Ο Αλί βρίσκεται μοναχός, χωρίς σπίτι, χωρίς φίλους και χωρίς χρήματα, έχοντας δίπλα του τον γιο του, τον 5χρονο Σαμ, ο οποίος δύσκολα τον αναγνωρίζει. Σκοπός του είναι φτάσει στην Αντίμπ, στα νότια της Γαλλίας, εκεί που ζει η αδελφή του. Και πράγματι, αυτή τον βάζει να μείνει στο γκαράζ και φροντίζει το παιδί. Και τότε, ο Αλί πέφτει πάνω στην όμορφη Στεφανί, συνοδεύοντας την σπίτι της. Αυτή είναι εκπαιδεύτρια φαλαινών κι αυτός είναι πάμπτωχος. Όλα είναι εναντίον του. Όμως, θα τον πάρει τηλέφωνο, αλλά καταμεσής της νύχτας. Τα δεδομένα έχουν αλλάξει με έναν τραγικό τρόπο.

Σκηνοθεσία:

Jacques Audiard

Κύριοι Ρόλοι:

Marion Cotillard … Stephanie

Matthias Schoenaerts … Ali

Armand Verdure … Sam

Bouli Lanners … Martial

Celine Sallette … Louise

Corinne Masiero … Anna

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Jacques Audiard, Thomas Bidegain

Παραγωγή: Jacques Audiard, Martine Cassinelli, Pascal Caucheteux, Gregoire Sorlat

Μουσική: Alexandre Desplat

Φωτογραφία: Stephane Fontaine

Μοντάζ: Juliette Welfling

Σκηνικά: Michel Barthelemy

Κοστούμια: Virginie Montel

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: De Rouille et d’Os
  • Ελληνικός Τίτλος: Σώμα με Σώμα
  • Διεθνής Τίτλος: Rust and Bone

Σεναριακή Πηγή

  • Μυθιστόρημα: Rust and Bone του Craig Davidson.

Κύριες Διακρίσεις

  • Υποψήφιο για Χρυσή Σφαίρα πρώτου γυναικείου ρόλου (Marion Cotillard) σε δράμα και ξενόγλωσσης ταινίας.
  • Υποψήφιο για Bafta πρώτου γυναικείου ρόλου (Marion Cotillard) και ξενόγλωσσης ταινίας.
  • Συμμετοχή στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ Κανών.
  • Βραβείο σεναρίου, υποσχόμενου ηθοποιού (Matthias Schoenaerts), μουσικής και μοντάζ στα Cesar. Υποψήφιο για καλύτερη ταινία, σκηνοθεσία, πρώτο γυναικείο ρόλο (Marion Cotillard), φωτογραφία και ήχο.
  • Καλύτερη ταινία στο φεστιβάλ Λονδίνου.

Παραλειπόμενα

  • Ο Jacques Audiard είχε πει ότι η Marion Cotillard ήταν η μοναδική του επιλογή για τη Στεφανί.
  • Αρχικά ο σκηνοθέτης σκέφτονταν να βάλει κάποιον ερασιτέχνη στον ρόλο του Άλι. Γι’ αυτό κι αναζητούσε το κατάλληλο άτομο μέσα από γυμναστήρια και συλλόγους μποξ. Αυτό όμως μέχρι που ο υπεύθυνος του κάστινγκ τού υπέδειξε τον Schoenaerts μέσα από την ερμηνεία του στη Μοσχαροκεφαλή (2011).
  • Για να προετοιμαστεί για τον ρόλο, η Cotillard έκανε μαθήματα κολύμβησης και παρέμεινε στην Αντίμπ επί μία βδομάδα για να μάθει για την εκπαίδευση φαλαινών. Από την άλλη, ο Matthias Schoenaerts χρειάστηκε να περάσει δίμηνη εκπαίδευση στο μποξ, αλλά και να σηκώνει καθημερινά βάρη, κάνοντας παράλληλα διατροφή για να πάρει κιλά στους μύες.
  • Η Cotillard μοίραζε τον χρόνο της ανάμεσα στα γυρίσματα αυτής της ταινίας στη Γαλλία και του Ο Σκοτεινός Ιππότης: Η Επιστροφή στις ΗΠΑ, κι ενώ δεν είχε περάσει καιρός που είχε γεννήσει τον γιο της.
  • Ενώ η Marion Cotillard δήλωνε πάντα πως απεχθάνονταν να γυρίζει ερωτικές σκηνές, ήταν η πρώτη φορά που το απόλαυσε.
  • Ο Armand Verdure κάνει εδώ τη μόνη κινηματογραφική του εμφάνιση, με τον υπεύθυνο του κάστινγκ να τον ανακαλύπτει στους δρόμους γαλλικού γκέτο.
  • Η Mikros Image ήταν υπεύθυνη για τη CGI εμφάνιση των κάτω άκρων της Cotillard.
  • Ο Craig Davidson παρακολούθησε την ταινία στο φεστιβάλ του Τορόντο και δήλωσε πως ο Audiard έκανε καλύτερη δουλειά κι από το βιβλίο.
  • Την πρεμιέρα στις Κάνες ακολούθησε 10λεπτο όρθιο χειροκρότημα.

Κριτικός: Χάρης Καλογερόπουλος

Έκδοση Κειμένου: 24/11/2012

Ο Αλί παραλαμβάνει τον μικρό του γιο που ελάχιστα γνωρίζει και μεταναστεύει από Βέλγιο στην Αντίμπ της νότιας Γαλλίας, εγκαθιστάμενος στην αδελφή του. Έχει κάνει μποξ κάποια χρόνια και τώρα πιάνει δουλειά ως πορτιέρης σε μπαρ και μετά σεκιουριτάς. Στο μπαρ γνωρίζει τη Στεφανί, η οποία εκπαιδεύει όρκες και συμμετέχει στο σόου ενός θαλάσσιου πάρκου. Κι ενώ ο Αλί θα αρχίσει να συμμετέχει σε παράνομους αγώνες πάλης για ένα παραπάνω χαρτζιλίκι, όπως και να βοηθά τον τύπο που τους κανονίζει και σε εγκατάσταση καμερών σε μεγάλα καταστήματα, ώστε τα αφεντικά να κατασκοπεύουν υπαλλήλους για να μπορούν να τους απολύσουν αν χρειαστούν περικοπές, η Στεφανί χάνει τα πόδια της (από τα γόνατα και κάτω) σε δυστύχημα στο σόου. Εκείνη, μετά την περίοδο του πρώτου σοκ, θα αναζητήσει την παρέα του, θα γίνουν τακίμια, θα κάνουν και σεξ χωρίς δεσμεύσεις, παρακάτω θα χωρίσουν, με τον Αλί να ανεβαίνει πάλι Βορρά και μετά από μεγάλη λαχτάρα…

Ο Ζακ Οντριάρ που μας εντυπωσίασε με τον Προφήτη του (πολλές υποψηφιότητες, διακρίσεις και βραβείο της Επιτροπής στις Κάνες το 2009), εμπνέεται από ένα στόρι του Καναδού Κρεγκ Ντέιβιντσον, που εκ πρώτης όψεως μοιάζει κομμένο και ραμμένο για χολιγουντιανό μελό από εκείνα που φτιάχνονται για τα όσκαρ. Πάνω σε αυτή την επικίνδυνη συνθήκη, πάλι παρέα με τον Τομάς Μπιντγκέν με τον οποίο συνεργάστηκε στον Προφήτη, στήνουν ένα σενάριο που επιχειρεί να αναιρέσει το μελό, υποτάσσοντας το σε έναν μινιμαλιστικό, αφαιρετικό, αν θέλετε, ρεαλισμό. Αντί ιδιαίτερης πλοκής και διαλόγων, ο Οντριάρ «γράφει» αυτά που θέλει να πει με την κάμερα του, με τα πλάνα, το μοντάζ, το φως, την κατάλληλη σχολιαστική μουσική και προ πάντων οδηγώντας τη Μαριόν Κοτιγιάρ (κυρίως) και τον Ματίας Σένερτς (Μοσχαροκεφαλή, 2011) σε ερμηνευτικά σκορ. Οι ήρωές μας δεν είναι ιδιαίτεροι, δεν είναι σπουδαίοι, απλά κοιτούν να ζήσουν όπως μπορούν, φτάνοντας σταδιακά σε μια αγάπη μεταξύ τους, που προκύπτει από τις ίδιες τις καταστάσεις. Εκείνη χωρίς πόδια και πιο έξυπνη, εκείνος «καλή πάστα» αλλά με λίγο μυαλό και εντέλει με σακατεμένα χέρια (τουλάχιστον για μποξ) θα αναζητήσουν μια θέση στον ήλιο, αυτή που επιτρέπει η πραγματικότητα.

Είπα παραπάνω «επικίνδυνη συνθήκη». Πράγματι, υπάρχουν δύο στοιχεία που κοντράρονται με τον ρεαλισμό. Πρώτον, η Στεφανί ξεπερνά το σοκ πολύ εύκολα, πολύ ψύχραιμα, χωρίς ακραία στάδια όπως κατάθλιψη, άρνηση, οργή κ.λπ., με μια ψυχραιμία που φαίνεται λιγάκι ψεύτικη, όσο κι αν η Κοτιγιάρ υπαινίσσεται πιθανές τρικυμίες κάτω από το σοβαρό ή στοχαστικό της πρόσωπο. Αλλά το πιο αδύνατο σημείο είναι η κορύφωση του τέλους που αποτελεί σεναριακή ευκολία, μηχάνευμα για να φτάσουμε σε τελικές συνειδητοποιήσεις κι αποφάσεις. Πρόκειται για καθαρή ακαδημαϊκή σύμβαση, μάλιστα προβλέψιμη. Ωστόσο, η γραφή του Οντριάρ είναι τόσο εύστοχη, γλαφυρή και στις λεπτομέρειες μιας κοινωνίας της ύφεσης, και η Κοτιγιάρ τόσο πειστική, που το συγχωρείς.

Βαθμολογία:


Κριτικός: Δημήτρης Κωνσταντίνου-Hautecoeur

Έκδοση Κειμένου: 28/11/2012

Ξανακοιτάζοντας την αφίσα της ταινίας, αφού κανείς την παρακολουθήσει, διαπιστώνει πως είναι άκρως ουσιώδης και νοηματικά περιεκτική. Το στιγμιότυπο όπου ο Ali (Matthias Schoenaerts) κουβαλά την ανάπηρη Stephanie (Marion Cotillard) στους ώμους του απεικονίζει εύστοχα (και συνοψίζει την κινηματογραφική προβληματική για) την ανάγκη της στήριξης του ανθρώπου από τον άλλο, μετατρέποντας τη μεταφορική, ψυχική, στήριξη σε κυριολεκτική, σωματική.

Η ταινία του Audiard, εξετάζοντας την αλληλεπίδραση δύο ζωών κατεστραμμένων και δύο ανθρώπων που στέκονται ουσιαστικά μόνοι (μέχρι να γνωρίσουν ο ένας τον άλλον) απέναντι στις κακουχίες που τους επιφύλαξε η τύχη (;), πραγματεύεται την αναγκαιότητα της αγάπης, της συντροφικότητας, της παρουσίας αυτού του ανθρώπινου «στηρίγματος» στη ζωή του ατόμου. Ο Audiard όμως δεν αναζητά την ευτυχία και την καλοσύνη εκεί που δεν υπάρχουν. Μένει πάντα πιστός στην αυστηρά ρεαλιστική ματιά που επιλέγει να ακολουθήσει και, παρότι πρόθυμος να γίνει τόσο σκληρός όσο και τρυφερός, δε διστάζει να τονίσει την αδυναμία του ανθρώπου ορισμένες φορές να αντιληφθεί πόσο σημαντικό ρόλο ενδεχομένως διαδραματίζει στη ζωή κάποιου άλλου ή, αντιστρόφως, τη σημαντικότητα άλλων για τον ίδιο και να εκτιμήσει όσα του έχουν δοθεί ή όσα προθυμοποιείται ο κάθε «άλλος» να του προσφέρει. «Αποτελούν απαραίτητη προϋπόθεση για την προσωπική συνειδητοποίηση οι ανεπανόρθωτες θυσίες;» διερωτάται πιθανότατα, καλώντας κατ’ επέκταση το θεατή σε μία αυτοκριτική και σε συναφή προβληματισμό.

Πάντα με την παρουσία μιας υπέροχης Marion Cotillard, εκπληκτικά εκφραστικής δίχως την παραμικρή ερμηνευτική υπερβολή (τολμώ να πω ίσως ο καλύτερος ρόλος της…) και ενός εξαιρετικού Matthias Schoenaerts να επιτυγχάνει μια αξιέπαινη ισορροπία μεταξύ των πολλαπλών πτυχών του εντυπωσιακά αληθινού χαρακτήρα του, το φιλμ αγγίζει το θεατή και τον κοιτά στα μάτια. Το δεξιοτεχνικό σκηνοθετικό άγγιγμα του Audiard είναι παραπάνω από εμφανές και καθίσταται αναγνωρίσιμο κυρίως μέσα από επί μέρους σκηνές όπως η ανατριχιαστική διαπίστωση της Stephanie πως έχει χάσει τα πόδια της, η συγκινητική επιστροφή της στο θαλάσσιο πάρκο και, τέλος, το φινάλε, το οποίο μπορεί αρχικά να μοιάζει έτοιμο να παραπέσει στον προβλέψιμο μελοδραματισμό, αλλά, χάρη στην σκηνοθετική του στιβαρότητα, απεναντίας συγκλονίζει και οδηγεί το φιλμ στη νοηματική του κορύφωση.

Μέσα από τη σκηνοθεσία του Audiard, τις εξαιρετικές πρωταγωνιστικές ερμηνείες και τους καλογραμμένους, πολυδιάστατους χαρακτήρες του, το «Σώμα με σώμα» υπενθυμίζει πόσο έχουμε ανάγκη ο ένας τον άλλον και, με την ειλικρίνεια και τη βαθιά ανθρωπιά με τις οποίες μιλά στο θεατή, τον προκαλεί να ρίξει μία ακόμη (κριτική) ματιά στη δική του ζωή…

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

18 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *