Οι Σταθμοί του Σταυρού
- Kreuzweg
- Stations of the Cross
- 2014
- Γερμανία
- Γερμανικά, Γαλλικά, Λατινικά
- Δραματική, Σινεφίλ
- 04 Δεκεμβρίου 2014
Η Μαρία είναι 14ων ετών. Η οικογένεια της είναι μέλος της φονταμενταλιστικής καθολικής εκκλησίας. Η Μαρία ζει σε έναν μοντέρνο κόσμο, αλλά μέσα της ζει για τον Ιησού. Θέλει να τον ακολουθήσει κατά βήμα, να γίνει αγία και να πάει στον Παράδεισο, σαν όλα τα άγια τέκνα για τα οποία ακούει μία ζωή. Έτσι, η κοπέλα ξεκινάει να περάσει τα 14 στάδια του Ιησού μέχρι και τον Γολγοθά και μονάχα ένα αγόρι στο σχολείο, ακόμα κι αν δεν είναι καν χριστιανός, μπορεί να την αποτρέψει.
Σκηνοθεσία:
Dietrich Bruggemann
Κύριοι Ρόλοι:
Lea van Acken … Maria
Franziska Weisz … η μητέρα
Florian Stetter … πάτερ Weber
Lucie Aron … Bernadette
Moritz Knapp … Christian
Michael Kamp … ο πατέρας
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Anna Bruggemann, Dietrich Bruggemann
Παραγωγή: Leif Alexis, Fabian Maubach
Μουσική: Immortals
Φωτογραφία: Alexander Sass
Μοντάζ: Vincent Assmann
Σκηνικά: Klaus-Peter Platten
Κοστούμια: Bettina Marx
- Κυριότερη Προβολή στην Ελλάδα: Διανομή στις αίθουσες.
- Παγκόσμια Κριτική Αποδοχή (Μ.Ο.): Θετική.
Τίτλοι
Αυθεντικός Τίτλος: Kreuzweg
Ελληνικός Τίτλος: Οι Σταθμοί του Σταυρού
Διεθνής Τίτλος: Stations of the Cross
Κύριες Διακρίσεις
- Συμμετοχή στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ Βερολίνου. Βραβείο σεναρίου και οικουμενικής επιτροπής.
Παραλειπόμενα
- Η μυθοπλαστική κοινότητα του St Paul βασίζεται σε αυτή του Saint Pius X, μια παραδοσιακή καθολική οργάνωση, από την οποία οι αδελφοί Bruggemann είχαν από πρώτο χέρι εμπειρία.
Εξωτερικοί Σύνδεσμοι
Κριτικός: Σταύρος Γανωτής
Έκδοση Κειμένου: 4/12/2014
Οι καθολικοί της βόρειας Ευρώπης συχνά ανατρέχουν σε θρησκευτικά θέματα και τα αγγίζουν με έναν αλληγορικό τρόπο που γεμίζει την οθόνη. Απόγονος πολλών τέτοιων υποδειγμάτων από Δανία, Σουηδία και Γερμανία είναι και οι «Σταθμοί του Σταυρού». Η όλη κατασκευή του ανατρέχει στις 14 στάσεις του Χριστού προς τον Γολγοθά, όπως τις παρουσιάζουν οι καθολικές λειτουργίες. Το φιλμ δεν μπαίνει σε κάποιον κόπο να κρυφτεί από τους συμβολισμούς του σε σχέση με αυτές, επικεντρωμένο στην τελευταία και στοιχειωμένο από τον αριθμό 14. Αλλά ευτυχώς, η ταινία δεν κάνει κήρυγμα. Από την άλλη, δε, δεν καταστεί τα νοήματα της σε μια σειρά, ούτε εκ της αντίθετης άποψης, παρότι κάποιοι θα επιμείνουν για το αντίθετο. Σαν να επιδιώκει να παίξει με τον θεατή και τις δικές του σκέψεις, οι οποίες υποχρεώνονται να συμπληρώσουν το παζλ όσων παρακολουθεί.
Για μια τόσο λιτή ταινία, είναι αξιοθαύμαστο το πόσα καταφέρνει να χωρέσει ο Dietrich Bruggemann εντός της. Καθαρά σινεφιλική, παίζει από σκηνή σε σκηνή με την κατάταξη της σε κάποιο κινηματογραφικό είδος, και παρέχει ένα σενάριο που ενώ μοιάζει να φλυαρεί, γνωρίζει πού πατάει. Στην παράδοση του εγχώριου σινεμά του, το φιλμ χαρακτηρίζεται από μια απλότητα, αλλά ταυτόχρονα μια διαρκή παρουσία του σκηνοθετικού αγγίγματος καθ` όλη τη διάρκεια. Μπορεί η κάμερα να μοιάζει καρφωμένη στο πάτωμα, παρόλα αυτά κουνιέται και μαζί πάλλονται οι έννοιες. Ψεγάδι; Ναι, κάπου υπάρχει κι αυτό. Με το πέρας, δίνεται η εντύπωση πως ο δημιουργός της δεν ανήκει στα κυβικά της. Μια ταινία που φαίνεται ότι χρειάστηκε πολλή «μελέτη», αλλά αυτή δεν έγινε από τον καταλληλότερο αναγνώστη. Λείπει αυτό το μοναδικό άγγιγμα, ο στόμφος ενός μεγάλου δημιουργού που θα απογείωνε το έργο σε μοναδική εμπειρία. Ίσως, να είναι και περισσότερο μοντέρνο από ό,τι χρίζει το θέμα του. Η αλήθεια είναι πως ανυπομονώ να δω κάτι νεότερο από τον Bruggemann, με την ελπίδα να δικαιωθεί αυτός κι όχι εγώ.
Βαθμολογία:
Κριτικός: Σπύρος Δούκας
Έκδοση Κειμένου: 4/12/2014
Η Μαρία, μια 14χρονη κοπέλα, είναι μέλος μιας βαθιά θρησκευόμενης οικογένειας, γεγονός που επηρεάζει καθοριστικά τον τρόπο που σκέφτεται, καθώς μεγαλώνει. Ο μικρός αδερφός της για κάποιον άγνωστο λόγο δεν έχει μιλήσει ποτέ, οπότε αυτή αποφασίζει να θυσιαστεί, δίνοντας τη ζωή της στο Χριστό, προκειμένου να γίνει καλά ο αδερφός της. 14 μονοπλάνα, 11 εκ των οποίων στατικά, ένα για κάθε «σταθμό του σταυρού», από την καταδίκη στο θάνατο μέχρι την ταφή, στήνουν έναν προσωπικό Γολγοθά για την ηρωίδα, καλλιεργώντας με αυτό τον τρόπο μια ευφυή και πολυδιάστατη αλληγορία.
Η κριτική στον θρησκευτικό συντηρητισμό και στην κενή τυπολατρία είναι δριμύτατη και ο σαρκασμός πικρός και οξύς. Η μητέρα, αδυσώπητα σκληρή με την κόρη της για χάρη της πίστης, την περιορίζει σε ακραίο βαθμό. Πίσω από τη θρησκευτική πίστη, όμως, κρύβεται η προσωπική φιλοδοξία, ως ανθρώπινο πάθος. Όταν η Μαρία δοκιμάζει να προσεγγίσει ένα συμμαθητή της, που τραγουδάει σε μια χορωδία, η μητέρα της το απαγορεύει, καθώς οι ήχοι της μουσικής διαθέτουν «σατανικές επιρροές». Δέχεται μια πλύση εγκεφάλου, μα όχι άκριτα. Είναι όμως, τόσο ισχυρή, που αναπόφευκτα λυγίζει τις δυνάμεις της κρίσης της και παραδίδεται στη θρησκευτική ιδεολογία. Καθώς είναι η μόνη διέξοδος για αυτήν, αποφασίζει να θυσιαστεί, στρέφεται στην προσδοκία ενός θαύματος. Χωρίς αυτό δεν έχει πλέον λόγο να ζει, αλλά έχει λόγο να πεθάνει.
Η πραγματική επιτυχία της ταινίας, όμως, έγκειται στον τρόπο που προσεγγίζει την ηρωίδα. Κατά βάση πρόκειται για ένα ψυχολογικό δράμα. Δεν μένει μόνο στο αλληγορικό επίπεδο, αλλά πετυχαίνει μια ουσιαστική μελέτη του εσωστρεφή χαρακτήρα της και των εσωτερικών συγκρούσεων και αντιφάσεων που συνεπάγεται η εφηβική ηλικία της, προσδίδοντας έτσι τον απαραίτητο για την ταύτιση δραματικό ρεαλισμό.
Ο Dietrich Bruggemann, ακολουθώντας μια αφοπλιστικά λιτή σκηνοθετική φόρμα, μας εισάγει στον μικρόκοσμο της πρωταγωνίστριάς του. Δυναμικό και βασανιστικά νευρωτικό, σαν το «Πείραμα», νιώθουμε κι εμείς ως θεατές τον πόνο της, ενώ η στατικότητα των πλάνων καλλιεργεί μια πρωτοφανή εσωτερική ένταση, προκαλώντας μας να αποστρέψουμε το βλέμμα. Το τέλος μπορεί να θεωρηθεί αγνωστικιστικό, συνοψίζει όμως ταυτόχρονα όλη τη θρησκευτική αντίφαση. Με το πλάνο να κινείται από τον τάφο, μέχρι την όμορφη θέα που η Μαρία κάποτε απαρνήθηκε, και καταλήγοντας στον συννεφιασμένο ουρανό, ύστερα από όλα τα διαχρονικά υπαρξιακά ερωτήματα που έχουν τεθεί, θα μείνει μόνο η απορία, ένα μετέωρο «γιατί»…
Βαθμολογία: