Καλοκαίρι 1990, Ανατολική Γερμανία. Η πτώση του τείχους έφερε το τέλος και της Λαοκρατικής Δημοκρατίας της Γερμανίας, καθιστώντας ταυτόχρονα τα χαρτονομίσματα του πρώην πια κράτους εντελώς αχρείαστα. Μέσα στο ευρύτερο χάος που επικρατεί στη χώρα, η Μάρεν, ο Ρόμπερτ και ο Φόλκερ ανακαλύπτουν τυχαία ότι τεράστιοι σωροί χαρτονομισμάτων, εκατομμύρια δηλαδή, έχουν καταχωνιαστεί σε μια παλιά σήραγγα ορυχείου για να σαπίσουν. Οι τρεις τους θα πάρουν την πρωτοβουλία να… απελευθερώσουν μερικά εκατομμύρια από την κρυψώνα τους και θα σκαρφιστούν ένα ιδιοφυές σύστημα μαζί με φίλους και γείτονες για να ξοδέψουν τα χρήματα σε διάφορα αγαθά και να καταφέρουν ένα γερό χτύπημα στον επελαύνοντα δυτικό καπιταλισμό.
Σκηνοθεσία:
Natja Brunckhorst
Κύριοι Ρόλοι:
Sandra Huller … Maren
Max Riemelt … Robert
Ronald Zehrfeld … Volker
Peter Kurth … Markowski
Martin Brambach … Lunkewitz
Ursula Werner … Kate
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Natja Brunckhorst
Παραγωγή: Susanne Mann
Μουσική: Amaury Laurent Bernier, Hannah von Hubbenet
Φωτογραφία: Martin Langer
Μοντάζ: Ramin Sabeti
Σκηνικά: Florian Kaposi, Jenny Roesler
Κοστούμια: Anne-Gret Oehme
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Zwei zu Eins
- Ελληνικός Τίτλος: Δύο Προς Ένα
- Διεθνής Τίτλος: Two to One
Παραλειπόμενα
- Το σενάριο βασίστηκε πάνω σε αληθινά γεγονότα.
- Ο τίτλος της ταινίας αναφέρεται στη συναλλαγματική ισοτιμία του Ostmark σε D-Mark την 1η Ιουλίου του 1990.
Κριτικός: Ορέστης Μαλτέζος
Έκδοση Κειμένου: 30/7/2024
“Κωμωδία ίσον τραγωδία συν χρόνος” είχε πει σοφά η θρυλική κωμικός Κάρολ Μπέρνετ και, με την πάροδο 35 ετών από την πτώση του τείχους του Βερολίνου, πολλές ταινίες μάς ταξιδεύουν πίσω σε εκείνη την εποχή με μια διάθεση ενδοσκόπησης γύρω από την κοινωνικοπολιτική πορεία της Γερμανίας.
Στο “Δύο Προς Ένα”, η σκηνοθέτις Natja Brunckhorst εμπνέεται από μια αληθινή ιστορία και στήνει το σενάριό της γύρω από τους κατοίκους ενός οικοδομικού συγκροτήματος, οι οποίοι αποκτούν πρόσβαση σε μια αποθήκη γεμάτη τόνους χαρτονομισμάτων λίγες μέρες προτού αυτά γίνουν πλέον άχρηστα. Αυτό που ξεκινά σαν μια τρελή ιδέα, μετουσιώνεται σε οργανωμένο σύστημα. Αυτοί που για τις κυβερνήσεις αποτελούν τα ‘ανθρωπάκια’ που στις πλάτες τους παίχτηκαν τεράστια παιχνίδια, υπερασπίζονται το καινοτόμο επιχειρηματικό τους μοντέλο σαν μια μοναδική ευκαιρία να μοιραστούν και αυτοί μεταξύ τους την ευτυχία των άλλων.
Το μοτίβο πάνω στο οποίο στηρίζεται η αφήγηση της Brunckhorst ενδεχομένως να φαντάζει ουτοπικό, εντούτοις ελίσσεται όμορφα ανάμεσα στους πολυπληθείς χαρακτήρες και κατορθώνει να δημιουργήσει ένα όμορφο συναίσθημα κοινότητας που καταφέρνει να πείσει με ευχάριστα αβίαστο τρόπο χάρη στον γρήγορο ρυθμό και μια ακαταμάχητη σκηνική παρουσίαση. Η δύναμη της συλλογικότητας δεν είναι μια ιδέα καινούρια, και μπορεί η πίστη σε αυτήν να κλονίζεται καθημερινά στον πραγματικό μας κόσμο, στην ταινία της Brunckhorst όμως αποκτά μια γοητευτική διάσταση χωρίς να φαντάζει ποτέ αφελής, ενώ η καλοκαιρινή ατμόσφαιρα δεν στοχεύει στην ένταση της νοσταλγίας αλλά στην οικειότητά μας με το περιβάλλον των χαρακτήρων, στους οποίους στρέφει την κάμερα και αγκαλιάζει ουκ ολίγες φορές.
Παράλληλα η φράση “δύο προς ένα” αναφέρεται και σε μια ασυνήθιστη ιστορία αγάπης, ένα ερωτικό τρίγωνο μεταξύ μιας γυναίκας και δύο αντρών με περίπλοκο παρελθόν, το οποίο ντύνει περιφερειακά τον κεντρικό άξονα της πλοκής χωρίς να τον λοξοδρομεί άσκοπα. Αντίθετα, προσφέρει τη δυνατότητα να χρωματίσει με διακριτικότητα τους κεντρικούς χαρακτήρες, οι οποίοι έχουν την τύχη να ερμηνεύονται και από υπέροχους ηθοποιούς. Η Sandra Huller με τις υποψηφιότητες της “Ανατομίας Μιας Πτώσης” και της “Ζώνης Ενδιαφέροντος” στο πρόσφατο ενεργητικό της κερδίζει άμα τη εμφανίσει με τον ήσυχο δυναμισμό της ηρωίδας της, ενώ ο Max Riemelt (“Sense8”) είναι ιδανικός εκπρόσωπος του απλού καθημερινού ανθρώπου με αίσθημα συλλογικής ευθύνης.
Με τις σεναριακές ανατροπές να κορυφώνονται όσο η ταινία πλησιάζει στο φινάλε, δημιουργείται μια αίσθηση πως δεν είναι πλέον σαφές τι υποτίθεται πως αγγίζει η ιστορία και κλείνει κάπως γρήγορα με το δραματουργικό πασπάλισμα ενός από μηχανής θεού, αλλά τέτοιες αδυναμίες στο περιεχόμενο απορροφώνται οργανικά από το σύνολο. Και αυτό που μένει τελικά είναι μια αισιόδοξη διάθεση πως μπορεί να μην είμαστε σε θέση να επεξεργαστούμε πλήρως το παρελθόν, το μέλλον να φαντάζει αβέβαιο, αλλά κάπως όλα θα πάνε καλά.
Βαθμολογία: