Το παράτολμο εφηβικό όνειρο του βρετανού Γιαν Μαρντενμπόρο μέλει να γίνει πραγματικότητα. Οι δεξιότητες του του εξασφάλισαν τη νίκη σε μια σειρά από διαγωνισμούς βίντεο-γκέιμ με διοργανωτή τη Nissan, και κατάφεραν να τον κάνουν έναν πραγματικό επαγγελματία οδηγό αγώνων ταχύτητας.
Σκηνοθεσία:
Neill Blomkamp
Κύριοι Ρόλοι:
Archie Madekwe … Jann Mardenborough
David Harbour … Jack Salter
Orlando Bloom … Danny Moore
Darren Barnet … Matty Davis
Takehiro Hira … Kazunori Yamauchi
Djimon Hounsou … Steve Mardenborough
Geri Horner … Lesley Mardenborough
Daniel Puig … Coby Mardenborough
Josha Stradowski … Nicholas Capa
Emelia Hartford … Leah Vega
Thomas Kretschmann … Patrice Capa
Richard Cambridge … Felix
Akie Kotabe … Akira Akiba
Jamie Kenna … Jack Man Jones
Lindsay Pattison … Chloe McCormick
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Jason Hall, Zach Baylin
Στόρι: Jason Hall, Alex Tse
Παραγωγή: Doug Belgrad, Dana Brunetti, Asad Qizilbash, Carter Swan
Μουσική: Lorne Balfe, Andrew Kawczynski
Φωτογραφία: Jacques Jouffret
Μοντάζ: Austyn Daines, Colby Parker Jr.
Σκηνικά: Martin Whist
Κοστούμια: Terry Anderson
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Μέτρια.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Gran Turismo
- Ελληνικός Τίτλος: Gran Turismo
Σεναριακή Πηγή
- Βίντεο-γκέιμ: Gran Turismo του Kazunori Yamauchi.
Παραλειπόμενα
- Βασίζεται στο θρυλικό βίντεο-γκέιμ της Polyphony Digital, που εμφανίστηκε το 1997 πετυχαίνοντας έκτοτε πωλήσεις 90 περίπου εκατομμυρίων κομματιών. Ταυτόχρονα το σενάριο ενώνει την αληθινή ιστορία του Jann Mardenborough, που είχε κάνει μια πλέον εντυπωσιακή είσοδο στους αγώνες Super GT το 2011.
- Από το 2013 είχε αναγγείλει η Sony Pictures την ταινία, και το 2015 είχε οριστεί για τη σκηνοθεσία ο Joseph Kosinski. Το 2018 όμως αυτή η εκδοχή βγήκε εκτός προγραμματισμού. Ήταν τον Μάιο του 2022 που αποκαλύφθηκε ότι ήδη γράφονταν νέο σενάριο, με τον Neill Blomkamp να αναλαμβάνει καθήκοντα σχεδόν άμεσα.
- Κινηματογραφική επανεμφάνιση για την Geri Halliwell από το 2009. Το μέλος των Spice Girls χρησιμοποιεί πλέον το επίθετο του συζύγου της, Christian Horner, που τυγχάνει να είναι πρώην οδηγός αγώνων ταχύτητας.
- Σχεδόν όλα τα γυρίσματα έγιναν στη Βουδαπέστη.
Μουσικά Παραλειπόμενα
- Μέχρι και τον Απρίλιο του 2023, ήταν γνωστό πως ο Stephen Barton θα ήταν ο συνθέτης της ταινίας. Αντικαταστάθηκε όμως από τον Lorne Balfe.
Κριτικός: Πάρις Μνηματίδης
Έκδοση Κειμένου: 10/8/2023
Ο τρόπος με τον οποίο προσεγγίζεται το αληθινό success-story που αποτελεί το επίκεντρο του «Gran Turismo», έχει όλη την αφέλεια και τις ευκολίες που θα περίμενε κανείς από ένα κινηματογραφικό προϊόν μεγάλου προϋπολογισμού που προορίζεται κυρίως για ένα εφηβικό κοινό, ακόμη περισσότερο δε αυτό που αφιερώνει μεγάλο μέρος του χρόνου του στο gaming.
Όλες οι συγκρούσεις είναι «στρογγυλεμένες» στο έπακρο, άρα και ακίνδυνες, το πολιτικοινωνικό background είναι σαν να μην υπάρχει και οι άνθρωποι των μεγάλων εταιρειών πάντα έχουν τις καλύτερες των προθέσεων. Ενδεικτικό χαρακτηριστικό αυτής της νοοτροπίας το πώς αντιμετωπίζεται ένα ιδιαίτερα τραγικό γεγονός στη σταδιοδρομία του Jann Mardenborough, με τη λύπη να επικρατεί για πέντε με δέκα λεπτά και ύστερα να έρχεται μια γρήγορη επαναφορά στο κλίμα της ταχύτητας και του ενθουσιασμού που γέμιζε την οθόνη κατά τη διάρκεια των προηγούμενων λεπτών. Όλα αυτά ίσως και να «χωνεύονταν» πιο εύκολα αν το φιλμ λειτουργούσε καλά στο επίπεδο που μετράει σε τέτοιες περιπτώσεις, αυτό του μπλοκμπάστερ, αλλά κι εκεί υπάρχουν δυστυχώς προβλήματα.
Οι σκηνές των αγώνων στην πλειοψηφία τους έχουν την απαιτούμενη ένταση κι εκείνο το κοφτό μοντάζ που χρειάζεται για να κρατήσει την προσοχή του θεατή, αλλά κάποιες εμβόλιμες σκηνοθετικές εμπνεύσεις (για παράδειγμα τα εφέ που χρησιμοποιούνται όταν ο Jann φαντάζεται τον εαυτό του μπροστά από την κονσόλα κατά τη διάρκεια μιας πραγματικής κούρσας) είναι περιττές και αποπροσανατολιστικές. Θέαμα στις εν λόγω σεκάνς υπάρχει, αλλά τα τελευταία χρόνια ειδικά το άθλημα αυτό έχει γνωρίσει και πιο εντυπωσιακές κινηματογραφικές στιγμές (το «Κόντρα σε Όλα» του James Mangold ίσως είναι το πιο προφανές παράδειγμα). Και δεν αρκούν αυτές από μόνες τους μαζί με κάποια άλλα καλά μεμονωμένα στοιχεία για να διορθώσουν τις δραματουργικές ατέλειες που εντοπίζονται και δεν είναι λίγες. Ίσως να χρειαζόταν και μια πιο σφιχτοδεμένη διάρκεια, ειδικά από τη στιγμή που ο στόχος από την αρχή είναι τα ταμεία.
Ευχάριστη έκπληξη αποτελούν δύο ερμηνείες που βελτιώνουν τη γενική εικόνα. Από τη μία πλευρά ο Archie Madekwe, που είναι αναπάντεχα πειστικός στο να αποδώσει συμπεριφορικά τόσο την ορμή ενός νέου που βλέπει την ευκαιρία μπροστά του και αποφασίζει να τη διεκδικήσει, όσο και την έλλειψη εμπειρίας του όσον αφορά συγκεκριμένες πτυχές της ζωής που αντικατοπτρίζεται σε κάποιες συμπεριφορές του που υποδηλώνουν αθωότητα αλλά και περιέργεια. Από την άλλη ο David Harbour, που παρότι υπηρετεί ένα σενάριο που σκιαγραφεί τον χαρακτήρα του με πολλά από τα γνώριμα κλισέ ενός τυπικού ρόλου μέντορα, δίνει ακριβώς τις πινελιές εκείνες που χρειάζονται για να προσθέσει πολυπλοκότητα σε κάτι που στο χαρτί μοιάζει με στερεότυπο.
Το τελικό αποτέλεσμα είναι αναλώσιμο. Το όλο στήσιμο εκπέμπει πολύ έντονα μια αίσθηση τεχνητού για να εμπνεύσει εντός των πλαισίων του «βασισμένο σε αληθινή ιστορία», και ο κάποτε πολλά υποσχόμενος Neil Blomkamp στο σκηνοθετικό τιμόνι απλά τσεκάρει «κουτάκια» που πρέπει να συμπεριλάβει για να είναι ικανοποιημένο το στούντιο και κοιτάζει να διεκπεραιώσει με σωστό τρόπο το κομμάτι της δράσης. Ίσως αν εστιάσει κανείς σχεδόν αποκλειστικά στον τομέα της αδρεναλίνης των αγώνων να μείνει ικανοποιημένος από το όλο πακέτο, αυτό όμως προϋποθέτει να αγνοηθούν εσκεμμένα κάποιες αδυναμίες που «βγάζουν μάτι».
Βαθμολογία: