρκεια των διαδηλώσεων των «Κίτρινων Γιλέκων».
Tarik Saleh (“Eagles of the Republic”)
Ο Σουηδός σκηνοθέτης, Αιγυπτιακής καταγωγής, τα τελευταία χρόνια ειδικεύεται σε ομολογουμένως συμβατικά πολιτικά θρίλερ με φόντο το Κάιρο. Το πιο πρόσφατό του, «Η Συνομωσία του Καΐρου», διαγωνίστηκε στις Κάννες το 2022, κερδίζοντας μάλιστα και το βραβείο Καλύτερου Σεναρίου, χωρίς ωστόσο να εντυπωσιάσει και πολλούς. Ο Thierry Frémaux αποφάσισε να τον προσκαλέσει και πάλι στο Διαγωνιστικό, προκαλώντας μια γκρίνια σε όσους θα προτιμούσαν η θέση του Saleh να είχε καλυφθεί από κάποιον ενδεχομένως πιο σημαντικό δημιουργό που εν τέλει έμεινε εκτός. Στο “Eagles of the Republic” ένας διάσημος ηθοποιός εξαναγκάζεται από την Αιγυπτιακή κυβέρνηση να πρωταγωνιστήσει σε μια ταινία προπαγάνδας, κατά τα γυρίσματα της οποίας μπλέκεται σε παράνομη σχέση με τη γυναίκα του στρατηγού που επιβλέπει την ταινία.
Ari Aster (“Eddington”)
Ο δημοφιλής νεαρός Αμερικανός (“Hereditary”, «Μεσοκαλόκαιρο», «Ο Μπο Φοβάται») θα βρεθεί για πρώτη φορά στην Croisette με ένα σύγχρονο γουέστερν που αναμένεται να προκαλέσει και να συζητηθεί, καθώς φαίνεται ότι θα σατιρίζει την πολιτική κατάσταση των ΗΠΑ και θα αναφέρεται στην περίοδο της πανδημίας του covid. Σύμφωνα με τη σύνοψη, τον Μάιο του 2020, η αντιπαράθεση μεταξύ του φιλόδοξου σερίφη και του δημάρχου της μικρής πόλης Eddington του New Mexico θα πυροδοτήσει μια κοινωνική έκρηξη στην τοπική κοινότητα. Πρωταγωνιστούν οι Joaquin Phoenix, Pedro Pascal και Emma Stone.
Mario Martone (“Fuori”)
Ο έμπειρος Mario Martone θα είναι η μοναδική φετινή ιταλική συμμετοχή στο Διαγωνιστικό. Δεύτερη συνεχόμενή του μετά το 2022 με την ιδιαίτερα αξιόλογη “Nostalgia”, με έναν Pierfrancesco Favino που θα άξιζε το βραβείο Καλύτερου Ηθοποιού. Το “Fuori” θα είναι μια βιογραφική ταινία γύρω από τη συγγραφέα και ηθοποιό Goliarda Sapienza. Διαδραματίζεται στο 1980, όταν η Sapienza συλλαμβάνεται για μια κλοπή που διέπραξε προκειμένου να εκδώσει το βιβλίο της «Η Τέχνη της Χαράς» και μέσα στη φυλακή γνωρίζεται με δύο νεαρές συγκρατούμενες. Οι τρεις γυναίκες, όταν αποφυλακιστούν, θα δημιουργήσουν έναν ισχυρό δεσμό.
Αδελφοί Dardenne (“The Young Mothers’ Home”)
Οι αδελφοί Dardenne είναι από τους λίγους βετεράνους φέτος, σε μια έκδοση του Φεστιβάλ που, ελλείψει μεγάλων ονομάτων, έδωσε περισσότερο χώρο σε νεότερους δημιουργούς. Πιστοί από την αρχή ως το τέλος σε ένα σινεμά κοινωνικού ρεαλισμού, λιτό, ανθρωπιστικό, ενίοτε εκβιαστικό, συχνότερα βαθιά συγκινητικό, καταπιάνονται πάντοτε με τους μη προνομιούχους και τους παρίες της Ευρωπαϊκής κοινωνικής πρόνοιας. Η νέα τους ταινία γυρίζει γύρω από πέντε νεαρές μητέρες, μεγαλωμένες όλες κάτω από δύσκολες συνθήκες, οι οποίες στεγάζονται σε ένα ίδρυμα, πασχίζοντας να βρουν καλύτερες ζωές για εκείνες και τα παιδιά τους. Οι Βέλγοι ανήκουν στο κλειστό γκρουπ δημιουργών κατόχων δύο Χρυσών Φοινίκων και δεν σταματούν να μαζεύουν βραβεία, αν και ένας τρίτος Χρυσός Φοίνικας μοιάζει μάλλον απίθανος.
Kleber Mendonça Filho (“The Secret Agent”)
Ο μοναδικός Νοτιοαμερικανός σκηνοθέτης που διαγωνίζεται φέτος, γνώρισε επιτυχία με τα “Aquarius” (2016) και “Bacurau” (2019). Το δεύτερο έφυγε από τις Κάννες με το Βραβείο της Κριτικής Επιτροπής, μάλλον με σημαντική δόση υπερβολής. Και οι δύο ταινίες έχουν να κάνουν με ανθρώπους που αρνούνται να εγκαταλείψουν αμαχητί τη γη τους για χάρη των καπιταλιστικών συμφερόντων. Το νέο πόνημα του Βραζιλιάνου ακολουθεί τον Marcelo, 40χρονο δάσκαλο που, εν μέσω της στρατιωτικής δικτατορίας στη χώρα, το 1977 επιστρέφει στην πόλη Recife αναζητώντας καταφύγιο από το μυστηριώδες παρελθόν του, αλλά μπλέκεται στις πολιτικές αναταραχές των τελευταίων χρόνων της δικτατορίας.
Chie Hayakawa (“Renoir”)
Η δεύτερη εκπρόσωπος του ανατολικο-ασιατικού κινηματογράφου στο φετινό Διαγωνιστικό είναι η σχετικά νεοεμφανιζόμενη Γιαπωνέζα, που σημείωσε επιτυχία με την πρώτη μεγάλου μήκους ταινία της, «Πλάνο 75», που πρόσφατα πέρασε και από τις αίθουσες της χώρας μας. Η δεύτερη απόπειρά της θα είναι το οικογενειακό δράμα ενηλικίωσης “Renoir”. Άραγε το όνομα είναι αναφορά στον μεγάλο κινηματογραφικό δημιουργό του Γαλλικού ποιητικού ρεαλισμού ή στον επίσης σημαντικό, ιμπρεσιονιστή ζωγράφο πατέρα του; Η ταινία διαδραματίζεται στο Τόκυο στα τέλη των 80s. Ακολουθεί την ευαίσθητη 11χρονη Fuki που προσπαθεί να διαχειριστεί τη δύσκολη κατάσταση της οικογένειάς της, με τον πατέρα της άρρωστο στο νοσοκομείο και την εργαζόμενη μητέρα της διαρκώς πιεσμένη και απούσα. Ένα μετέωρο, μοναχικό καλοκαίρι ξεκινά για εκείνη, που, καταφεύγοντας στον παιδικό κόσμο της φαντασίας της, προσπαθεί να έρθει σε επαφή με ζωντανούς και νεκρούς, και, ίσως, και με τον εαυτό της.
Oliver Hermanus (“The History of Sound”)
Πριν λίγα χρόνια χρόνια συγκινηθήκαμε από το υπέροχο «Αισθάνομαι Ζωντανός» (2022), το αγγλόφωνο remake του αριστουργήματος του Kurosawa “Ikiru”, σε διασκευασμένο σενάριο δια χειρός του νομπελίστα Kazuo Ishiguro. Ήταν η ταινία που έκανε ευρύτερα γνωστό τον Νοτιοαφρικανό Hermanus, ο οποίος προηγουμένως κυκλοφορούσε στα φεστιβαλικά κυκλώματα για μια δεκαετία, χωρίς ιδιαίτερες διακρίσεις πέρα από έναν Queer Φοίνικα στο τμήμα “Un Certain Regard” των Καννών. Πρώτη του εμφάνιση στο Διαγωνιστικό φέτος, με την ταινία του να εξιστορεί τη σχέση του Lionel (Paul Mescal) και του David (Josh O’Connor) που γνωρίζονται το 1917 στο Ωδείο της Βοστώνης και συνδέονται μέσω της ενασχόλησής τους με τη μουσική, χωρίζονται λόγω του Μεγάλου Πολέμου, και κατόπιν ξαναβρίσκονται και ταξιδεύουν μαζί για ένα χειμώνα, προκειμένου να καταγράψουν τους ήχους και τα παραδοσιακά τραγούδια των συμπατριωτών τους στην επαρχία της New England. Ο σύντομος καιρός που πέρασαν μαζί θα χαραχτεί για πάντα στη μνήμη του Lionel.
Sergei Loznitsa (“Two Prosecutors”)
Γνωστός τόσο ως ντοκιμαντερίστας όσο και ως σκηνοθέτης μυθοπλασίας, ο Ουκρανός συχνότατα καταπιάνεται στο έργο του με τις σκοτεινές σελίδες της ταραγμένης ιστορίας της χώρας του και της ευρύτερης ανατολικής Ευρώπης στα χρόνια γύρω από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, με ματιά οικουμενική και κοσμοπολίτικη. Στάση που ο ίδιος επιβεβαίωσε και έμπρακτα τα τελευταία χρόνια, επιμένοντας στην καταδίκη αυτού του «παρανοϊκού πολέμου» στην Ουκρανία και ταυτόχρονα αρνούμενος το μποϊκοτάζ απέναντι στους Ρώσους καλλιτέχνες συλλήβδην και διαφωνώντας με τις «εθνικιστικές» φωνές της Κινηματογραφικής Ακαδημίας της χώρας του. Φέτος θα διαγωνιστεί για πολλοστή φορά στις Κάννες με ταινία μυθοπλασίας. Διαδραματίζεται στο 1937 και σε αυτή ένας νεαρός Σοβιετικός εισαγγελέας ανακαλύπτει ένα γράμμα ενός κρατουμένου, που τον κάνει να πιστέψει ότι αυτός υπήρξε θύμα της διαφθοράς της Σοβιετικής μυστικής αστυνομίας NKVD και να αναζητήσει δικαιοσύνη από τα ανώτατα κλιμάκια της ιεραρχίας στη Μόσχα.
Kelly Reichardt (“The Mastermind”)
Το 1970 στις ΗΠΑ, ένας άνεργος άνδρας οργανώνει μαζί με δύο συνεργούς μια τολμηρή ληστεία σε μουσείο και καταφέρνουν να κλέψουν τέσσερις πίνακες ζωγραφικής. Στη συνέχεια όμως, το να κρατήσει τα κλοπιμαία αποδεικνύεται δυσκολότερο από την ίδια την κλοπή, οπότε και εξαναγκάζεται να γίνει φυγάς, σε μια εποχή μεγάλων κοινωνικοπολιτικών αλλαγών για τη χώρα. Αν τα προηγούμενα σάς παραπέμπουν σε μια γρήγορη «ταινία ληστείας» (heist film) με δράση, καταδιώξεις, cool ατάκες και τα συναφή, μπορείτε να βασίζεστε στην Kelly Reichardt για να εξαλείψει κάθε τέτοια προσδοκία ή φόβο. Η Αμερικανίδα είναι γνωστή για τις ιδιαίτερα μινιμαλιστικές (μερικές φορές υπέρ το δέον), ήσυχες ταινίες τις, με λεπτές φεμινιστικές ή αντικαπιταλιστικές αλληγορίες (“First Cow”, “Meek’s Cutoff”).
Carla Simón (“Romería”)
Η Καταλανή σκηνοθέτρια είχε την τιμή να κερδίσει την Χρυσή Άρκτο στο Βερολίνο μόλις για τη δεύτερη ταινία της, τις συμπαθείς «Ροδακινιές του Αλκαράς» (2022). Οικογενειακό δράμα εμπνευσμένο από τα προσωπικά της βιώματα θα είναι και η νέα της ταινία, με την οποία «προάγεται» στο Διαγωνιστικό των Καννών. Σε αυτή, μια νεαρή γυναίκα ταξιδεύει στο Vigo για να αναζητήσει πληροφορίες για τον βιολογικό πατέρα της που πέθανε από AIDS. Εκεί βρίσκει την οικογένειά του πατέρα της, που όμως αποφεύγουν να αναφέρονται στο παρελθόν του, εξ αιτίας του κοινωνικού στίγματος. Διευθύντρια φωτογραφίας είναι η εξαιρετική Hélène Louvart.
Σε μια αρχική ανάγνωση (που σίγουρα θα εμπλουτιστεί στην πορεία), στο τμήμα «Un Certain Regard» ορισμένες ταινίες που ξεχωρίζουν είναι τα “Eleanor the Great” και “The Chronology of Water”, πρώτες σκηνοθετικές απόπειρες των Scarlett Johansson και Kristen Stewart αντίστοιχα, και “The Mysterious Gaze of the Flamingo” του Diego Céspedes.
Στις «Πρεμιέρες», τα “Amrum” (Fatih Akin), “The Disappearance of Josef Mengele” (Kirill Serebrennikov), “Love on Trial” (Koji Fukada), “The Love That Remains” (Hlynur Pálmason) και “Magellan” (Lav Diaz).
Εκτός Διαγωνισμού, το “Highest 2 Lowest”, επίφοβη απόπειρα του Spike Lee για remake της σπουδαίας ταινίας του Kurosawa.
Στις Μεταμεσονύκτιες προβολές, “Honey Don’t!” του Ethan Cohen.
Στα Παράλληλα Τμήματα, στο «Δεκαπενθήμερο των Σκηνοθετών» τα “Mirrors No. 3” του Christian Petzold, “Yes!” του Nadav Lapid και “Enzo” του Robin Campillo, που ολοκλήρωσε την ταινία που άφησε στη μέση λόγω του θανάτου του ο σπουδαίος Laurent Cantet. Στην «Εβδομάδα της Κριτικής», “Left-Handed Girl” της συνεργάτιδας του Sean Baker, Shih-Ching Tsou και “A Useful Ghost” του Ratchapoom Boonbunchachoke.