Κριτική | Sonic 3: Η Ταινία (2024)
Συντάκτης: Ορέστης Μαλτέζος
Είναι στη φύση του επαγγέλματος του κριτικού κινηματογράφου να οφείλει να παρέχει κάποιου είδους ανάλυση σε ταινίες χωρίς καμία άρτια κατασκευαστική πρόθεση πέραν του εμπορικού fan-service, μετατρέποντας τη σύνταξη αυτών των κειμένων σε μια διαδικασία αντιπνευματική και ατελέσφορη, την οποία -για να πούμε και την αλήθεια- δεν τη ζήτησε κανείς. Και στην τρίτη αυτή προσθήκη, η ευχαρίστηση των νοσταλγών-θαυμαστών του παιχνιδιού έχει πάρει τα ηνία με ακόμα πιο απροκάλυπτο τρόπο. Αυτή είναι και η μοναδική έκπληξη που αντιμετωπίζει κάποιος που δεν έχει κανέναν λόγο να δει την ταινία πέρα από τη δεοντολογία του επαγγελματία, το πώς δηλαδή οι σεναριογράφοι βρίσκουν ακόμα πιο έντονο τρόπο να απευθυνθούν στη λαχτάρα του στοχευμένου κοινού για μια ακόμα περιπέτεια του Σόνικ, όσο κι αν αυτή είναι πρακτικά αμετάβλητη σε περιεχόμενο, με βασική λογική αναζωογόνησης την προσθήκη ακόμα περισσότερων χαρακτήρων από τα παιχνίδια.
Η σχέση του Τομ (Τζέιμς Μάρσντεν) και του Σόνικ που παρείχε το συναισθηματικό υπόβαθρο στην πρώτη ταινία έχει προφανώς εξαντληθεί, με τους χαρακτήρες του Τομ και της Μάντι να κάνουν απλώς γκεστ περάσματα εδώ, κι αυτό για να ικανοποιηθεί έστω και εκείνη η μικρή μερίδα θεατών που βρήκε σε αυτή τη σχέση μια γοητεία. Η τρίτη ταινία απλώς μεγιστοποιεί τους σκοπούς της δεύτερης, με τους λοιπούς χαρακτήρες των παιχνιδιών να κατακλύζουν την οθόνη, αλλά το πραγματικό ενδιαφέρον για έναν εξωτερικό παρατηρητή είναι η μηδενική προσπάθεια των σεναριογράφων έστω να αποσαφηνίσουν τις σχέσεις μεταξύ όλων αυτών των χαρακτήρων. Και η εντυπωσιακή αλήθεια είναι πως δεν έχει καμία απολύτως σημασία.
Είναι μια ρεαλιστική συνθήκη από εμπορικής άποψης κάποιος να θέλει να κάνει μια ταινία για να βγάλει λεφτά, και από τη στιγμή που το κοινό ανταποκρίνεται, τι νόημα έχει να αντιταχθείς σε αυτό; Για μια ταινία όμως που θέλει να είναι διασκεδαστική, το χιούμορ που από την αρχή ήταν υπερβολικά ανόητο, εδώ παίρνει μια διαφορετική κατεύθυνση και ενσωματώνει -εντυπωσιακά αποτυχημένα θα πω εγώ- το meta στοιχείο, βάζοντας τους χαρακτήρες ακόμα και να απευθύνονται ευθέως στους θεατές. Όλα αυτά φαίνονται ενσωματωμένα στην ταινία με τελείως τυχαίο τρόπο, και καθώς παρακολουθείς όλο αυτό το χάος περιεχομένου να ξετυλίγεται στην οθόνη, αγγίζει μια σχεδόν παραισθησιογόνα εμπειρία. Αυτό ισχύει και για το αναπόδραστο συναισθηματικό κομμάτι που επιμένουν να τοποθετούν στα φινάλε και των τριών αυτών ταινιών, με αποτέλεσμα ελάχιστα λεπτό αλλά που εντούτοις βρίσκει ανταπόκριση.
Οι αιτίες γύρω από την απήχηση των ταινιών Sonic ίσως στο μέλλον να χρήζουν κάποιας μελέτης, αλλά αν είστε φαν του Sonic και εξακολουθείτε να διαβάζετε αυτό το κείμενο, σταματήστε και δείτε ή ξαναδείτε αυτό το τρίπτυχο ταινιών που φαίνεται να αγαπάτε τόσο. Αν σας προσφέρουν χαρά, τότε έχουν επιτελέσει τον σκοπό τους και αφήστε με εμένα να γράφω.
Βαθμολογία:
0 κακή | 1 μέτρια | 2 ενδιαφέρουσα | 3 καλή | 4 πολύ καλή | 5 αριστούργημα