Συντάκτης: Γιώργος Σπανός

Ήταν δίκαιο (;) και έγινε πράξη. Ο Pedro Almodóvar αναδείχθηκε νικητής του Χρυσού Λέοντα στη χθεσινή απονομή του φετινού, κάπως δευτεροκλασάτου θα λέγαμε, 81ου Φεστιβάλ Βενετίας. Και αναφερόμαστε πρώτα από όλα στο όνομα του αγαπητού Almodóvar και μετά στην ταινία του, γιατί, πάντα σύμφωνα με τα λεγόμενα, το “The Room Next Door” πιθανότατα δεν ήταν η δυνατότερη δημιουργία του Ισπανού, και ίσως ούτε και η καλύτερη ταινία του Φεστιβάλ. Υπήρχε όμως η αίσθηση, πριν ακόμα κι από την έναρξή του, ότι ο φεστιβαλικός κόσμος χρωστούσε επιτέλους ένα μεγάλο βραβείο στον σημαντικό σύγχρονο δημιουργό. Παίζουν και αυτά και είναι θεμιτά. Και η αλήθεια είναι ότι στη φετινή βενετσιάνικη σοδειά δεν υπήρξαν και πολλοί άλλοι σκηνοθέτες αυτού του βεληνεκούς, ούτε πολλές ταινίες που εν τέλει να εντυπωσίασαν. Η βράβευση λοιπόν ήρθε δια χειρός Isabelle Huppert και λοιπής κριτικής επιτροπής για την πρώτη μη ισπανόφωνη ταινία του, ένα λεπτό συγκινητικό δράμα με πρωταγωνίστριες τις Tilda Swindon και Julianne Moore στους ρόλους δύο παλιών φίλων που ξαναβρίσκονται μετά από δεκαετίες με αφορμή την ασθένεια της πρώτης, και με κεντρικό θέμα την ευθανασία. Προσμένουμε να τη δούμε στην Ελλάδα από 14 Νοεμβρίου. Να σημειώσουμε ότι, για ακόμα μία φορά τα τελευταία πολλά χρόνια, ο Χρυσός Λέοντας καταλήγει σε μία ταινία αγγλόφωνη και φιλική προς τα Oscars, προς τα οποία λοξοκοιτάζει το Φεστιβάλ Βενετίας.

Η επιβλητική κριτική επιτροπή, με πρόεδρο Isabelle Huppert και μεταξύ των μελών ονόματα όπως James Gray, Agnieska Holland, Giuseppe Tornatore και Andrew Heigh, δεν πρέπει να είχε εύκολο έργο. Μάλιστα φαίνεται να υπήρχαν ήδη τεταμένες σχέσεις από προηγούμενη παρόμοια συνεργασία μεταξύ της Huppert και του Gray (ο οποίος, για να το θέσουμε ευγενικά, είχε περιγράψει την πρώτη ως δεσποτική), ενώ, ανεξήγητα, ο Heigh ήταν απών από την τελετή.

Το δεύτερο («Μεγάλο Βραβείο της Επιτροπής») και τρίτο βραβείο («Ειδικό Βραβείο της Επιτροπής») πήγαν σε δύο γυναίκες δημιουργούς. Η έκπληξη των βραβείων ήταν η δεύτερη θέση της Maura Delpero για το λιτό, βουκολικό “Vermiglio”, τοποθετημένο σε ένα μικρό απομονωμένο χωριό των Άλπεων, που απεικονίζει γαλήνια τη ζωή μιας τοπικής κοινότητας στα χρόνια του ‘Β Παγκοσμίου Πολέμου. Η Delpero αποφάσισε να γυρίσει την ταινία μετά τον θάνατο του πατέρα της, ως έναν τρόπο ώστε να μη χαθούν από τη μνήμη οι παραδόσεις με τις οποίες εκείνος μεγάλωσε. Τρίτο τελικά το “April” της ανερχόμενης Γεωργιανής Dea Kulumbegashvili (“Beginning”), απαιτητικό φιλμ αργών ρυθμών και υπερβατικών στοιχείων που αγαπήθηκε από αρκετούς κριτικούς, το οποίο, με φόντο την σκληρότητα της φύσης όσο και της κοινωνίας, ακολουθεί μία επαρχιακή μαιευτήρα που πραγματοποιεί παράνομες εκτρώσεις.

Ταινία που ξεχώρισε στη συνείδηση της πλειοψηφίας των κριτικών στο φετινό φεστιβάλ, και τελικά περιορίστηκε στο βραβείο σκηνοθεσίας («Αργυρό Λέοντα»), ήταν το “The Brutalist” του Αμερικανού Brady Corbet, ένα δράμα επικής φιλοδοξίας και διαστάσεων, διάρκειας 3ήμισι ωρών, που αποθεώθηκε από κάποιους ως «κλασικό» και «μνημειώδες», ενώ παρομοιάστηκε με μεγάλα αμερικανικά έργα όπως «Θα Χυθεί Αίμα» και «Κάποτε στην Αμερική» στη διάθεσή του να πραγματευτεί μεγάλα θέματα όπως τα θεμέλια του σύγχρονου καπιταλισμού, η Τέχνη και το βίωμα του μετανάστη. Ακολουθεί έναν οραματιστή Ούγγρο αρχιτέκτονα (Adrien Brody), επιζώντα του Ολοκαυτώματος, ο οποίος μετά τον πόλεμο μεταναστεύει στις Ηνωμένες Πολιτείες όπου γεύεται το Αμερικανικό Όνειρο και συναντά έναν μυστηριώδη χορηγό που θα του αλλάξει τη ζωή. Ακούγεται εντυπωσιακό, οπωσδήποτε αυτό που περιμένουμε να δούμε με τη μεγαλύτερη ανυπομονησία από τη φετινή Βενετία, με μοναδική σκιά για τον γράφοντα τη δεδηλωμένη επιρροή στην ταινία (τουλάχιστον σεναριακά) του βιβλίου (που έγινε και ταινία από τον King Vidor) “The Fountainhead” της Ayn Rand, θερμής υποστηρίκτριας και προμήτορος της πιο ακραίας μορφής Δαρβινικού ατομικισμού και νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού. Πάντως πρόκειται για πρωτότυπο σενάριο και μένει να δούμε πώς έχει «ξαναδιαβάσει» τις πηγές του και πώς έχει διαχειριστεί τα θέματά του ο δημιουργός. Φαίνεται ότι για αυτόν η ταινία ήταν όνειρο ζωής και, κατά τη βράβευση, εκφώνησε τρέμοντας τον ευχαριστήριο λόγο του και ολοκλήρωσε κατηγορώντας τα studios που καταστρέφουν το όραμα των δημιουργών και ευχόμενος έναν κόσμο χωρίς σύνορα και διαβατήρια. Το φιλμ απέσπασε και το λόγιο βραβείο της Ένωσης Κριτικών (FIPRESCI).

Καλύτερη ηθοποιός αναδείχθηκε η Nicole Kidman, η οποία στο «βερχοφενικό» ερωτικό θρίλερ “Babygirl υποδύεται ένα υψηλόβαθμο στέλεχος εταιρείας που συνάπτει μια μαζοχιστική σχέση με έναν νεαρό ασκούμενο. Η Huppert επέλεξε να δώσει το βραβείο σε έναν ρόλο που γνωρίζει και η ίδια καλά από ταινίες όπως “Elle” (Verhoven) και “The Piano Teacher” (Haneke). Η Kidman είχε επιστρέψει χθες στη Βενετία για να παραλάβει το βραβείο της, όταν πληροφορήθηκε τον θάνατο της μητέρας της και έτσι δεν παρευρέθηκε στην τελετή. Την ταινία θα δούμε στη χώρα μας από 26 Δεκεμβρίου.

Ιδιαίτερα διαχυτικός κατά τη δικιά του βράβευση καλύτερου ηθοποιού ο Vincent Lindon, αφού αγκάλιασε και φίλησε την έκπληκτη Κινέζα Zhang Ziyi της Κριτικής Επιτροπής, στη συνέχεια ευχαρίστησε τέσσερις φορές προσωπικά την πρόεδρο Huppert, δίνοντας βάση στην υποψία ότι η φίλη του συνέβαλε στο αποτέλεσμα. Στο, κατά τα λεγόμενα, απλουστευτικό και διδακτικό “The Quiet Son” ο Lindon παίζει τον ρόλο του πατέρα ενός νέου με ροπή προς την ακροδεξιά.

Ιδιαίτερα θετικές, αν όχι ενθουσιώδεις, κριτικές πήρε το “Im Still Here” του Βραζιλιάνου Walter Salles, γνωστού κυρίως για την ταινία δρόμου “Central do Brasil” στα τέλη των 90s, που είχε κερδίσει και Χρυσή Άρκτο. Ίσως η πιο κοσμαγάπητη ταινία του φετινού φεστιβάλ, κατέληξε με το Βραβείο Σεναρίου για τις απροσδόκητες τροπές που έπαιρνε η ιστορία, η οποία ακολουθεί τη ζωή μιας γυναίκας και των παιδιών της μετά την εξαφάνιση του άντρα της, βουλευτή του Βραζιλιάνικου Κόμματος των Εργατικών το 1971, ο οποίος είχε εναντιωθεί στη στρατιωτική δικτατορία. Βασίζεται προφανώς σε πραγματικά γεγονότα.

Τέλος, βραβείο “Marcello Mastroianni” ανερχόμενου ηθοποιού κέρδισε ο 22χρονος Paul Kircher (γιος της Irène Jacob) για την πρωταγωνιστική ερμηνεία του στο “And Their Children After Them”.

Δεν βρήκαν θέση στα βραβεία ταινίες με θετικές κριτικές όπως το δυομισάωρο ντοκιμαντέρ “Youth: Homecoming” του Κινέζου Wang Bing (το ίδιο ακριβώς είχε συμβεί στις περσινές Κάννες και με το πρώτο μέρος της τριλογίας του, το κολοσσιαίας διάρκειας “Youth: Spring”, τρεισήμισι ωρών), και το ανατρεπτικό και απελευθερωμένο “Love” του Νορβηγού Dag Johan Haugerud. Επίσης, αν και για πολλούς φαβορί στην κατηγορία ανδρικής ερμηνείας, δεν βραβεύτηκε ο Daniel Craig για τον ρόλο ενός ομοφυλόφιλου άνδρα στο “Queer” του Guadagnino. Κάποιοι πιστεύουν ότι θα φτάσει ως τα Όσκαρ, αλλά ας μην ξεχνάμε ότι οι φίλοι Αμερικανοί αυτόν τον καιρό προβληματίζονται ιδιαίτερα με ζητήματα όπως το αν είναι σωστό να υποδύεται ένας straight ηθοποιός έναν gay χαρακτήρα, κάποιος χαρούμενος έναν θλιμμένο χαρακτήρα ή ένας παμφάγος έναν vegan χαρακτήρα, και γενικά αν ένας ηθοποιός μπορεί να ερμηνεύσει οτιδήποτε άλλο εκτός από τον εαυτό του και την «ταυτότητά» του… Θετική είναι η μη βράβευση του sequel του “Joker” (Χρυσός Λέων 2019), “Joker: Folie à Deux”, του όψιμα σοβαροφανούς Βασιλιά της (Χαζο)κωμωδίας Todd Phillips, που η πρόσφατη δουλειά του, μαζί με τη “Barbie” της Gerwig, ανήκουν στη μοντέρνα κατηγορία «ο Μίκυ Μάους έχει υπαρξιακά», πάντως λειτουργούν εξαιρετικά ως διαφημίσεις προϊόντων των εταιρειών τους. Τέλος, η Αθηνά Ραχήλ Τσαγκάρη δεν κατάφερε να κερδίσει βραβείο για το “Harvest”, ούτε και ο Pablo Larrain για τη “Maria” (Callas). Στο παράλληλο τμήμα “Orizzonti” νικήτρια ταινία ήταν το, ενδιαφέρον για τον συντάκτη, Ρουμανικό “The New Year That Never Came”.

Δείτε και: Φεστιβάλ Βενετίας: Κύριοι Νικητές

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΚΑΙ...

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *