
Θαύμα
- Wonder
- 2017
- ΗΠΑ
- Αγγλικά
- Δραματική, Οικογενειακή
- 28 Δεκεμβρίου 2017
Ο Όγκιστ Πούλμαν έχει γεννηθεί με προβλήματα στο πρόσωπο, που μέχρι και σήμερα τον έχουν εμποδίσει από τα πάει σε ένα κανονικό σχολείο. Όταν φτάνει στην πέμπτη τάξη του τοπικού του σχολείου, πρώτη του φορά σε κανονικό ίδρυμα, γίνεται ο πλέον διαφορετικός ήρωας. Όπως και η οικογένεια του, έτσι και οι συμμαθητές του και η υπόλοιποι κοινότητα παλεύουν να ανακαλύψουν μέσα τους την αποδοχή και τη συμπόνια, ενώ ο Όγκι ξεκινάει το δικό του απίθανο ταξίδι που θα τους ενώσει όλους και θα αποδείξει ότι δεν μπορείς να είσαι ένα με το σύνολο, όταν γεννιέσαι μοναδικός.
Σκηνοθεσία:
Stephen Chbosky
Κύριοι Ρόλοι:
Jacob Tremblay … August ‘Auggie’ Pullman
Julia Roberts … Isabel Minel-Pullman
Owen Wilson … Nate Pullman
Izabela Vidovic … Olivia ‘Via’ Pullman
Danielle Rose Russell … Miranda Navas
Mandy Patinkin … Κος Tushman
Daveed Diggs … Κος Browne
Noah Jupe … Jack Will
Sonia Braga … Lisa ‘Grans’ Minel
Bryce Gheisar … Julian Albans
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Stephen Chbosky, Steve Conrad, Jack Thorne
Παραγωγή: David Hoberman, Todd Lieberman
Μουσική: Marcelo Zarvos
Φωτογραφία: Don Burgess
Μοντάζ: Mark Livolsi
Σκηνικά: Kalina Ivanov
Κοστούμια: Monique Prudhomme
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Wonder
- Ελληνικός Τίτλος: Θαύμα
Άμεσοι Σύνδεσμοι
- Θαύμα: Λευκό Πουλί (2023)
Σεναριακή Πηγή
- Μυθιστόρημα: Wonder της R.J. Palacio.
Κύριες Διακρίσεις
- Υποψήφιο για Όσκαρ μακιγιάζ/κομμώσεων.
- Υποψήφιο Bafta μακιγιάζ/κομμώσεων.
Παραλειπόμενα
- Βασίζεται στο μπεστ-σέλερ του 2012 με τον ίδιο τίτλο, αλλά δανείζεται στοιχεία και από τις δύο του επεκτάσεις, το Auggie and Me και το 365 Days of Wonder. Είναι γραμμένο από την ισπανίδα Raquel Jaramillo, που υπογράφει με το ψευδώνυμο R.J. Palacio.
- Αρχικός σκηνοθέτης ήταν ο John Krokidas, ενώ έπειτα ο Paul King που όμως προτίμησε να αναλάβει το Πάντινγκτον 2.
- Το μακιγιάζ, μια δημιουργία του Arjen Tuiten, στον Jacob Tremblay χρειάζονταν μία ώρα καθημερινά για να ολοκληρωθεί.
- Ενώ κόστισε 20 εκατομμύρια δολάρια, το φιλμ ευτύχησε να βγάλει από τα ταμεία 306,2.
- Το 2019 ανακοινώθηκε η θεατρική διασκευή του έργου στο Μπρόντγουεϊ.
- Το 2023 ήρθε και η διασκευή του σίκουελ βιβλίου του R.J. Palacio, αυτή τη φορά από τον Marc Forster.
Μουσικά Παραλειπόμενα
- Η Bea Miller έγραψε το τραγούδι Brand New Eyes για την ταινία.
- Η συγγραφέας του βιβλίου συχνά ανέφερε ως έμπνευση της ένα τραγούδι του 1995 της Natalie Merchant, με τίτλο Wonder. Το τραγούδι ακούγεται στους τίτλους τέλους της ταινίας.
Κριτικός: Γιώργος Ξανθάκης
Έκδοση Κειμένου: 7/3/2018
Μερικές φορές ο κριτικός λόγος στέκεται αμήχανα απέναντι σε κάποιες ταινίες στις οποίες η γενναιοδωρία του θέματος και η συγκινησιακή τους φόρτιση κάνουν απαγορευτική τη «με κλινική ψυχρότητα» ανάλυση τους. Τότε νοιώθεις την ανάγκη να εκφράσεις την άποψη σου με ένα επιφώνημα ενθουσιασμού. Παρότι λοιπόν ίσως φαντάζει αδόκιμο και υπερβολικό, εδώ ταιριάζει απόλυτα: το «Θαύμα» είναι απλά ένα υπέροχο φιλμ! Είναι ένα χαρισματικό οικογενειακό δράμα πάνω στη διαφορετικότητα, την προκατάληψη και την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, που θα το απολαύσουν εξίσου παιδιά και ενήλικες. Εκπέμπει ένα διαυγές, εντατικό και ουσιαστικό ουμανιστικό μήνυμα: ότι πρέπει πάντα να επιλέγουμε να συμπεριφερόμαστε με καλοσύνη στους άλλους, με τον τρόπο που θα θέλαμε κι αυτοί να αντιμετωπίζουν εμάς και τα αγαπημένα μας πρόσωπα.
Η ταινία είναι θεμελιωμένη στη θαυμάσια, ειλικρινή ερμηνεία του Jacob Tremblay (εδώ ακόμα καλύτερος από ό,τι ήταν στο «Δωμάτιο» του 2015) που ενσαρκώνει με συγκλονιστικό τρόπο τον δεκάχρονο Auggie Pullman. Ένα παιδί που παλεύει με ακατάβλητο σθένος να αντιμετωπίσει την εκ γενετής δυσμορφία του, ενώ όλοι οι άλλοι γύρω του (οικογένεια, δάσκαλοι, συμμαθητές) προσπαθούν να διαχειριστούν μια πολυσύνθετη κατάσταση και να ανακαλύψουν μέσα τους τη συμπόνια και τη αποδοχή της διαφορετικότητας.
Το ευπώλητο μυθιστόρημα της Ρ.Ι. Palacio, στο οποίο βασίζεται η ταινία, είναι αγαπημένο από τους νέους. Διδάσκεται στα σχολεία ως ένα μάθημα εισαγωγής στην κοινωνική αλληλεπίδραση. Βλέποντας το, τα περιθωριοποιημένα και εκφοβισμένα παιδιά μπορεί να βρουν κάποια παρηγοριά, παρατηρώντας τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει ο Auggie και πώς επιβιώνει μέσα από αυτά. Και οι εκφοβιστές μπορεί να σταματήσουν για μια στιγμή για να επανεξετάσουν τις πράξεις τους.
Μέχρι την πρώτη ημέρα της πέμπτης τάξης, ο Auggie έχει εκπαιδευτεί στο σπίτι. Ο λόγος είναι προφανής από την πρώτη φορά που τον συναντάμε: η εμφάνισή του, αποτέλεσμα των πολλαπλών εγχειρήσεων, είναι μια μάζα ουλών και ιστών. Ο Auggie είναι τόσο συνειδητοποιημένος για την εμφάνισή του, που φοράει πλαστικό διαστημικό κράνος όποτε βγαίνει έξω, για να προστατεύεται από περίεργους και μερικές φορές σκληρούς θεατές. Αλλά τώρα η μαμά του (Julia Roberts) πιστεύει ότι ήρθε η ώρα να αντιμετωπίσει το αναπόφευκτο και να εισέλθει σε ένα τοπικό σχολείο. Ο υπερπροστατευτικός μπαμπάς του (Owen Wilson) δεν είναι τόσο σίγουρος. «Είναι σαν να οδηγείς ένα πρόβατο στη σφαγή», ανησυχεί. Όσο για τον Auggie, μοιάζει απολιθωμένος από τον φόβο και την αγωνία. Ξαφνικά πρέπει να αντιμετωπίσει ένα ολόκληρο σύμπαν από παιδιά που τον κοιτούν επίμονα και αδιάκριτα, ενώ αποφεύγουν να τον κοιτάξουν στα μάτια.
Η γραμμική αφήγηση του φιλμ ακολουθεί χρονολογικά τις εμπειρίες του Auggie στην πέμπτη τάξη. Γνωρίζει τις αντιδράσεις που θα προκαλέσει και είναι έτοιμος για την αποστροφή και την απομόνωση που θα τον συνοδεύει, αλλά παρόλα αυτά καταρρέει. Τα πράγματα βελτιώνονται κάπως όταν κάνει τον πρώτο του φίλο: τον Jack Will (Noah Jupe), ένα αρκετά γενναιόδωρο αγόρι που όμως δέχεται αφόρητες πιέσεις από τον επικεφαλής της ομάδας των εκφοβιστών Julian (Bryce Gheisar) να μη στηρίζει τον Auggie. Σε μια έξοχη σκηνή, ο μεταμφιεσμένος και περιχαρής Auggie καταφθάνει στο πάρτι του σχολείου, αλλά γίνεται άθελα του αυτήκοος μάρτυρας της «προδοσίας» από τον φίλο του. Η διάψευση είναι οδυνηρή, αποδρά από το πάρτι και μας συγκλονίζει λέγοντας: «πάντα κάποιος θα πει κάτι για μένα». Σε μια άλλη στιγμή απογοήτευσης, ρωτά τη μητέρα του «Πάντα θα πειράζει η εμφάνιση μου;», και η Julia Roberts με άφατη θλίψη απαντά «Δεν ξέρω…»
Στην πορεία της σχολικής χρονιάς ο Auggie σταδιακά μαθαίνει να αποδέχεται τον εαυτό του, να σφυρηλατεί νέες ισχυρές φιλίες, να ξεχωρίζει για την έφεση του στις φυσικές επιστήμες και τελικά να αποδεικνύει ότι δεν μπορείς να είσαι σαν τους άλλους όταν έχεις γεννηθεί για να ξεχωρίζεις.
Ο Στίβεν Τσμπόσκι (που μας εντυπωσίασε με το ευαίσθητο φιλμ ενηλικίωσης «Τα Πλεονεκτήματα τού να Είσαι στο Περιθώριο» του 2012) έχει την έμπνευση να υιοθετήσει μια πρισματική άποψη και να μην επικεντρωθεί μόνο στην οπτική του Auggie, αλλά και στην οπτική όσων τον περιστοιχίζουν. Η ταινία ξεδιπλώνεται μετατοπίζοντας συνεχώς το κέντρο βάρους με φυγόκεντρες παράπλευρες ιστορίες διερευνώντας κι άλλους χαρακτήρες. Ίσως ο πιο ενδιαφέρον είναι η Via (Izabela Vidovic), η μεγαλύτερη αδελφή του Auggie. Η εμπειρία της Via είναι αυτή της «φυσιολογικής» αδελφής που έρχεται σε δεύτερη μοίρα σε μια οικογένεια όπου η προσοχή των γονέων επικεντρώνεται στο παιδί με ειδικές ανάγκες. Η Via δεν διαμαρτύρεται ανοιχτά που ο Auggie παίρνει το μερίδιο της προσοχής που έχουν στη διάθεσή τους οι γονείς της, αλλά είναι φανερό ότι διεκδικεί περισσότερη αγάπη και φροντίδα. Η ζωή της παίρνει άσχημη τροπή όταν η καλύτερη φίλη της, η Μιράντα (Danielle Rose Russell), ξαφνικά και αναίτια διακόπτει την επαφή μαζί της. Ευτυχώς, όταν μια πόρτα κλείνει άλλη ανοίγει, και η Via βρίσκει παρηγοριά στο σχολικό θέατρο και σε έναν νέο φίλο, τον ευαίσθητο Justin (Nadji Jeter). Οι εκπαιδευτικοί του σχολείου , ειδικά ο δάσκαλος των αγγλικών κ. Browne (Daveed Diggs), επιδεικνύουν υποδειγματική παιδαγωγική συμπεριφορά, όπως και ο διευθυντής Tushman (Mandy Patinkin). Ακόμη όμως και στον εκφοβιστή Julian, ο γενναιόδωρος Τσμπόσκι δίνει την ευκαιρία της εξιλέωσης σε μια αξιοθαύμαστη σκηνή διαμάχης μεταξύ των προκλητικών γονέων του και του διευθυντή του σχολείου.
Η ταινία είναι συγκινητική αλλά προσπαθεί να αποφύγει τον φθηνό μελοδραματισμό. Σε κάποιες στιγμές σφίγγει σκληρά τις καρδιές των θεατών, αλλά τα συναισθήματα που προκαλεί απαλύνονται από το εκλεπτυσμένο χιούμορ της και την αισιόδοξη οπτική της. Τα παιδιά δεν μπορούν να αποφασίσουν πόσο όμορφα θα είναι όταν γεννιούνται, αλλά ο τρόπος που κοινωνικοποιούνται μεγαλώνοντας καθορίζει, σε μεγάλο βαθμό, πόσο όμορφα γίνονται. Ο γλυκύτατος και χαρισματικός «μικρός ήρωας» με το θλιμμένο βλέμμα και την ασίγαστη εσωτερική δύναμη, καταφέρνει να ανατρέψει τα σε βάρος του δεδομένα και να υποχρεώσει τους πάντες να δουν αυτό που πραγματικά είναι: ένα ανθρώπινο ον, άξιο σεβασμού. Ένα αξιολάτρευτο παιδί που κερδίζει για πάντα μια θέση στην καρδιά μας.
Βαθμολογία:
Κριτικός: Σταύρος Γανωτής
Έκδοση Κειμένου: 19/9/2018
Μια ήρεμη δύναμη! Μια ταινία που χαίρεσαι -να κάτι το διαφορετικό- που δεν στοχεύει στην υψηλή κριτική, αλλά κατευθείαν στην καρδιά του θεατή. Ο Stephen Chbosky παραδίδει ένα φιλμ δίχως να διεκδικεί υψηλές ποιοτικές δάφνες, μα την ίδια ώρα, βάζει ένα λιθαράκι που μπορεί να φανεί αρκετό στο να φέρει στον ίσιο δρόμο ένα παιδί που αμφιβάλει για τα αυτονόητα ή κάποιο άλλο που παλινδρομεί ανάμεσα στην ευγένεια και να γίνει το «κωλόπαιδο» της τάξης…
Το πλέον θαυμαστό στο «Θαύμα» είναι το γεγονός ότι αποφεύγει σαν το διάολο το λιβάνι την επιτήδευση. Προσπαθεί να παρουσιάσει ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα που μπορεί να σημαδέψει για πάντα αρνητικά τη ζωή ενός μικρού παιδιού (άμεσος απόγονος και συμπλήρωμα της «Μάσκας» του Bogdanovich), στο πλέον δύσκολο στάδιο της εισόδου σε σχολικό χώρο, αλλά δίχως να περνάει την πλοκή μέσα από χίλια-μύρια κύματα ώστε να δημιουργήσει «δράση». Κι αυτό αντανακλά την πραγματικότητα. Αντίθετα με ό,τι επιμένουν να δείχνουν οι περισσότερες συναφείς ταινίες, το κοινωνικά τραγικό συνηθίζει να δομείται από απλά συστατικά, απλά γεγονότα που για τον άνθρωπο που είναι στο επίκεντρο αντανακλούν ένα ολόκληρο σύμπαν συναισθημάτων. Ο μικρός Όγκι δεν χρειάζονταν πολλά πέρα από τον -δυστυχώς «καθιερωμένο»- νταή για να ζει μια κόλαση. Και αν εντέλει η ταινία πρόσθετε προβλήματα, θα έχανε την ευκαιρία να μιλήσει για τη δύναμη του να είσαι καλός γονιός, καλός εκπαιδευτικός, καλός φίλος.
Ο Chbosky καθιστά σαφές ότι έχει ερωτευτεί το μπεστ-σέλερ που διασκευάζει, από τον τρόπο που δεν το επηρεάζει στιλιστικά. Επιμένει να κάνει μια ταινία που θα μιλάει απλά, δίχως εκπλήξεις, δίχως βαθυστοχασμούς, αλλά όπως ακριβώς πρέπει για να μπορέσει να γίνει κατανοητός από όλες τις ηλικίες, και κυρίως τις μικρότερες. Όμορφο το τέχνασμα του να χτίσει την αφήγηση μέσω κεφαλαίων ανά χαρακτήρα (όλοι παίζουν έναν σημαντικό ρόλο), αλλά όχι τόσο επίμονα δομημένο ώστε να χρωματίσει αληθινά το φιλμ του μόνο με αυτό. Στην ουσία, απλά καλύπτει ένα μεγάλο κενό ουσιαστικού διδακτισμού που έχουν αφήσει οι σύγχρονες οικογενειακές ταινίες. Γιατί με το μη-ύφος του όχι μονάχα ρισκάρει να χάσει επαφή με βραβεία και κριτικές, αλλά και τα ταμεία, κάτι που δεν θυσιάζουν πλέον εύκολα ούτε στο οικογενειακό σινεμά και δη στην Αμερική.
Πιστέψτε με, αν υπάρχει μία ταινία που πρέπει να δείτε μαζί με το παιδί σας, είναι η συγκεκριμένη. Ένα ελαφρύ, μα πάντα επίκαιρο και ουσιαστικό ψυχογράφημα της παιδικής νοοτροπίας, από το οποίο μπορείτε εσείς να αντλήσετε χρήσιμες συμβουλές, και το παιδί σας την ακόμα χρησιμότερη δύναμη ή νουθεσία.
Βαθμολογία: