Ο πιλότος Τσέσλι «Σάλι» Σάλενμπεργκ απογειώνει την πτήση 1549 που πιλοτάρει από το αεροδρόμιο ΛαΓκάρντια της Νέας Υόρκης, κι όλα βαίνουν κανονικά, όταν ένα σμήνος καναδικών χηνών χτυπάει ταυτόχρονα και τις δύο μηχανές του σκάφους. Γρήγορα, ο Σάλι συνειδητοποιεί ότι δεν υπάρχει χρόνος να επιστρέψει στο ΛαΓκάρντια, ή να προσγειωθεί σε κάποιο άλλο αεροδρόμιο, παίρνοντας τη μεγάλη απόφαση να ρίξει το αεροπλάνο στα νερά του ποταμού Χάντσον.
Σκηνοθεσία:
Clint Eastwood
Κύριοι Ρόλοι:
Tom Hanks … Chesley ‘Sully’ Sullenberger
Aaron Eckhart … Jeff Skiles
Laura Linney … Lorrie Sullenberger
Anna Gunn … Δρ Elizabeth Davis
Autumn Reeser … Tess Sosa
Ann Cusack … Donna Dent
Holt McCallany … Mike Cleary
Mike O’Malley … Charles Porter
Jamey Sheridan … Ben Edwards
Molly Hagan … Doreen Welsh
Chris Bauer … Larry Rooney
Jerry Ferrara … Michael Delaney
Valerie Mahaffey … Diane Higgins
Sam Huntington … Jeff Kolodjay
Michael Rapaport … Pete
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Todd Komarnicki
Παραγωγή: Clint Eastwood, Frank Marshall, Tim Moore, Allyn Stewart
Μουσική: Christian Jacob, Tierney Sutton Band
Φωτογραφία: Tom Stern
Μοντάζ: Blu Murray
Σκηνικά: James J. Murakami
Κοστούμια: Deborah Hopper
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Sully
- Ελληνικός Τίτλος: Sully
Σεναριακή Πηγή
- Αυτοβιογραφία: Highest Duty των Chesley Sullenberger, Jeffrey Zaslow.
Κύριες Διακρίσεις
- Υποψήφιο για Όσκαρ ηχητικών εφέ.
Παραλειπόμενα
- Το φιλμ αναπαριστά αληθινά γεγονότα που συνέβησαν τον Ιανουάριο του 2009. Το υλικό προέρχεται από την αυτοβιογραφία του Chesley ‘Sully’ Sullenberger, με τίτλο Highest Duty.
- Γυρίστηκε σχεδόν εξολοκλήρου με κάμερες Arri Alexa IMAX. Η αρχική πρόθεση ήταν να βγει μόνο σε κάδρο IMAX 1.90:1. Στις κανονικές αίθουσες βγήκε μεν σε 2.39:1, αλλά ήταν κομμένο (pan & scan).
- Οι περισσότερες μεγάλες αεροπορικές εταιρίες αποφάσισαν να μην προβάλλεται η ταινία κατά τη διάρκεια της πτήσης των αεροσκαφών τους. Μεταξύ αυτών και η American Airlines με την British Airways. Αντίθετα, η Virgin ήταν στις εξαιρέσεις.
- Η ταινία είχε πολύ καλή πορεία στα ταμεία. Μάζεψε 240,8 εκατομμύρια δολάρια, κι ενώ κόστισε 60.
Κριτικός: Πάρις Μνηματίδης
Έκδοση Κειμένου: 4/9/2016
Η ταινία αποτυπώνει τόσο τα γεγονότα της 15ης Ιανουαρίου του 2009, όπου η πτήση 1549 της US Airways αναγκάστηκε να προσυδατωθεί στον ποταμό Χάντσον στη Νέα Υόρκη με πρωτοβουλία του κυβερνήτη της, Chesley Sullenberger (χαϊδευτικά «Sully», όπως είναι και ο τίτλος της ταινίας), λόγω αχρήστευσης των κινητήρων του αεροπλάνου, όσο και την έρευνα που ακολούθησε για τον εντοπισμό των αιτιών του ατυχήματος από το National Transportation Safety Board των ΗΠΑ.
Το νέο πόνημα του Clint Eastwood εγκαταλείπει την αμφισημία του προπέρσινου Ελεύθερου Σκοπευτή (που από κάποιους πέρασε απαρατήρητη) για να αποτίνει έναν καθαρόαιμο φόρο τιμής στην αληθινή προσωπικότητα της οποίας την ιστορία αφηγείται, αλλά και στην έννοια της πολυτιμότητας του ανθρώπινου παράγοντα που σε κρίσιμες καταστάσεις μπορεί να κάνει την υπέρβαση και υπό αντίξοες συνθήκες να πραγματοποιήσει το «θαύμα» σώζοντας ζωές. Το έργο επισημαίνει δε εύστοχα πως ειδικά στη μετά 11ης Σεπτεμβρίου τραυματισμένη αμερικανική (ίσως και δυτική γενικότερα) ψυχοσύνθεση, αποκτά ένα ειδικό βάρος αυτή η έννοια. Τα λίγα αλλά ξεκάθαρα στον σκοπό τους πλάνα αντίδρασης των Νεοϋορκέζων στις δουλειές τους που αντικρίζουν με τρόμο ένα ακόμη αεροπλάνο να παίρνει κατεύθυνση πρόσκρουσης σε κτήρια της πόλης οκτώ χρόνια μετά, αγγίζουν με οξυδέρκεια αυτή την πλευρά. Υπάρχουν κάποια ψήγματα εσωτερικών αμφιβολιών και φοβιών (μετα-τραυματικό στρες ίσως;) του κινηματογραφικού Sullenberger με σκηνές οραμάτων και ονείρων όπου βλέπει το αεροπλάνο του οποίου ήταν κυβερνήτης να συντρίβεται ή δημοσιογράφους στην τηλεόραση να τον κατηγορούν ως απατεώνα, αλλά η ταινία δυστυχώς προσεγγίζει επιδερμικά αυτή την πλευρά. Το τελικό αποτέλεσμα μπορεί και να ήταν περισσότερο ουσιαστικό, αν το σενάριο του Todd Komarnicki επέμενε περισσότερο να εξερευνήσει τη συγκεκριμένη διάσταση.
Η δομή της ταινίας είναι ιδιόμορφη, ξεκινώντας από τα γεγονότα που συνέβησαν μετά το ατύχημα και ύστερα παρουσιάζοντας αποσπασματικά σε φλας-μπακ τα δρώμενα της 15ης Ιανουαρίου 2009, πότε από την οπτική γωνία του πληρώματος του σκάφους, πότε από αυτή των ελεγκτών εναέριας κυκλοφορίας και πότε από αυτή των σωστικών συνεργείων της Νέας Υόρκης που έδρασαν με εκπληκτικό συγχρονισμό κι ετοιμότητα συμβάλλοντας εξίσου με τον ίδιο τον «Sully» στην επιτυχή έκβαση μιας ιστορίας που θα μπορούσε να είχε εξελιχθεί σε τραγωδία. Από την άλλη, περίεργη είναι η ύπαρξη δύο φλας-μπακ στον σκελετό της ταινίας (αφορούν το πώς απέκτησε τις βάσεις για τη μεγάλη εμπειρία του στις πτήσεις ο Sullenberger) που φαντάζουν ελαφρώς ως σκέψη της τελευταίας στιγμής προκειμένου να προσφέρουν κάτι σαν μια ματιά στην προσωπικότητα πίσω από τον ήρωα, με ανεπαρκή αποτελέσματα ωστόσο.
Στο περσινό, πραγματικά εξαιρετικό Η Γέφυρα των Κατασκόπων του επίσης βετεράνου της σκηνοθεσίας Steven Spielberg, όπου ο Hanks υποδυόταν έναν ανάλογο πραγματικό ήρωα, η αγωνία για την έκβαση της κατάστασης, παρότι γνωστή όντας ιστορικά καταγεγραμμένη, όπως και η εσωτερική αμφιβολία του πρωταγωνιστικού χαρακτήρα αποτυπώνονταν πιο πλούσια κι ολοκληρωμένα. Η αλήθεια είναι πάντως πως η σκηνή του δυστυχήματος είναι γυρισμένη με ένταση και αγωνία, μεταφέροντας συναισθήματα άγχους κι αβεβαιότητας, όπως κι ένα έντονα κλειστοφοβικό κλίμα μέχρι οι επιβάτες τουλάχιστον να καταφέρουν να απεγκλωβιστούν από το βυθισμένο αεροπλάνο.
Η ίδια η ερμηνεία του άλλοτε πληθωρικού Tom Hanks είναι αυτό που θα αποκαλούσαμε «underplayed» προκειμένου να τονίσει την ταπεινοφροσύνη και την ακεραιότητα του αληθινού της ήρωα που έρχεται σε αντίθεση με την αλαζονεία και την εμμονικότητα της επιτροπής που διερευνά τις συνθήκες του δυστυχήματος κι επιθυμεί να φορτώσει στον Sully το βάρος μιας κατά την ίδια λανθασμένης απόφασης προσυδάτωσης, επιμένοντας πως το αεροπλάνο θα μπορούσε να προσγειωθεί σε έναν εκ των κοντινών αεροδιαδρόμων με απώτερο σκοπό να μην υπάρξει «χασούρα» για την εταιρεία με την τελική καταστροφή του αεροσκάφους.
Εντέλει, η ταινία, παρότι άρτια κι ενδιαφέρουσα και με πλεόνασμα θετικών μηνυμάτων περί αποτελεσματικής συλλογικής δράσης για το κοινό καλό και θάρρους, δίνει ταυτόχρονα την αίσθηση μιας χαμένης ευκαιρίας για μια σπουδή μεγαλύτερου βάθους επάνω στον αντίκτυπο που μπορεί να έχει στην ψυχοσύνθεση ενός ανθρώπου η ανάληψη της ευθύνης μιας ηρωικής πράξης.
Βαθμολογία: