Η Ορτάνς, οφθαλμίατρος στο επάγγελμα και αφρικανικής καταγωγής, έχει μόλις κηδέψει τη θετή της μητέρα. Λαμβάνει την απόφαση με τη βοήθεια κοινωνικών υπηρεσιών του κράτους να μάθει τις απαραίτητες πληροφορίες που θα την οδηγήσουν στο να ανακαλύψει την ταυτότητα της βιολογικής της μητέρας, που την έδωσε για υιοθεσία. Αυτό που δεν γνωρίζει είναι ότι πρόκειται για μια λευκή γυναίκα της εργατικής τάξης ονόματι Σίνθια, της οποίας η καθημερινότητα έχει μεγάλες δυσκολίες. Η σχέση της με την κόρη της, Ροξάν, είναι τεταμένη, ενώ πολλές φορές η ίδια βασίζεται σε χρήματα που της δίνει ο αδερφός της, Μορίς, που εργάζεται ως φωτογράφος για να τα βγάλει πέρα. Τι θα συμβεί άραγε μόλις αυτοί οι δυο διαφορετικοί κόσμοι της Ορτάνς και της Σίνθια διασταυρωθούν;

Σκηνοθεσία:

Mike Leigh

Κύριοι Ρόλοι:

Brenda Blethyn … Cynthia Rose Purley

Marianne Jean-Baptiste … Hortense Cumberbatch

Timothy Spall … Maurice Purley

Phyllis Logan … Monica Purley

Claire Rushbrook … Roxanne Purley

Elizabeth Berrington … Jane

Michele Austin … Dionne

Lee Ross … Paul

Lesley Manville … Jenny Ford

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Mike Leigh

Παραγωγή: Simon Channing Williams

Μουσική: Andrew Dickson

Φωτογραφία: Dick Pope

Μοντάζ: Jon Gregory

Σκηνικά: Alison Chitty

Κοστούμια: Maria Price

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Πολύ θετική.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: Secrets & Lies
  • Ελληνικός Τίτλος: Μυστικά και Ψέματα
  • Εναλλακτικός Ελλ. Τίτλος: Μυστικά & Ψέματα [VHS]

Κύριες Διακρίσεις

  • Υποψήφιο για Όσκαρ καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας, πρώτου γυναικείου ρόλου (Brenda Blethyn), δεύτερου γυναικείου ρόλου (Marianne Jean-Baptiste) και αυθεντικού σεναρίου.
  • Χρυσή Σφαίρα πρώτου γυναικείου ρόλου (Brenda Blethyn) σε δράμα. Υποψήφιο για καλύτερη ταινία (δράμα) και δεύτερο γυναικείο ρόλο (Marianne Jean-Baptiste).
  • Βραβείο Bafta καλύτερης βρετανικής ταινίας, πρώτου γυναικείου ρόλου (Brenda Blethyn) και σεναρίου. Υποψήφιο για καλύτερη ταινία, σκηνοθεσία, πρώτο αντρικό ρόλο (Timothy Spall) και δεύτερο γυναικείο ρόλο (Marianne Jean-Baptiste).
  • Χρυσός Φοίνικας στο φεστιβάλ Κανών. Επίσης, βραβείο γυναικείας ερμηνείας (Brenda Blethyn) και οικουμενικής επιτροπής.
  • Υποψήφιο για καλύτερη ταινία στα Ευρωπαϊκά Βραβεία.

Παραλειπόμενα

  • Παρότι το σενάριο αναγράφεται ότι ανήκει μονάχα στον Mike Leigh, το μεγαλύτερο μέρος του ήταν αποτέλεσμα αυτοσχεδιασμού. Ο σκηνοθέτης έδινε στους ηθοποιούς το περίγραμμα των ρόλων τους, και τους άφηνε να δημιουργούν τους δικούς τους διαλόγους. Αυτό βέβαια ισχύει για το σύνολο της δουλειάς του βρετανού δημιουργού.
  • Πολλοί από τους ηθοποιούς που χρησιμοποιούσε ο Mike Leigh στις ταινίες του κάνουν εδώ ένα μικρό πέρασμα. Ανάμεσα σε αυτούς: Peter Wight, Gary McDonald, Alison Steadman, Liz Smith, Sheila Kelley και Mia Soteriou.
  • Η κλασική σκηνή στην καφετέρια είναι γυρισμένη σε μονόπλανο που διαρκεί περίπου 8 λεπτά. Στην Brenda Blethyn δεν είχαν πει ποτέ ότι η ηθοποιός απέναντι της θα είναι μαύρη, ώστε να βγει πιο έντονα η έκπληξη της.
  • Η ταινία έκανε τη διαφορά κριτικά, και αποτέλεσε μαζί μια σπουδαία εμπορική επιτυχία για το ανεξάρτητο βρετανικό σινεμά. Με κόστος 4,5 εκατομμύρια δολάρια, μέτρησε εισπράξεις των 50.

Κριτικός: Πάρις Μνηματίδης

Έκδοση Κειμένου: 20/3/2017

Ο Χρυσός Φοίνικας του 1996 (σε ένα διαγωνιστικό που τότε περιλάμβανε μεταξύ άλλων τεράστιες ταινίες όπως το «Fargo» και το «Δαμάζοντας τα Κύματα»), με πέντε υποψηφιότητες για Όσκαρ και η ταινία που για μεγάλη μερίδα κριτικών και κοινού αποτιμάται ως η κορυφαία στιγμή στη σκηνοθετική καριέρα του Mike Leigh, είναι ένα συναρπαστικό κι εξαιρετικά ευαίσθητο κοινωνικό μελόδραμα που μιλάει με τον πιο άμεσο τρόπο για τη ζωτική ανάγκη επικοινωνίας και κατανόησης μεταξύ των ανθρώπων, πόσω μάλλον μεταξύ των ατόμων που απαρτίζουν έναν οικογενειακό ιστό.

Ο τίτλος αναφέρεται σε όλα αυτά που αποκρύπτουν ή παραμορφώνουν οι ήρωες στη μεταξύ τους επικοινωνία και αφορούν τα πιο επίπονα σημεία του προσωπικού τους βίου, ή ακόμη και την πραγματική τους ταυτότητα όσον αφορά την Hortense. Είναι ένα φιλμ που παρόλο που έχει ένα προφανές κέντρο βάρους που βρίσκεται στην ιστορία των δύο γυναικών, μητέρας και κόρης, που οι δρόμοι τους χώρισαν στο ξεκίνημα της ζωής της δεύτερης, κατορθώνει περίτεχνα να μοιράσει δίκαια τον χρόνο της και στους χαρακτήρες που περιβάλλουν το δίπολο αυτό, συνθέτοντας έτσι ένα εξαιρετικά ανάγλυφο και ρεαλιστικό πορτραίτο της σύγχρονης τότε βρετανικής κοινωνικής πραγματικότητας (με νωπά τα τραύματα των οικονομικών ανισοτήτων της εποχής Thatcher ακόμη κι επί προεδρίας Major εκείνη την περίοδο που αποτυπώνονται κι εδώ).

Εξέχουσα περίπτωση στο ψηφιδωτό αυτό των καθημερινών ηρώων ο Maurice, που υποδύεται με εξαιρετική λεπτότητα κι ερμηνευτική οξυδέρκεια ο Timothy Spall, και που από ένα κρίσιμο χρονικό σημείο κι έπειτα στο φιλμ καθιερώνεται ως μια φωνή συναισθηματικής λογικής που καθοδηγεί τους υπόλοιπους στη λύτρωση μέσω της εξομολόγησης των προσωπικών τους δαιμόνων. Ένα μεγάλο ποσοστό της καλλιτεχνικής επιτυχίας του τελικού αποτελέσματος οφείλεται στην ελευθερία που άφησε στους ηθοποιούς ο Leigh να αυτοσχεδιάσουν, κάτι που προξενεί μεγάλη εντύπωση σαν γεγονός, καθώς δύσκολα μπορεί κανείς να φανταστεί σκηνές ιδιαίτερα φορτισμένες συναισθηματικά και περίπλοκες στην εκτέλεσή τους όπως την πρώτη συνάντηση μεταξύ Hortense και Cynthia να μην ήταν προϊόν αυστηρών σεναριακών οδηγιών. Αυτό είναι που τους προσδίδει μια εξαιρετική αίσθηση αυθεντικότητας, που συνοψίζεται εξαίσια στην ολότελα γνήσια στα χρώματά της πρωταγωνιστική ερμηνεία της Brenda Blethyn. Όσο και αν υπάρχουν κι άλλοι ηθοποιοί που αποδίδουν χωρίς αμφιβολία σχεδόν το μέγιστο των δυνατοτήτων τους στο πόνημα του Leigh, το φιλμ δεν θα ήταν το ίδιο δίχως την απαράμιλλη δύναμη και σπαρακτική αμεσότητα της πρωταγωνίστριάς του, που καταλήγει να αποτελεί την καθοδηγητική δύναμη ολόκληρης της ταινίας και να επισκιάζει με το ερμηνευτικό της εκτόπισμα, χωρίς όμως να «κουκουλώνει» τους συμπρωταγωνιστές της (από τις μεγάλες αδικίες στην ιστορία της ακαδημίας η μη βράβευσή της με Όσκαρ Α’ γυναικείου ρόλου για το οποίο ήταν υποψήφια για να χάσει τελικά από τη Frances McDormand).

Κατορθώνοντας επιδέξια να φτάσει στο τέρμα της διαδρομής με ένα μήνυμα συμφιλίωσης και συμβίωσης που δεν μπορεί να ανταγωνιστεί η μέση «αντιρατσιστική» χολιγουντιανή ταινία, κι έχοντας χωρέσει έναν μοναδικό πλούτο συναισθημάτων μέσα σε μια διάρκεια λίγο πάνω από τις δύο ώρες, το «Μυστικά και Ψέματα» είναι υποδειγματικό μέχρι και σήμερα, συγκινητικό δίχως να δίνει ούτε στιγμή την εντύπωση πως εκβιάζει το δάκρυ, και περνάει ένα σημαντικό μήνυμα χωρίς να πέφτει στην παγίδα του ηθικοπλαστικού.

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

14 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *