Ο Βαλ αποφυλακίζεται μετά από 28 χρόνια, γιατί αρνήθηκε να αποκαλύψει τους συνεργούς του στην αστυνομία. Εκεί τον περιμένει ο κολλητός του, ο Ντοκ, και σύντομα οι δυο τους συναντιούνται με τον τρίτο της παρέας, τον Χιρς. Το δέσιμο των τριών φίλων είναι πολύ δυνατό, και παρά την ηλικία τους, η ικανότητά τους να προκαλούν το χάος παραμένει το ίδιο ζωντανή όπως παλιά. Οι σφαίρες πάνε κι έρχονται, καθώς προσπαθούν να θυμηθούν τους καλούς παλιούς καιρούς και να ανακτήσουν τον χρόνο που έχασαν μακριά από το έγκλημα, τα ναρκωτικά και το σεξ.

Σκηνοθεσία:

Fisher Stevens

Κύριοι Ρόλοι:

Al Pacino … Valentine ‘Val’

Christopher Walken … Doc

Alan Arkin … Richard Hirsch

Julianna Margulies … Nina Hirsch

Mark Margolis … Claphands

Katheryn Winnick … Oxana

Lucy Punch … Wendy

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Noah Haidle

Παραγωγή: Sidney Kimmel, Gary Lucchesi, Tom Rosenberg, Jim Tauber

Μουσική: Lyle Workman

Φωτογραφία: Michael Grady

Μοντάζ: Mark Livolsi

Σκηνικά: Maher Ahmad

Κοστούμια: Lindsay McKay

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Μέτρια.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: Stand Up Guys
  • Ελληνικός Τίτλος: Νομοταγείς Τύποι

Κύριες Διακρίσεις

  • Υποψήφιο για Χρυσή Σφαίρα τραγουδιού (Not Running Anymore).

Παραλειπόμενα

  • Όλη η ταινία γυρίστηκε υπαίθρια, εκτός από όσα αφορούν το διαμέρισμα του Ντοκ. Τα γυρίσματα αυτά έγιναν όλα στο Λος Άντζελες, αλλά σύμφωνα με τον σκηνοθέτη αφορούν μια μυθοπλαστική πόλη.
  • Η ταινία κόστισε 15 εκατομμύρια δολάρια, αλλά μπόρεσε να εισπράξει μόλις 5,1.

Μουσικά Παραλειπόμενα

  • Ο Jon Bon Jovi έγραψε κι ερμήνευσε για την ταινία το Not Running Anymore. Το βίντεο-κλιπ του κομματιού σκηνοθετήθηκε από τον Fisher Stevens.

Κριτικός: Χάρης Καλογερόπουλος

Έκδοση Κειμένου: 18/5/2013

Ο Βαλ (Αλ Πατσίνο) αποφυλακίζεται ύστερα από 28 χρόνια και πάει στον παλιό κολλητό του συμμορίτη Ντοκ (Κρίστοφερ Γουόκεν) να περάσουν τις πρώτες μέρες μέχρι να δουν τι γίνεται παρακάτω, ενώ σε κάποια φάση βρίσκουν και τον τρίτο της παρέας Χιρτς (Άλαν Άρκιν) που τον κλέβουν από το νοσοκομείο-καπί. Το θέμα είναι ότι ο παλιός αρχιγκάνγκστερ Κλάπχεντς (Μαρκ Μαργκόλις) είχε χάσει τον γιο του στην επιχείρηση που έβαλε τον Βαλ φυλακή, τον θεωρεί υπεύθυνο (αν και ήταν ατύχημα) και απαιτεί από τον Ντοκ να τον καθαρίσει μέχρι την επομένη το πρωί.

Είναι η περίπτωση που μας δείχνει ότι ένα έργο μπορεί να πετύχει από μια καλή συγκυρία. Ούτε ο σκηνοθέτης Φίσερ Στίβενς έχει ιδιαίτερο βιογραφικό, ούτε ο φρέσκος σεναριογράφος Νόα Χέιντλ. Απλά ήταν το κατάλληλο σενάριο με τους κατάλληλους ερμηνευτές στους κατάλληλους ρόλους και με το αρμόζον ύφος. Τρεις βετεράνοι ηθοποιοί στη δύση τους υποδύονται τρεις γέρους κλέφτες της παλιάς εποχής, ρομαντικούς, δηλαδή τρεις κλέφτες με κώδικα. Κλέβεις τράπεζες αλλά είσαι μάγκας, ιπποτικός με τις γυναίκες, σύντροφος με τους αδυνάτους κ.λπ. Η ζωή που φεύγει και το στρίμωγμα που υφίστανται από τον γκάνγκστερ έχουν ισόβαρο αντιστάθμισμα με το πνεύμα της ομορφιάς και της ελευθερίας που εμφέρουν. Ο τρόπος με τον οποίο ο Βαλ πείθει την κοπέλα στο μπαρ να χορέψουν ένα αγκαλιαστό σλόου της εποχής του (θυμηθήκαμε το Άρωμα Γυναίκας), η καλοσυνάτη μεταχείριση των γηραιών πελατών από την νεαρή τσατσά που παρέλαβε τον «οίκο» από την παλιά φίλη τους και μητέρα της (αίσθημα θαλπωρής και κοινωνικού ιστού του περιθωρίου που σήμερα δεν υπάρχει), η πέρα από ηθικισμούς συνεννόηση που έχουν με τη νοσοκόμα-κόρη του Χιρτς (Τζουλιάνα Μαργκούλις) και η πέρα από πολιτικές ορθότητες ταφή του ενός (σαν να συμβαίνει στον γαλλικό νότο), η γλυκύτητα της σχέσης με τη σερβιτόρα-εγγονή στο εστιατόριο, η διάσωση μιας κοπέλας από κυνική συμμορία του σήμερα… όλα αυτά δημιουργούν ένα διακριτικό ελεγειακό κλίμα για μια εποχή που σβήνει, αλλά με μια ποίηση που σε αγγίζει. Από την άλλη, σε κόντρα τέμπο, οι στιγμές που οι παλιοί μάγκες δρουν με «επαγγελματική» ψυχραιμία κι αποτελεσματικότητα αποτρέπει τις μελό παρεκτροπές και στεριώνει το απαραίτητο μυθολογικό υπόβαθρο του νουάρ.

Ό,τι εντυπωσιακό διαθέτουν και οι τρεις είναι φυλαγμένο μέσα τους και οι ψυχικές τους διαδρομές όπως και τα ηθικά τους διλήμματα, είναι κάτι που αφουγκράζεσαι, που περνάει από κάτω, πίσω από τις ατάκες του σεναρίου. Η εξωστρέφεια του Πατσίνο, ούτως ή άλλως μετριασμένη από την ηλικία, ισοφαρίζεται από την ελλειπτική ερμηνεία του Γουόκεν (το δυνατό χαρτί) και σε δεύτερο τόνο του Άρκιν.

Υπάρχουν ιδέες από το Αποστολή στην Μπριζ, υπάρχει η γραφή «στο περιθώριο της σελίδας» και μιας «θεατρικής ερημιάς» του Τζάρμους, μια δόση από την ανεκδοτολογία του Ταραντίνο και την ελλειπτικότητα του Κιτάνο (Πυροτεχνήματα), αλλά η σύνθεση είναι αυθεντική, όχι ανακάτεμα δανείων.

Αν δεν καταλάβεις το γνήσιο συναίσθημα, την κατάθεση ψυχής, σου διαφεύγει η γεύση αυτής της δραμεντί. Σίγουρα δεν είναι μια μεγάλη ταινία, αλλά κατά τη γνώμη μου είναι αξιοσημείωτη. Εμένα, πάντως, μου άγγιξε κάποιες χορδές.

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

11 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *