
Μετά τον πρόσφατο θάνατο της μητέρας τους, η Σέιντι Χάρπερ και η μικρότερη αδελφή της, Σόγιερ, είναι συντετριμμένες. Ο ψυχολόγος πατέρας τους, Γουίλ, προσπαθεί να αντιμετωπίσει τον δικό του πόνο, με αποτέλεσμα να είναι απών από τις ζωές των κοριτσιών. Όταν ένας απελπισμένος ασθενής εμφανίζεται στο σπίτι τους ζητώντας βοήθεια, αφήνει πίσω του μια τρομακτική υπερφυσική οντότητα που κυνηγά οικογένειες και τρέφεται από τον πόνο των θυμάτων του.
Σκηνοθεσία:
Rob Savage
Κύριοι Ρόλοι:
Sophie Thatcher … Sadie Harper
Chris Messina … Δρ Will Harper
Vivien Lyra Blair … Sawyer Harper
David Dastmalchian … Lester Billings
Marin Ireland … Rita Billings
Madison Hu … Bethany
Maddie Nichols … Natalie
LisaGay Hamilton … Δρ Weller
Mabel Tyler … Abby
Han Soto … Joe
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Scott Beck, Bryan Woods, Mark Heyman
Στόρι: Scott Beck, Bryan Woods
Παραγωγή: Dan Cohen, Dan Levine, Shawn Levy
Μουσική: Patrick Jonsson
Φωτογραφία: Eli Born
Μοντάζ: Peter Gvozdas
Σκηνικά: Jeremy Woodward
Κοστούμια: Kari Perkins
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Μέτρια.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: The Boogeyman
- Ελληνικός Τίτλος: Ο Μπαμπούλας
Σεναριακή Πηγή
- Διήγημα: The Boogeyman του Stephen King.
Παραλειπόμενα
- Το The Boogeyman είναι από τις πρώιμες δουλειές του Stephen King, έχοντας παρουσιαστεί για πρώτη φορά τον Μάρτιο του 1973 στο περιοδικό Cavalier. Το 1978 ενσωματώθηκε στη συλλογή Night Shift. Αυτή είναι η πρώτη μεγάλου μήκους μεταφορά του στην οθόνη, ενώ έχουν προηγηθεί 7 μικρού ή μεσαίου μήκους διασκευές (η πρώτη ήταν το 1982).
- Η ταινία είχε ανακοινωθεί το 2018 από την 20th Century Fox. Μεσολάβησε όμως η αγορά του στούντιο από την Disney τον επόμενο χρόνο, και η ταινία αυτή ήταν από εκείνες που είχαν αναβληθεί. Το 2021 όμως ανακοινώθηκε το όνομα του σκηνοθέτη και ότι ο Mark Heyman θα εργάζονταν πάνω σε ό,τι είχαν ήδη έτοιμο οι Scott Beck και Bryan Woods. Ήταν παρόλα αυτά ένα σχέδιο για το συνδρομητικό κανάλι Hulu. Η δοκιμαστική προβολή του Δεκέμβρη του 2022 άλλαξε και πάλι τον σχεδιασμό, με την ταινία να αναπρογραμματίζεται για τις αίθουσες.
Κριτικός: Ορέστης Μαλτέζος
Έκδοση Κειμένου: 30/5/2023
Ας μην παριστάνουμε ότι οι διασκευές των διηγημάτων του Stephen King έχουν δώσει τα επιθυμητά αποτελέσματα στη μεγάλη οθόνη. Χωρίς τη λογοτεχνική γραφή του King που μεταδίδει άψογα το συναίσθημα του τρόμου στον αναγνώστη, η πλοκή από μόνη της ελάχιστα περιθώρια για ανάπτυξη δίνει ώστε να παραχθεί ένα σενάριο μεγάλου μήκους.
Ακόμα και στην περίπτωση που ο σκηνοθέτης κατορθώσει να κατανοήσει το υποβόσκον νόημα που κρύβει το εκάστοτε διήγημα, όπως στο “Τηλέφωνο του Κύριου Χάριγκαν”, ο ρυθμός που πηγαίνει χέρι-χέρι με την ατμόσφαιρα σπάνια μπορεί να επιτευχθεί λόγω έλλειψης επαρκούς υλικού. Αυτό τον σκόπελο κατορθώνει να αποφύγει ο Rob Savage με τον “Μπαμπούλα”, χτίζοντας μια δυνατή ιστορία οικογενειακού πένθους, όπου ο αιφνίδιος θάνατος της μητέρας αφήνει τα υπόλοιπα μέλη να διαχειριστούν τη θλίψη και να ανακαλύψουν τον νέο τους ρόλο στο σπίτι και την κοινωνία.
Παρότι τα παραπάνω προϊδεάζουν για μια πιστότητα στο ύφος της γραφής του King, οι τεχνικές προσέγγισης του Savage δεν θα μπορούσαν να βρίσκονται πιο μακριά από αυτήν. Από τις εισαγωγικές σκηνές της ταινίας όπου είναι ακατανόητο τι ιστορία ή ποιους χαρακτήρες θα ακολουθήσεις, μέχρι τα υπερβολικά καθοδηγούμενα στοιχεία που προχωρούν την πλοκή, οι ήρωες κινούνται σαν μεθοδευμένα πιόνια από τη φανερή πρόθεση ενός δημιουργού να στήσει ένα παράλογο ταμπλό όπου η αξεπέραστη δυσπιστία για όσα παρουσιάζονται καταπίνει κάθε δυνατότητα ομαλούς παρακολούθησης.
Η εμμονή στα jump-scares επιδεινώνεται από την ενοχλητική ηχητική μπάντα που λειτουργεί ανεξάρτητα από τα τεκταινόμενα επί της οθόνης για να παράξει τρόμο, προκαλώντας μια διαφορετική αίσθηση πραγματικότητας από αυτή των χαρακτήρων, όπου ηχηρές ενδείξεις τρομακτικής υπερφυσικής παρουσίας συχνά είναι ανύπαρκτες σε διηγητικό επίπεδο. Στα ελάχιστα υπέρ βρίσκεται η Sophie Thatcher στον ρόλο της έφηβης κόρης (παρότι ο Chris Messina και η μικρή Vivien Lyra Blair δεν υστερούν σε ερμηνείες), που κουβαλά περίφημα πάνω της το μεγαλύτερο συναισθηματικό κομμάτι της ταινίας.
Βαθμολογία:
Αυτό θέλω να το δω.