Λονδίνο, 1962. Δύο νεαρές κοπέλες, η Τζίντζερ και η Ρόζα, είναι αχώριστες φίλες. Κάνουν μαζί κοπάνες, μιλούν για τη θρησκεία, την πολιτική, τα μαλλιά τους, και ονειρεύονται ζωές καλύτερες από αυτές των οικογενειών τους. Όμως και καθώς ο Ψυχρός Πόλεμος και ο φόβος για την ατομική βόμβα συναντούν τη σεξουαλική επανάσταση, η φιλία των δύο κοριτσιών αποκτά τα πρώτα της σύννεφα.

Σκηνοθεσία:

Sally Potter

Κύριοι Ρόλοι:

Elle Fanning … Ginger

Alice Englert … Rosa

Alessandro Nivola … Roland

Christina Hendricks … Natalie

Jodhi May … Anoushka

Timothy Spall … Mark

Oliver Platt … Mark II

Annette Bening … May Bella

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Sally Potter

Παραγωγή: Andrew Litvin, Christopher Sheppard

Φωτογραφία: Robbie Ryan

Μοντάζ: Anders Refn

Σκηνικά: Carlos Conti

Κοστούμια: Holly Waddington

 

  • Κυριότερη Προβολή στην Ελλάδα: Τηλεόραση.
  • Παγκόσμια Κριτική Αποδοχή (Μ.Ο.): Θετική.

Τίτλοι

Αυθεντικός Τίτλος: Ginger & Rosa

Ελληνικός Τίτλος: Τζίντζερ και Ρόζα

Εναλλακτικός Τίτλος: Ginger and Rosa

Παραλειπόμενα

  • Η ταινία αφιερώθηκε στη μνήμη της Caroline Potter, μητέρας της δημιουργού.
  • Το πρώτο φιλί της Elle Fanning επί της οθόνης.
  • Πρώτη “ζωντανή” κινηματογραφική ταινία για την Alice Englert, μετά που δάνεισε τη φωνή της στο φιλμ 8.

Εξωτερικοί Σύνδεσμοι

Κριτικός: Δημήτρης Κωνσταντίνου-Hautecoeur

Έκδοση Κειμένου: 6/9/2017

Περίοδος του Ψυχρού Πολέμου και το κλίμα φόβου για πυρηνική καταστροφή, η αίσθηση ότι ανά πάσα στιγμή ο κόσμος μπορεί να τελειώσει κυριαρχούν. Πάνω σε αυτό το υπόβαθρο, η Sally Potter βρίσκει την ευκαιρία να αφηγηθεί μια από αυτές τις παραβολές επώδυνης ενηλικίωσης, στις οποίες τόσο αρέσκεται το σινεμά να επιστρέφει επανεφευρίσκοντάς τις με νέες ιδέες και διαφορετικές σημειολογίες. Το «Ginger & Rosa» μπορεί να μη διαθέτει κάτι το πρόδηλα μεταφορικό, αντιθέτως να αποτελεί ένα ως επί το πλείστον πεζό δράμα εποχής,  μια straightforward μελέτη χαρακτήρα πάνω στην εφηβική αντιδραστικότητα στο κατώφλι της ενήλικης ζωής. Παρόλα αυτά, η ελλειπτική, κατακερματισμένη αφήγηση που προσπερνάει σημαντικά κομμάτια της ζωής της πρωταγωνίστριας Τζίντζερ, προσφέροντάς μας μια αποστασιοποιημένη και ταυτόχρονα μη αντικειμενική οπτική, η (συνεπώς) απροσδιόριστη ροή του χρόνου και η πανταχού παρούσα, αν όχι σχεδόν μεταφυσική απειλή της βόμβας και του τέλους του κόσμου δίνουν στην πεζή ιστορία της Potter μια υπερβατικότητα, ένα διακριτικό λυρισμό που την αναγάγει καθαρά σε ταινία δημιουργού.

Αν και δυσκολευόμαστε να ακολουθήσουμε κάποια αυστηρή αφηγηματική συνοχή από σκηνή σε σκηνή, άρα θεωρητικά και να ταυτιστούμε με την Τζίντζερ, η ταινία ανήκει πράγματι στην υποκειμενική οπτική της ηρωίδας, μια οπτική μπερδεμένη, αποπροσανατολισμένη, μη συνεκτική. Ό,τι δεν την ενδιαφέρει δεν το βλέπουμε καν (το σχολείο), κι ο κινηματογραφικός χρόνος κυλάει ακατανόητα, άρρυθμα, φευγαλέα, όπως τα χρόνια κατά την πικρή διαπίστωση του ότι μεγαλώνουμε. Οι συνεχείς αναφορές στην πυρηνική απειλή ηχούν πάντα ειρωνικές, σαν ένας ψυχολογικός αντιπερισπασμός απέναντι σε κάποιον άλλον, ενδότερο κι ανομολόγητο φόβο -ίσως για το τέλος ενός άλλου κόσμου, εκείνου της αθωότητας και της ανήλικης ξεγνοιασιάς, εντός του οποίου μάς συστήνονται οι δύο ηρωίδες στην αρχή του φιλμ. Σιγά σιγά, η ανεξαρτησία, από επαναστατική εφηβική επιδίωξη αρχίζει να μετατρέπεται σε αβάσταχτο εξαναγκασμό της ζωής, καθώς οι έννοιες της οικογένειας και της φιλίας αποδομούνται και η μέχρι πρότινος σιγουριά -η εφηβική αυτονομία υπήρχε εκ του ασφαλούς- αρχίζει να ξεθωριάζει.

Όλα αυτά μέσα από τα απογοητευμένα μάτια μιας προδομένης γενιάς, που βλέπει τα λάθη της προηγούμενης να γίνονται ολοένα κι εμφανέστερα και τις πάλαι ποτέ ακέραιες ηθικές της αρχές να απομυθοποιούνται. Ίσως γι’ αυτό και πολλές ερμηνείες (εμπειρότατων ηθοποιών) φλερτάρουν συχνά με μια διακριτικά καρικατουρίστικη υπερβολή, αντανακλώντας το χάσμα επικοινωνίας της Τζίντζερ με τον κοινωνικό της περίγυρο. Ακόμα και το μοναδικό σημείο ταύτισης με την εν λόγω γενιά αποδεικνύεται ικανό για τη μεγαλύτερη προδοσία, όπως εκφράζει ο εξαιρετικά καλογραμμένος, πολυδιάστατος χαρακτήρας του πατέρα. Όσο για τη συγκλονιστικά ταλαντούχα 13χρονη (σε ρόλο 17χρονης!) Elle Fanning, κρατάει στους ώμους της την ταινία και το ψυχολογικό αδιέξοδο ενός χαρακτήρα που φοβάται να μεγαλώσει, ερμηνεύοντας με πικρή αθωότητα. Το υπέροχο τελικό πλάνο, πιο κινηματογραφικό απ’ όσο φαίνεται με την πρώτη ματιά, κλείνει το φιλμ γλυκόπικρα και -μάλλον- αισιόδοξα, με μια Τζίντζερ λιγάκι πιο έτοιμη να αφήσει πίσω της τον ανήλικο εαυτό της, όπως τις ομοιοκαταληξίες στα ποιήματά της.

Η Sally Potter παρουσιάζει μια ισχυρής σκηνοθετικής άποψης ματιά πάνω στο πέρασμα του χρόνου και τον υπαρξιακό μπαμπούλα της ενηλικίωσης, εκφράζοντας -με το σιγοντάρισμα εξαιρετικών ερμηνειών, ενός μελαγχολικού σάουντρακ και της φαινομενικά ακατέργαστης, μα στην πραγματικότητα εκπληκτικά προσεγμένης φωτογραφίας του Robbie Ryan (συνεργάτη της Andrea Arnold)- βαθιά ευαισθησία εκεί που ένα αμύητο ευρύ κοινό πιθανά θα διέκρινε ψυχρότητα. Πάντως, είτε το αγαπήσεις είτε όχι, αξίζει δίχως καμία αμφιβολία την προσοχή σου.

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

18 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *