
Άλις, Αγάπη μου
- Alice, Darling
- 2022
- ΗΠΑ, Καναδάς
- Αγγλικά
- Δραματικό Θρίλερ, Θρίλερ
- 19 Ιανουαρίου 2023
Η Άλις υπόκειται καθημερινά την ψυχολογική καταπίεση από τον φίλο της, Σάιμον. Καθώς θα βρεθεί σε διακοπές με δύο στενές της φίλες, θα ανακαλύψει εκ νέου τον εαυτό της που είχε πλέον χάσει, και θα βρει τη δύναμη να αντισταθεί. Η αντίδραση όμως του Σάιμον είναι τόσο αναπόφευκτη όσο είναι και συντριπτική, και όταν εξαπολύεται θα δοκιμάσει τα όρια των δυνάμεων της Άλις, και μαζί τον βαθύ δεσμό της με τις φίλες της.
Σκηνοθεσία:
Mary Nighy
Κύριοι Ρόλοι:
Anna Kendrick … Alice
Kaniehtiio Horn … Tess
Wunmi Mosaku … Sophie
Charlie Carrick … Simon
Mark Winnick … Marcus
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Alanna Francis
Παραγωγή: Katie Bird Nolan, Christina Piovesan, Noah Segal, Lindsay Tapscott, Sam Tipper-Hale
Μουσική: Owen Pallett
Φωτογραφία: Mike McLaughlin
Μοντάζ: Gareth C. Scales
Σκηνικά: Jennifer Morden
Κοστούμια: Marissa Schwartz
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Alice, Darling
- Ελληνικός Τίτλος: Άλις, Αγάπη μου
Παραλειπόμενα
- Μεγάλου μήκους ντεμπούτο για τη Mary Nighy ως σκηνοθέτρια.
Κριτικός: Πάρις Μνηματίδης
Έκδοση Κειμένου: 20/1/2023
Έχει καλές ιδέες το μεγάλου μήκους σκηνοθετικό ντεμπούτο της Mary Nighy, διαθέτει μια επίκαιρη φεμινιστική ματιά που φαντάζει ως η πλέον έντιμη ιδεολογικά επιλογή για να εξεταστούν οι προβληματισμοί που παρατίθενται αλλά και τις αδυναμίες που θα περίμενε κανείς από ένα πρώτο βήμα μετάβασης στο εν λόγω στάδιο.
Σ’ επίπεδο μηνύματος, η Nighy αποδίδει πολύ αποτελεσματικά την ουσία πίσω από τον εγκλωβισμό σε μια ψυχολογικά κακοποιητική σχέση μέσα από λεπτομέρειες και συμπεριφορικά μοτίβα που συσσωρεύονται για να οδηγήσουν στρατηγικά σε πολλές μικρές κλιμακώσεις και μεταβολές. Δεν διστάζει να βουτήξει βαθιά στον ενδότερο κόσμο του θύματος μιας τέτοιας συνθήκης. Φροντίζει να αξιοποιήσει και τους νεκρούς χρόνους είτε χτίζοντας περαιτέρω τις σχέσεις ανάμεσα στους χαρακτήρες είτε χρησιμοποιώντας συμβολισμούς (προσοχή στα αντικείμενα στη σκηνή με το άδειο σπίτι). Και η προσέγγιση της κινηματογράφησης συμβάλλει αποφασιστικά, μεταφέροντας έντονα στον θεατή μια αίσθηση καταπίεσης και κλειστοφοβίας στις επίμαχες σκηνές που φτάνει στα όρια του θρίλερ και κουβαλώντας μια αισθητική ματιά που δεν φοβάται να γίνει πιο καλλιτεχνίζουσα από τον μέσο αμερικανικό όρο. Μέσα σε όλα εντοπίζεται και μια έμμεση κριτική ενάντια στον τρόπο που τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και η ψηφιοποίηση της ανθρώπινης επαφής εν γένει έχουν κάνει πιο εύκολο το να καταγραφούν οι κινήσεις ενός ατόμου.
Σεναριακά τα κενά είναι πολλά, δυστυχώς. Και όχι με λογική τέτοια που να οδηγεί το κοινό να τα συμπληρώσει από τα συμφραζόμενα, είναι κενά που μαρτυρούν αμηχανία ως προς το να ακολουθηθεί μια πιο συγκεκριμένη κατεύθυνση στην πλοκή, και αυτό γίνεται κραυγαλέο στο αμήχανο φινάλε, όπου δεν διευκρινίζεται καν ξεκάθαρα η κατάληξη της όλης διαδρομής. Είναι και κάπως προβληματική η απόφαση η ιστορία να επικεντρωθεί περισσότερο στις αλληλεπιδράσεις της πρωταγωνίστριας με τις φίλες της (οι οποίες και σαν χαρακτήρες δεν είναι τόσο καλογραμμένες για να γίνουν κάτι παραπάνω από συμπληρώματα της κεντρικής ηρωίδας), αποπροσανατολίζει τον θεατή από το κύριο θέμα του τοξικού ερωτικού της δεσμού και προσδίδει μικρότερο βάθος στο σύνολο από αυτό που θα μπορούσε να πετύχει. Τέλος, και οι λύσεις που φαίνεται να προτείνει η Nighy μέσα από όσα αφηγείται φαντάζουν εύκολες και υπεραπλουστευμένες, σαν να μη θέλει από ένα σημείο κι έπειτα να θέσει πιο πολύπλοκα ερωτήματα ή να καλύψει πιο εκτεταμένα τα φλέγοντα ζητήματα που θίγει.
Τουλάχιστον η Anna Kendrick στηρίζει και με το παραπάνω τον ρόλο της, σε μια από τις καλύτερες ερμηνείες της μέχρι σήμερα. Και οι σπουδαιότερες στιγμές της παραδόξως δεν είναι οι αβανταδόρικες, αυτές στις οποίες τραβάει το συναίσθημα στα άκρα, αλλά όλες εκείνες οι μικρές χειρονομίες που υποδηλώνουν την οριακή κατάσταση στην οποία βρίσκεται και οδηγούν σ’ ένα «γαϊτανάκι» ερμηνειών ως προς τη σημασία ορισμένων γεγονότων για τον χαρακτήρα της. Οι υπόλοιποι εκ των ερμηνευτών του βασικού καστ δεν καταφέρνουν να αφήσουν ένα τόσο έντονο στίγμα, ίσως κι επειδή το κείμενο δεν τους αφήνει να αναδειχθούν στον δέοντα βαθμό.
Πρόκειται για χαμένη ευκαιρία αν λάβει κανείς ως δεδομένο το ότι το φιλμ καταπιάνεται με κάτι τόσο δυνητικά ενδιαφέρον; Εν μέρει ναι, αλλά παράλληλα εντοπίζονται και αρετές που μαρτυρούν ένα συγκροτημένο δημιουργικό όραμα και μια ευγενής πρόθεση να υπάρξει μια κινηματογραφική εξερεύνηση ενός σχετικά «απάτητου εδάφους» για το μέσο.
Βαθμολογία: