Το 1965, μια χήρα με τα δύο κορίτσια της πραγματοποιούν «συνεδρίες» επίκλησης πνευμάτων, προκειμένου να αποσπούν χρήματα από τους εύπιστους πελάτες που προστρέχουν σε εκείνες για παρηγοριά. Πολύ γρήγορα, όμως, αυτό που ξεκίνησε ως αθώα εξαπάτηση του αφελούς κόσμου εξελίσσεται σε κάτι τόσο τρομακτικό που υπερβαίνει ακόμα και τους πιο τρομακτικούς εφιάλτες. Η μικρή κόρη καταλαμβάνεται από ένα πνεύμα και όλη η οικογένεια προσπαθεί να τη σώσει και να σωθεί. Η δύναμη του κακού όμως είναι πολύ μεγάλη, και ο άλλος κόσμος ζητάει ανελέητα «νέο αίμα».

Σκηνοθεσία:

Mike Flanagan

Κύριοι Ρόλοι:

Elizabeth Reaser … Alice Zander

Annalise Basso … Paulina ‘Lina’ Zander

Lulu Wilson … Doris Zander

Henry Thomas … πάτερ Tom Hogan

Parker Mack … Michael ‘Mikey’ Russell

Kate Siegel … Jenny Browning

Doug Jones … Marcus

Lin Shaye … Paulina Zander (γηραιά)

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Mike Flanagan, Jeff Howard

Παραγωγή: Michael Bay, Jason Blum, Stephen Davis, Andrew Form, Brad Fuller, Brian Goldner

Μουσική: The Newton Brothers

Φωτογραφία: Michael Fimognari

Μοντάζ: Mike Flanagan

Σκηνικά: Patricio M. Farrell

Κοστούμια: Lynn Falconer

 

  • Κυριότερη Προβολή στην Ελλάδα: Διανομή στις αίθουσες.
  • Παγκόσμια Κριτική Αποδοχή (Μ.Ο.): Θετική.

Τίτλοι

Αυθεντικός Τίτλος: Ouija: Origin of Evil

Ελληνικός Τίτλος: Ouija: Η Πηγή του Κακού

Άμεσοι Σύνδεσμοι

Ouija: Πίνακας Πνευμάτων (2014)

Σεναριακή Πηγή

Παραλειπόμενα

  • Παρότι είχε λιγότερα κέρδη από το ορίτζιναλ (81,7 εκατομμύρια δολάρια έναντι 12 μπάτζετ), η απήχηση του μιλούσε για ποιοτική άνοδο της σειράς.
  • Βασική επιρροή είναι το Απόλυτος Τρόμος (1980), το οποίο και ο σκηνοθέτης με τον διευθυντή φωτογραφίας είδαν “κάπου” -όπως δήλωσαν- 10 φορές πριν τα γυρίσματα.

Εξωτερικοί Σύνδεσμοι

Κριτικός: Πάρις Μνηματίδης

Έκδοση Κειμένου: 15/10/2016

Ένα πρίκουελ που δεν ζήτησε κανείς μάλλον πέρα από το ίδιο το στούντιο της Universal που γλυκάθηκε με το απρόσμενο κέρδος που έβγαλε με το χαμηλού προϋπολογισμού προπέρσινο «Ouija: Πίνακας Πνευμάτων» με την Olivia Cooke, το «Ouija: Η Πηγή του Κακού» επιστρατεύει τον Mike Flanagan του «Oculus» (που έχει στο μεταξύ ολοκληρώσει άλλες δύο ταινίες μυθοπλασίας που κυκλοφόρησαν νωρίτερα μέσα στη χρονιά στο εξωτερικό!) για να αφηγηθεί την ιστορία που αποτέλεσε τη ραχοκοκαλιά για τα στοιχειωτικά (το μποζόνιο Χιγκς να τα κάνει) δρώμενα της προηγούμενης ταινίας.

Βρισκόμαστε λοιπόν στο 1967 στο Λος Άντζελες και παρακολουθούμε μια μητέρα που με τη βοήθεια και των δύο ανήλικων θυγατέρων της έχει στήσει μια ψευτοεπιχείρηση όπου δήθεν επικοινωνεί με νεκρούς συγγενείς των πελατών της. Θα πέσει στα χέρια της ένας πίνακας Ouija και αποφασίζει πως θα ήταν μια καλή προσθήκη για τις «παραστάσεις» που δίνει. Προσπαθώντας να τον χρησιμοποιήσει για να έρθει σε επαφή με τον νεκρό πατέρα της οικογένειας, η μικρότερη από τις κόρες αποκτά όντως διαύλους επικοινωνίας με μεταφυσικές οντότητες, κάτι που αξιοποιείται αρχικά για να μετατρέψει η μητέρα τις υπηρεσίες που προσφέρει από κομπίνα σε πραγματική βοήθεια μεταφυσικού επιπέδου για τους πελάτες της. Στη συνέχεια όμως τα πράγματα θα ξεφύγουν από τον έλεγχο, όταν ένα συγκεκριμένο πνεύμα με κακές προθέσεις θα την καταλάβει.

Προκειμένου να αποσυνδεθεί όσο το δυνατόν γίνεται σε ποιοτικό επίπεδο με την άνευ προηγουμένου άνοστη σαχλαμάρα του 2014, ένα φιλμ τρομακτικά ανιαρό και γεμάτο με τα πιο ενοχλητικά κλισέ της πρόσφατης σοδειάς παραγωγής σε ταινίες μεταφυσικού, η ταινία ποντάρει κυρίως στη ρετρό αισθητική της που παραπέμπει και σε δημιουργίες του είδους των τελών της δεκαετίας του 1960 και των αρχών της δεκαετίας του 1970, με τη λογική τού ότι αν αντιγράψει το παλιό θα πάρει και λίγη από τη δόξα του. Όμως, θα έπρεπε κάποιος να ενημερώσει τον Flanagan πως πέρα από την ενδυματολογία και την καλλιτεχνική διεύθυνση (που εδώ δεν αναπαριστά την εποχή και σε μαξιμαλιστικό βαθμό κιόλας, όντας ταινία πάλι χαμηλού σχετικά προϋπολογισμού) οι ταινίες αυτές διακρίνονταν κυρίως από την υποβλητική τους ατμόσφαιρα και, λόγω των τεχνολογικών δυνατοτήτων της εποχής, στα προσθετικά και όχι στα ψηφιακά ειδικά εφέ. Στον πρώτο τομέα, το φιλμ αποτυγχάνει γιατί βασίζεται στο χιλιοειδωμένο μοτίβο του σκοτεινού σπιτιού με τις γωνίες από τις οποίες μπορεί να ξεπεταχτεί ο εκάστοτε μπαμπούλας, το οποίο αντιγράφει ανέμπνευστα από οποιαδήποτε τυπική ταινία του είδους. Στον δεύτερο τομέα, η ταινία φυσικά ακολουθεί και πάλι τον εύκολο και προκατασκευασμένο δρόμο του CGI αντί να αποτίνει φόρο τιμής στις ταινίες του καιρού εκείνου με μακιγιάζ και προσθετικά εφέ, με αποτέλεσμα να αντικρίζουμε πράγματα που κάθε φιλμ τρόμου της σειράς σήμερα κοπιάρει (ψηφιακά μαύρα μεταφυσικά πλάσματα, ψηφιακά παραμορφωμένα πρόσωπα, ψηφιακά λευκά μάτια που παραπέμπουν σε σατανικές οντότητες, τα πάντα ψηφιακά και για αυτό αποστασιοποιημένα και ψυχρά, δίχως να προκαλούν πραγματικό τρόμο) προσδίδοντας στην ταινία την αίσθηση της ρουτίνας.

Απλούστατα, όμως, το «Ouija: Η Πηγή του Κακού» τελικά δεν λειτουργεί, γιατί ούτε χαρακτήρες για τους οποίους ενδιαφερόμαστε σκιαγραφεί (κυριολεκτικά ο μόνος λόγος για τον οποίο πρέπει υποτίθεται να τους συμπαθήσουμε είναι επειδή ο πατέρας της οικογένειας δεν ζει, χωρίς να μπαίνει στον κόπο το σενάριο να πάει την ανάλυση των χαρακτήρων ένα στάδιο παρακάτω από αυτό) και, κυρίως, γιατί δεν είναι καθόλου τρομακτικό, όπως ακριβώς ο προκάτοχός του. Τα jump-scares είναι αναμενόμενα, ατμόσφαιρα όπως προαναφέρθηκε δεν υπάρχει για να υποβάλλει σε μια κατάσταση άγχους και αγωνίας τον θεατή, ενώ και η καταλληλότητα της ταινίας PG-13 αποτελεί κι αυτή έναν δημιουργικό περιορισμό που υπήρχε και στη φριχτή πρώτη ταινία του franchise (που μακάρι να τελειώσει η πορεία του με αυτό εδώ το πόνημα) που σημαίνει πως δεν θα δείτε αίμα. Αν υπάρχει ένα στοιχείο που σώζεται, αυτό είναι η ταλαντούχα νεαρή Annalise Basso που είχε σημαντικό ρόλο και στο σαφώς πολύ ανώτερο «Oculus» του ίδιου σκηνοθέτη, και που εδώ προσπαθεί υποκριτικά με το πενιχρό υλικό που της έχουν δώσει. Κατά τα άλλα, μακριά και αγαπημένοι Ouija μου.

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

13 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *