Ο Λόκχαρτ, ένας φιλόδοξος χρηματιστής της Wall Street, στέλνεται από την εταιρία του σε ένα απομονωμένο θεραπευτικό σπα στις Άλπεις. Ο Λόκχαρτ έχει μία αποστολή: πρέπει να πείσει τον διευθύνοντα σύμβουλο της εταιρίας, τον Πέμπροκ, που βρίσκεται ως ασθενής στο σπα κι έχει δηλώσει στο προσωπικό της εταιρίας του ότι δεν έχει καμία πρόθεση να γυρίσει στη Νέα Υόρκη, να επιστρέψει στα καθήκοντά του. Ο Λόκχαρτ φτάνει στο ήσυχο σανατόριο, όπου οι ασθενείς υποτίθεται ότι λαμβάνουν μία θαυματουργή θεραπεία. Στην πραγματικότητα, όμως, αυτοί φαίνεται ότι αρρωσταίνουν ακόμη περισσότερο…

Σκηνοθεσία:

Gore Verbinski

Κύριοι Ρόλοι:

Dane DeHaan … Lockhart

Jason Isaacs … Δρ Heinreich Volmer/βαρόνος von Reichmerl

Mia Goth … Hannah von Reichmerl

Harry Groener … Roland Pembroke

Celia Imrie … Victoria Watkins

Adrian Schiller … ο υποδιευθυντής

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Justin Haythe

Στόρι: Justin Haythe, Gore Verbinski

Παραγωγή: David Crockett, Arnon Milchan, Gore Verbinski

Μουσική: Benjamin Wallfisch

Φωτογραφία: Bojan Bazelli

Μοντάζ: Pete Beaudreau, Lance Pereira

Σκηνικά: Eve Stewart

Κοστούμια: Jenny Beavan

 

  • Κυριότερη Προβολή στην Ελλάδα: Διανομή στις αίθουσες.
  • Παγκόσμια Κριτική Αποδοχή (Μ.Ο.): Μέτρια.

Τίτλοι

Αυθεντικός Τίτλος: A Cure for Wellness

Ελληνικός Τίτλος: Αντίδοτο στην Ευεξία

Παραλειπόμενα

  • Το στόρι δανείστηκε έμπνευση από του Thomas Mann το μυθιστόρημα The Magic Mountain (1924).
  • Εμπορικά, η ταινία μπήκε μέσα. Έβγαλε 26,6 εκατομμύρια δολάρια, αλλά είχε κόστος 40.

Μουσικά Παραλειπόμενα

  • Το I Wanna be Sedated των Ramones διασκευάζεται για την ταινία από τη Mirel Wagner.

Εξωτερικοί Σύνδεσμοι

Κριτικός: Πάρις Μνηματίδης

Έκδοση Κειμένου: 15/2/2017

Ο Lockhart, ένας πολύ νεαρός και ιδιαίτερα φιλόδοξος εργαζόμενος σε μια εταιρεία που βρίσκεται στα πρόθυρα της συγχώνευσής της με μια άλλη, καλείται από τους προϊσταμένους του να βρει και να επαναφέρει στη Νέα Υόρκη τον διευθύνοντα σύμβουλο ονόματι Pembroke, ο οποίος έχει αποσυρθεί σε ένα απομονωμένο θεραπευτικό κέντρο στις Άλπεις και σύμφωνα με την αλληλογραφία που έχει ανταλλάξει με άλλα σημαίνοντα στελέχη δεν επιδιώκει να επιστρέψει. Ένα αυτοκινητιστικό δυστύχημα θα αναγκάσει τον Lockhart να μείνει σε αυτό το κέντρο παραπάνω από όσο υπολόγιζε. Αναζητώντας τον Pembroke, γνωρίζεται με κάποιους από τους ασθενείς του κέντρου και κυρίως την αινιγματική Hannah, αλλά και τον διευθυντή του ιδρύματος δόκτορα Heinrich Volmer. Όσο περισσότερο καιρό περνάει μέσα στο κέντρο, τόσο πιο πολύ πείθεται πως κάτι δεν πηγαίνει καλά.

Ύστερα από μια ατμοσφαιρική, αλλά σχεδόν απολύτως ασήμαντη για την περαιτέρω εξέλιξη της πλοκής της ταινίας σκηνή, ο Verbinski, τρία χρόνια μετά την κάπως υπερβολικά άσχημη υποδοχή που του επιφυλάχθηκε σε επίπεδο εισπράξεων και καλλιτεχνικής αναγνώρισης με το φιλόδοξο «Ο Μοναχικός Καβαλάρης» (σε σημείο μάλιστα να σαρώσει και στις υποψηφιότητες των Χρυσών Βατόμουρων, χωρίς να το άξιζε τόσο πολύ η δημιουργία του), αυτή τη φορά βαδίζει στα χωράφια του μυστηρίου και του θρίλερ που έχει ξαναεπισκεφθεί με το ριμέικ «The Ring». Οδηγός του ένα ιδιόμορφο σενάριο που ανακατεύει γοτθική αισθητική, αθανασία, αιμομιξία, συνωμοσιολογική ατμόσφαιρα και… δόντια μεταξύ άλλων. Ιδιαίτερα βραδυφλεγής, κάνει αρκετή ώρα μέχρι να χτίσει το σύμπαν της και ειδικά στην αρχή της διαδρομής δεν μπορεί κάποιος να πει ότι αυτός ο κόσμος που οικοδομείται σιγά σιγά από τον Verbinski με εντυπωσιακές, οπτικά στυλιζαρισμένες εικόνες δεν ασκεί μια γοητεία. Ωστόσο, η διάρκεια των δυόμιση ωρών είναι εμφανέστατη και πάρα πολλές σκηνές, όπως αυτή που λαμβάνει χώρα σε ένα μπαρ έξω από το θεραπευτικό κέντρο, φαντάζουν περιττές για την εξέλιξη της ιστορίας. Αν αυτή η μεγάλη διάρκεια κρινόταν ως όντως απαραίτητη αν συμπεριλάμβανε επαρκή ανάπτυξη χαρακτήρων, σταδιακή κλιμάκωση της ιστορίας και ταυτόχρονη διεύρυνση με υποπλοκές που θα καθιστούσαν το τελικό αποτέλεσμα πιο ενδιαφέρον, τότε όντως θα δικαιολογούταν. Ωστόσο, η εντύπωση που δίνεται τελικά είναι η ταινία να πλατειάζει δίχως ουσιαστικό λόγο.

Ο Dane DeHaan, ένας ηθοποιός με ιδιαίτερο παρουσιαστικό που φλερτάρει με το ερμαφρόδιτο (στοιχείο που εκμεταλλευόταν ιδιαίτερα στο «Kill Your Darlings» και στη σειρά «In Treatment»), είναι ομολογουμένως ένας διαφορετικός πρωταγωνιστής από το καθιερωμένο και αυτός είναι ο λόγος που μέχρι ενός σημείου φαντάζει ως μια αποτελεσματική δύναμη καθοδήγησης για το «Αντίδοτο στην Ευεξία», ωσότου γίνει σχετικά σύντομα φανερό πως είναι ανεπαρκής κι ανώριμος ακόμη υποκριτικά για να σηκώσει στους ώμους του ένα ολόκληρο φιλμ. Αναπόφευκτα, όσο πιο κοντά φτάνει η υπόθεση στις τελικές απαντήσεις και τη διαλεύκανση του μυστηρίου, τόσο εξανεμίζεται και το ενδιαφέρον, και όταν πλέον γίνεται ξεκάθαρο αυτό που εκτυλίσσεται στο θεραπευτικό κέντρο του Volmer και που αγγίζει πτυχές του μεταφυσικού, η απογοήτευση κυριαρχεί ως συναίσθημα, ιδιαίτερα όταν η κορύφωση έρχεται με τη μορφή μιας τυπικής τελικής αναμέτρησης που προέρχεται από κάθε σχεδόν δευτεροκλασάτο slasher. Αν και υπονοείται σε κάποια σημεία πως η εξέλιξη του σεναρίου πάει να βαδίσει προς ατραπούς τύπου «Το Νησί των Καταραμένων», με μια αναξιόπιστα υποκειμενική οπτική γωνία από τον κεντρικό ήρωα, σύντομα γίνεται σαφές πως η ταινία, δυστυχώς, δεν θα λάβει αυτή την πορεία.

Το τελικό αποτέλεσμα δεν κατορθώνει ούτε τρόμο ή σασπένς να προκαλέσει, ούτε να διεγείρει ιδιαίτερα τη φαντασία και μένει κάποιος με την απορία ποιος ο λόγος ύπαρξης και ποιες οι δημιουργικές προθέσεις του «Αντίδοτου στην Ευεξία». Είναι μήπως άσκηση ύφους για μια διαφορετική ματιά επάνω στο φανταστικό; Απόπειρα δημιουργίας μιας νέας ανθολογίας ταινιών ενδεχομένως, όπως αφήνεται ανοιχτό αυτό το ενδεχόμενο στο φινάλε; Κάτι άλλο που δεν περνάει από το μυαλό; Όπως και να έχει, πρόκειται μάλλον για την πιο αδύναμη προσθήκη στη φιλμογραφία του Verbinski μέχρι σήμερα.

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

15 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *