
Casino Royale
- Casino Royale
- 2006
- Μ. Βρετανία
- Αγγλικά, Γαλλικά
- Δράσης, Έπος, Θρίλερ, Κατασκοπική, Περιπέτεια
- 16 Νοεμβρίου 2006
Έχοντας μόλις χάσει από την υπηρεσία του, την MI-6, τον τίτλο του 00 και συνεπώς την άδεια να σκοτώνει, ο Τζέιμς Μποντ βρίσκεται αντιμέτωπος με την παρθενική δύσκολη αποστολή της καριέρας του. Πρώτος του αντίπαλος ο υποχθόνιος Λε Σιφρ, ένας αδίστακτος κακοποιός που εκμεταλλευόμενος ποσά που έχει κατά καιρούς δανειστεί από πανίσχυρα στελέχη του υποκόσμου, τα επενδύει στο πόκερ και την πράσινη τσόχα. Ατυχώς για εκείνον, ο τζόγος τον έχει οδηγήσει ένα σκαλοπάτι πριν την καταστροφή, με μοναδική του ελπίδα για να συνέλθει να αποτελεί η επόμενη συνάντηση των ζάπλουτων τζογαδόρων στο υπερπολυτελές καζίνο του Μαυροβουνίου. Εκεί που θα πάρει μέρος και ο 007, θέλοντας να τον εξοντώσει οικονομικά και να ξεσκεπάσει τη μαφία που κρύβεται πίσω του.
Σκηνοθεσία:
Martin Campbell
Κύριοι Ρόλοι:
Daniel Craig … James Bond
Eva Green … Vesper Lynd
Mads Mikkelsen … Le Chiffre
Judi Dench … M
Jeffrey Wright … Felix Leiter
Giancarlo Giannini … Rene Mathis
Simon Abkarian … Alex Dimitrios
Caterina Murino … Solange Dimitrios
Ivana Milicevic … Valenka
Isaach De Bankole … Steven Obanno
Jesper Christensen … Κος White
Sebastien Foucan … Mollaka
Tobias Menzies … Villiers
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Neal Purvis, Robert Wade, Paul Haggis
Παραγωγή: Barbara Broccoli, Michael G. Wilson
Μουσική: David Arnold
Φωτογραφία: Phil Meheux
Μοντάζ: Stuart Baird
Σκηνικά: Peter Lamont
Κοστούμια: Lindy Hemming
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Casino Royale
- Ελληνικός Τίτλος: Casino Royale
Άμεσοι Σύνδεσμοι
- Σειρά James Bond: η πλήρης λίστα ταινιών
- Τζέιμς Μποντ 007: Καζινό Ρουαγιάλ (1966)
Σεναριακή Πηγή
- Μυθιστόρημα: Casino Royale του Ian Fleming.
Κύριες Διακρίσεις
- Βραβείο Bafta ήχου. Υποψήφιο για καλύτερη βρετανική ταινία, πρώτο αντρικό ρόλο (Daniel Craig), σενάριο, μουσική, φωτογραφία, μοντάζ, σκηνικά και ειδικά εφέ.
Παραλειπόμενα
- Δεύτερη διασκευή του ίδιου βιβλίου στο σινεμά, αλλά η πρώτη (το 1966) ήταν παρωδία και εκτός σειράς. Πρόκειται για το Τζέιμς Μποντ 007: Καζινό Ρουαγιάλ, όπου τον Μποντ τον παίζει βασικά ο David Niven, κι έπειτα το… μισό καστ. Είχε όμως αποτελέσει και την πηγή ενός τηλεοπτικού επεισοδίου της σειράς-ανθολογίας Climax! το 1954, που ήταν στην ουσία και η πρώτη εμφάνιση του Τζέιμς Μποντ επί οθόνης. Εκεί τον 007 τον ενσάρκωνε ο Barry Nelson. Η Eon Productions κέρδισε τα δικαιώματα του συγκεκριμένου βιβλίου από την περιουσία της Sony Pictures Entertainment (λόγω της παλιάς διασκευής, άνηκαν σε αυτήν), ανταλλάσσοντας τα με αυτά του Spider-Man το 1999. Ήταν μια πρώτης τάξης ευκαιρία για να πάρουν τη μυθολογία του 007 από την αρχή.
- Ο Quentin Tarantino είχε εκφράσει τη θέληση του να το αναλάβει, αλλά η Eon δεν ενδιαφέρονταν. Όπως ο ίδιος είχε πει, είχε εργαστεί στο παρασκήνιο με την οικογένεια Fleming, και υποστήριζε ότι για αυτό οι παραγωγοί αποφάσισαν να κάνουν το συγκεκριμένο κεφάλαιο. Επίσης, θα το τοποθετούσε στη δεκαετία του 1960, αλλά ήθελε μονάχα τον Pierce Brosnan ως Μποντ.
- Η εταιρία παραγωγής πίστευε ότι τα CGI εφέ δεν είχα κάνει τόσο καλό στη σειρά, και αποφάσισε να επιστρέψει στις παραδοσιακές κασκάντες. Για να διατηρεί και ο ρεαλισμός έντονος, είπαν στους σεναριογράφους να μείνουν όσο το δυνατόν πιστότεροι στο αρχικό κείμενο, με τη σκοτεινή απόχρωση που επιθυμούσε ο Fleming τόσο για την πλοκή, όσο και τον χαρακτήρα του Μποντ.
- Το συμβόλαιο τεσσάρων ταινιών του Pierce Brosnan είχε λήξει, και ο βρετανός ηθοποιός αντιλαμβάνονταν ότι πατώντας πια τα 50 θα έκανε την ίδια αρνητική εντύπωση με τον Roger Moore, που τον ερμήνευε ως τα 58 του. Έτσι, ξεκίνησε η αναζήτηση για κάποιον νεότερο, με τον παραγωγό Michael G. Wilson να υποστηρίζει ότι υπήρχαν 200 υποψήφιοι! Από οντισιόν πέρασε πρώτος ο κροάτης Goran Visnjic, αλλά δεν κατάφερνε να πιάσει την εγγλέζικη προφορά. Μετά ήθελαν να δοκιμάσουν τον νεοζηλανδό Karl Urban, αλλά είχε άλλες υποχρεώσεις. Εντέλει, η πιο δυνατή υποψηφιότητα ήταν αυτή του Henry Cavill, αλλά κι αυτός στα 22 του ήταν πολύ νέος ακόμα. Τον ρόλο τότε τον πρότειναν στον Craig και εκείνος τον απέρριψε επειδή δεν έβρισκε κενό χρόνο. Τον Μάιο του 2005, όμως, οι παραγωγοί διασφάλισαν στον Craig ότι ο ρόλος ήταν δικός του αν έλεγε το ναι, ενώ ο Matthew Vaughn είπε σε δημοσιογράφους ότι του είχαν προτείνει να το σκηνοθετήσει. Έναν χρόνο μετά, και πάλι ο ηθοποιός απέρριψε την ιδέα να παίξει, αυτή τη φορά επειδή ο ρόλος είχε μπει σε ένα καλούπι που δεν του ταίριαζε. Όταν όμως διάβασε το σενάριο, άλλαξε άποψη. Έτσι, στις 14 Οκτωβρίου του 2005, Eon Productions, Sony Pictures Entertainment και MGM ανακοίνωσαν επίσημα τον έκτο στη σειρά Τζέιμς Μποντ.
- Για τον ρόλο του κοριτσιού του Μποντ, της Βέσπερ Λιντ, “παρέλασαν” τα ονόματα των: Angelina Jolie, Charlize Theron, Cecile de France και Audrey Tautou.
- Η ταινία δέχτηκε περικοπές για την προβολής της σε αρκετές χώρες, μεταξύ αυτών και στη Βρετανία.
- Τα ταμεία και οι κριτικές δικαίωσαν αυτό το άτυπο reboot της σειράς, με κέρδη που έφτασαν τα 600 εκατομμύρια δολάρια, έναντι κόστους των 150.
Μουσικά Παραλειπόμενα
- Το τραγούδι της ταινίας, το You Know My Name με τον Chris Cornell (πρώην τραγουδιστής των Soundgarden), δεν συμπεριλήφθηκε στο σάουντρακ, αλλά βγήκε σε σινγκλ.
Κριτικός: Σταύρος Γανωτής
Έκδοση Κειμένου: 5/1/2007
Χωρίς καμία υπερβολή, μία από τις καλύτερες ταινίες Μποντ όλων των εποχών! Ξεχάστε όσα ξέρατε για τον ήρωα του Ίαν Φλέμινγκ από τις 20 προηγούμενες ταινίες, και καλωσορίστε έναν ευαίσθητο όσο και σκληρόπετσο, σκοτεινό ήρωα, που τσαλακώνεται, ματώνει και πίνει το Μαρτίνι του όπως να ‘ναι. Δράση καταλύτης, αγωνία στο έπακρο, νέα αντίληψη σκηνοθεσίας-δράσης και ένας Ντάνιελ Κρεγκ σε άμεση σύγκριση μονάχα με τον Σον Κόνερι. Καθόλου τυχαία η ταινία ανανέωσε γενικώς το ενδιαφέρον για τον 007, μετά το τέλμα που είχε περιέλθει, και μόνο οι παραγωγοί δεν το έβλεπαν, μια και συνέχιζε να κόβει εισιτήρια. Είναι και τόσο μοντέρνα που φέρνει νέο κύμα φαν, το νεανικό κοινό, δίπλα σε έναν ήρωα που μοιάζει να αναγεννιέται από τις στάχτες του. Η υπόθεση, δηλαδή ο Μποντ ακόμη δόκιμος κατάσκοπος, μη σαν ξενίσει και δεν γίνεται μονάχα για λόγους ανανέωσης του ήρωα. Γίνεται όμως “μαλακά”, δηλαδή δεν σε πηγαίνει στην ουσία στο μηδέν, παρότι αυτό υπονοείται από την πλοκή.
Βαθμολογία:
Κριτικός: Νίκος Ρέντζος
Έκδοση Κειμένου: 6/11/2015
Στα μέσα της δεκαετίας του 2000 ο Μποντ άλλαξε πρόσωπο και από τον γοητευτικό Πιρς Μπρόσναν μεταμορφώθηκε στον πιο σκληρό και μπρουτάλ Μποντ, του Ντάνιελ Κρεγκ.
Ο Μάρτιν Κάμπελ αναλαμβάνει τη σκηνοθεσία στο Casino Royale και καταφέρνει με επιτυχία να αλλάξει το ύφος των ταινιών του Μποντ. Ο Κάμπελ σκηνοθετεί το δεύτερο φιλμ του Τζέιμς Μποντ στην καριέρα του, καθώς και παλίότερα, στο πρώτο φιλμ του Μπρόσναν ως Μποντ (GoldenEye) ήταν αυτός υπεύθυνος για το πιο μοντέρνο τότε πρόσωπο του Μποντ. Η δουλειά, όμως, που έχει γίνει στο Casino Royale ξεπερνάει κάθε προηγούμενο. Το τελικό αποτέλεσμα είναι ένα άριστα δεμένο σύνολο με δράση, σενάριο και πολύ καλές ερμηνείες, όλα σε πλήρη αρμονία χάρη στην καθοδήγηση του Κάμπελ αλλά και την ικανότητα των υπολοίπων.
Η δράση σε αυτό το φιλμ είναι άψογα χαρογραφημένη, όταν πρόκειται για σώμα με σώμα μονομαχίες, δείχνοντας μας συνεχώς την ένταση του Μποντ, ζητώντας μας να ξεχάσουμε τους χαλαρούς τύπους των προηγούμενων δεκαετιών. Εδώ ο Μποντ είναι πιο ανθρώπινος και πιο σκληρός από ποτέ. Είναι ένας εκτελεστής, ένας δολοφόνος, που πονάει και που ματώνει. Δεν είναι ακόμα ο ατσαλάκωτος, κοσμοπολίτης μυστικός πράκτορας που γνωρίσαμε μέσα από τις προηγούμενες ταινίες. Αυτά τα λέμε παρακάτω όμως, γιατί η δράση εδώ υπάρχει σε όλες τις μορφές. Έχουμε κυνηγητά με αυτοκίνητα αλλά και το εντυπωσιακό κυνηγητό σε στιλ παρκούρ αμέσως μετά τους εναρκτήριους τίτλους, το οποίο παρακολουθείς με κομμένη την ανάσα. Η εντυπωσιακότερη στιγμή, όμως, του φιλμ είναι η μονομαχία στο καζίνο. Δεν περίμενα ότι από μια ταινία Μποντ, γνωστές για τα θεαματικά σταντς, αυτό που θα μου έμενε θα ήταν μια παρτίδα πόκερ! Ο Κάμπελ χρησιμοποιεί με μαεστρία τους παίχτες του, δημιουργεί αγωνία και παρεμβάλλει πολύ δυνατές σκηνές κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού, τονίζοντας ακόμα περισσότερο τη σημασία του.
Μεγάλος πρωταγωνιστής του Καζίνο Ροαγιάλ, με μοιρασμένο το ποσοστό με το σκηνοθέτη του φιλμ, είναι ο νέος Μποντ του Ντάνιελ Κρεγκ. Ο Κρεγκ παρουσιάζει τον Μποντ ιδιαίτερα σκληροτράχηλο, βίαιο και χωρίς την ιδιαίτερη κομψότητα των προκατόχων. Έχει τις ατάκες αλλά δεν είναι διατεθειμένος να τις “ρίχνει” συνεχώς, επιθυμώντας περισσότερο να κάνει τη δουλειά. Είναι ο Μποντ πριν γίνει ο Μποντ.
Ολόκληρο το φιλμ του Κάμπελ είναι στην ουσία ένα πρίκουελ όσων έχουν προηγηθεί όλα αυτά τα χρόνια. Ίσως γι αυτό να επιλέχτηκε η πρώτη περιπέτεια του Μποντ που έγραψε ο Φλέμινγκ, χάριν συμβολισμού. Μέσα στο φιλμ ο Μποντ ανακαλύπτει το πασίγνωστο ποτό του, ενώ η ατάκα που όλοι περιμένουν να ακούσουν, βγαίνει από τα χείλη του Κρεγκ μερικά δεύτερα πριν πέσουν οι τίτλοι τέλους.
Μποντ χωρίς άξιο αντίπαλο, όμως, είναι φαγητό χωρίς αλάτι. Εδώ ο Μαντς Μίκελσεν δίνει έναν από τους πιο αξιόλογους κακούς του Μποντ. Ο Λε Σιφρ που ερμηνεύει ο Δανός ηθοποιός, είναι ένας εγκεφαλικός τύπος, ένας σαδιστής που δε γνωρίζει όρια. Δεν είναι παντοδύναμος, καθώς καθοδηγείται από κάποια μυστική οργάνωση (βλέπε SPECTRE), ούτε έχει σχέδιο να κατακτήσει τον κόσμο. Λεφτά θέλει και μόνο αυτά.
Σημαντική και η παρουσία της Εύα Γκριν, ως Βέσπερ, αντικείμενο του πόθου του Μποντ. Η Βέσπερ είναι η δεύτερη γυναίκα την οποία ο Μποντ ερωτεύεται μέσα σε όλη αυτή την κινηματογραφική του διαδρομή και η χημεία Κρεγκ και Γκριν αποδίδει εξαιρετικά στην οθόνη. Η άλλη σημαντική κυρία του Μποντ, είναι η Τζούντι Ντεντς, η οποία συνεχίζει το ρόλο της Μ, που είχε ήδη από τη θητεία του Μπρόσναν. Η Ντεντς αποτελεί τη δυναμική σταθερά του μοντέρνου Μποντ.
Το Καζίνο Ροαγιάλ αποτελεί κατά την προσωπική μου άποψη την πιο ολοκληρωμένη ταινία του Μποντ. Όχι την πιο θεαματική, όχι την πιο διασκεδαστική, αλλά την πιο ουσιαστική. Μια ταινία που έχει τα πάντα σε σωστές δόσεις, χωρίς να παραμερίζει τους χαρακτήρες της και χωρίς να ξεχνά ότι η πλοκή μπορεί να δώσει τεράστια ώθηση σε ένα φιλμ. Μακρυά από τον κορυφαίο, κλασικό Χρυσοδάκτυλο, μακρυά από το άκρως χορταστικό και διασκεδαστικό Η Κατάσκοπος Που με Αγάπησε, μακρυά ακόμα και από τα πιο κοντινά χρονολογικά φιλμ του Μποντ με πρωταγωνιστή τον Μπρόσναν, το Καζίνο Ρουαγιάλ αποτελεί μια νέα αρχή αλλά και μια ταινία σταθμό για τον Μποντ της νέας εποχής.
Βαθμολογία: