
Τ’ Απομεινάρια μιας Μέρας
- The Remains of the Day
- 1993
- Μ. Βρετανία
- Αγγλικά, Γερμανικά, Γαλλικά
- Αισθηματική, Δραματική, Εποχής
- 25 Φεβρουαρίου 1994
Αγγλία, δεκαετία του 1950. Ο μπάτλερ του Ντάρλινγκτον Χολ, ο Κος Στίβενς, λαμβάνει γράμμα για εργασία από τη Δις Κέντον, με την οποία εργάζονταν μαζί πριν τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Στην έπαυλη που έχει περάσει στα χέρια ενός συνταξιοδοτούμενου γερουσιαστή, αναπτύσσεται η σχέση ανάμεσα στο ζευγάρι κι εξελίσσεται από σχέση εμπιστοσύνης σε αγάπης.
Σκηνοθεσία:
James Ivory
Κύριοι Ρόλοι:
Anthony Hopkins … James Stevens
Emma Thompson … Δις Sarah ‘Sally’ Kenton
James Fox … λόρδος Darlington
Christopher Reeve … Jack Lewis
Peter Vaughan … William Stevens
Hugh Grant … Reginald Cardinal
Michael Lonsdale … Dupont D’Ivry
Ben Chaplin … Charlie
Patrick Godfrey … Spencer
Peter Cellier … Σερ Leonard Bax
Peter Eyre … λόρδος Halifax
Pip Torrens … Δρ Richard Carlisle
Lena Headey … Lizzie
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Ruth Prawer Jhabvala
Παραγωγή: John Calley, Ismail Merchant, Mike Nichols
Μουσική: Richard Robbins
Φωτογραφία: Tony Pierce-Roberts
Μοντάζ: Andrew Marcus
Σκηνικά: Luciana Arrighi
Κοστούμια: Jenny Beavan, John Bright
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Πολύ θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: The Remains of the Day
- Ελληνικός Τίτλος: Τ’ Απομεινάρια μιας Μέρας
- Εναλλακτικός Ελλ. Τίτλος: Τα Απομεινάρια μιας Μέρας
Σεναριακή Πηγή
- Μυθιστόρημα: The Remains of the Day του Kazuo Ishiguro.
Κύριες Διακρίσεις
- Υποψήφιο για Όσκαρ καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας, πρώτου αντρικού ρόλου (Anthony Hopkins), πρώτου γυναικείου ρόλου (Emma Thompson), διασκευασμένου σεναρίου, μουσικής, σκηνικών και κοστουμιών.
- Υποψήφιο για Χρυσή Σφαίρα καλύτερης ταινίας (δράμα), σκηνοθεσίας, πρώτου αντρικού ρόλου (Anthony Hopkins) σε δράμα, πρώτου γυναικείου ρόλου (Emma Thompson) σε δράμα, και σεναρίου.
- Βραβείο Bafta πρώτου αντρικού ρόλου (Anthony Hopkins). Υποψήφιο για καλύτερη ταινία, σκηνοθεσία, πρώτο γυναικείο ρόλο (Emma Thompson), σενάριο και φωτογραφία.
Παραλειπόμενα
- Ο πρώτος που έβαλε σε πρόγραμμα να διασκευάσει το έργο του νοβελίστα Kazuo Ishiguro από το 1988 ήταν ο Mike Nichols, σε σενάριο του Harold Pinter. Και παρότι μέρος της δουλειάς του Pinter επιβίωσε στην ταινία του Ivory, με τον συγγραφέα να λαμβάνει και μισθό, ο Pinter ζήτησε να μην μπει το όνομα του στους τίτλους. Ο δε Mike Nichols παρέμεινε ως παραγωγός.
- Η ικανότητα στην πειθώ του παραγωγού Ismail Merchant πέτυχε ιστορικές επαύλεις της Βρετανίας να συμπεριληφθούν στα σκηνικά.
- Ο Anthony Hopkins αποκάλυψε ότι έλαβε κρίσιμες συμβουλές για τον ρόλο του από τον Cyril Dickman, επί 50 έτη μπάτλερ στο Μπάκιγχαμ.
- Ο ρόλος της Δις Κέντον είναι ο ένας από τις τρεις μόλις για τον οποίο απορρίφθηκε καθ’ όλη την καριέρα της η Meryl Streep.
- Ο John Cleese αρνήθηκε τον ρόλο του Τζέιμς Στίβενς, κι αυτό επειδή ο Harold Pinter είχε πετάξει έξω από το σενάριο τις χιουμοριστικές νότες του μυθιστορήματος.
- Anjelica Huston και Jeremy Irons ήταν σε κάποιο σημείο υποψήφιοι για το καστ.
- Πρωτόλεια κινηματογραφική εμφάνιση για τον Ben Chaplin.
- Την κριτική επιτυχία συνόδευσε και η εμπορική. Είχε έσοδα 63,9 εκατομμύρια δολάρια, έναντι μπάτζετ των 15.
Κριτικός: Σοφία Γουργουλιάνη
Έκδοση Κειμένου: 15/12/2009
Τα τελευταία χρόνια διάφοροι σκηνοθέτες μάς έχουν κατά καιρούς παρουσιάσει αρκετές ταινίες εποχής. Η αλήθεια είναι πως νιώθω κάπως άβολα και αμήχανα όταν σχεδόν όλες αυτές οι ταινίες μού φαίνονται αργές, ανιαρές και σχεδόν πανομοιότυπες. Βλέποντας όμως τα Απομεινάρια μιας Μέρας κατάφερα να καταλάβω ότι δεν χρειαζόταν να νιώθω καμία αμηχανία γιατί πράγματι αυτές οι ταινίες ήταν αργές, ανιαρές και σχεδόν πανομοιότυπες! Κατάλαβα ακόμα ότι η ταινία εποχής δεν η εύκολη λύση για να πάρει Όσκαρ ο κάθε αδικημένος και «πικραμένος» από την Ακαδημία. Η ταινία εποχής δεν έχει μόνο ένα ιστορικό υπόβαθρο, έναν πλατωνικό κι ανομολόγητο έρωτα και μια συμπαθητική ατμόσφαιρα. Για να δημιουργήσει κανείς μια ταινία δεν αρκεί να βρει δύο διάσημα και όμορφα πρόσωπα, να τα ντύσει και να τα κουρέψει με το «σωστό» τρόπο. Η ταινία εποχής είναι πολλά, πάρα πολλά περισσότερα…
Τίποτα λοιπόν από αυτά τα πολλά δεν λείπει από τη ταινία του James Ivory. Καταφέρνει να δημιουργήσει μια ταινία με μια ατμόσφαιρα κοινότυπη αλλά μοναδική, ένα σενάριο γεμάτο κλισέ αλλά μια ταινία μακριά από αυτά. Αυτό όμως που με κάνει να θέλω να βλέπω και να ξαναβλέπω αυτή την ταινία είναι οι δύο πρωταγωνιστές. Ο Anthony Hopkins και η Emma Thompson δίνουν δύο ερμηνείες απλά μαγευτικές, σε κάνουν να πιστέψεις ότι είναι φτιαγμένοι ο ένας για τον άλλον και στο φινάλε να θέλεις απεγνωσμένα να τους δεις επιτέλους μαζί. Δύο πρωταγωνιστές που δεν μένουν στο ότι απλά βρέθηκε κάποιος να τους ράψει μερικά όμορφα κοστούμια…
Συμπερασματικά τ’ Απομεινάρια μιας Μέρας είναι μία από τις καλύτερες ταινίες εποχής. Μια ταινία που όποιος επιχειρεί να δημιουργήσει ή να παίξει σε ταινία εποχής θα πρέπει να δει και να ξαναδεί. Πιστεύω πως μονάχα με αυτό τον τρόπο θα αποφύγουμε πολλές ακόμα αργές κι ανιαρές ταινίες εποχής τα επόμενα χρόνια…
Βαθμολογία:
Κριτικός: Φίλιππος Χατζίκος
Έκδοση Κειμένου: 22/7/2017
Το 1993, ο Αμερικανός Τζέιμς Άιβορι έγινε για λίγο Βρετανός. Πιο Βρετανός και από τη Βασίλισσα Ελισάβετ, για να είμαστε ακριβείς. Τα Απομεινάρια μιας Μέρας, κινηματογραφική μεταφορά του μυθιστορήματος του Κάζουο Ισιγκούρο, είναι μια από τις πιο pure British ταινίες στην ιστορία του σινεμά, καθώς κυριεύονται από την απαράμιλλη δυσκαμψία που στο μυαλό του υπόλοιπου πλανήτη χαρακτηρίζει τον λαό της πάλαι ποτέ κραταιής αυτοκρατορίας. Η απαγόρευση έκφρασης συναισθημάτων, η θεοποίηση της ευγένειας, ο απόλυτος φορμαλισμός της συμπεριφοράς υπάρχουν σε υψηλές δόσεις στο έργο του Άιβορι και παρουσιάζονται στο θεατή με τρόπο διακριτικό, όπως ακριβώς τους αρμόζει.
Βρισκόμαστε στο 1965. Ο κύριος Στίβενς είναι ο μπάτλερ μιας πολυτελούς έπαυλης στην αγγλική επαρχία. Η ταινία μας τον συστήνει ως μοναδικό στοιχείο που έχει απομείνει από την παλιά αριστοκρατία, που πλέον φαντάζει εκτός πραγματικότητας. Ηθικά ξεπεσμένη και ηττημένη, όπως μαρτυρά και το παρόν τότε ιδιοκτησιακό καθεστώς της έπαυλης. Ο λόρδος και παλαιός κύριος της έπαυλης έχει αντικατασταθεί από έναν Αμερικανό πρώην πολιτικό, που αγόρασε το υλικό κομμάτι της περιουσίας, αποξενώνοντάς το από ο, τι του έδινε ψυχή.
Η αφήγηση γίνεται με φλας-μπακ, όπου ο Άιβορι μας διηγείται μέσα από την οπτική γωνία των εργαζομένων στην έπαυλη της ημέρες της δόξας. Τις ημέρες κατά τις οποίες ελάμβαναν χώρα εντός της σπουδαίας σημασίας συναντήσεις. Συναντήσεις που αφορούσαν έναν παγκόσμιο πόλεμο. Συναντήσεις στις οποίες ο τελειομανής κύριος Στίβενς μετείχε μόνο σαν φυσική παρουσία, σαν μια απογυμνωμένη από οποιοδήποτε συναίσθημα ύπαρξη, γιατί αναγνώριζε πάντα ότι η δουλειά του είναι να μένει αμέτοχος και να φέρνει εις πέρας τα καθήκοντά του.
Με τον ίδιο τρόπο αντιμετωπίζει και τις σχέσεις του με τους ανθρώπους. Πάντα με πλεόνασμα σεβασμού και προστατευμένος από οποιοδήποτε ολίσθημα. Εκεί βρίσκεται και το μεγαλείο της δημιουργίας του Άιβορι ˙ ενώ θα μπορούσε να τον παρουσιάσει σαν μια ευγενική μηχανή, ο Αμερικανός καταδύεται στον ψυχισμό αυτού του θωρακισμένου ανθρώπου, αντιλαμβάνεται ότι δεν αφηγείται μια ιστορία για έναν άψυχο χαρακτήρα και καταφέρνει να τον αναπτύξει σε βάθος. Αντιλαμβάνεται ότι αυτό που προστατεύει ο πρωταγωνιστής του είναι ένα οριστικά χαμένο status quo, όχι ο εαυτός του.
Μια συνθήκη που δεν μπορεί πια να ευδοκιμήσει ποτέ ξανά, γιατί ηττήθηκε από τον κυνισμό, τον ορκισμένο εχθρό της ευγένειας. Ο μόνος τρόπος που γνωρίζει για την υπηρετήσει, είναι η εξαντλητική προσήλωση, σε σημείο εξόντωσης του εσωτερικού του κόσμου για χάρη τους εξωτερικού, του οποίου την αλλαγή θέλει να αποτρέψει. Τον παρουσιάζει στιβαρό προς τα έξω, καταφέρνοντας όμως να τοποθετήσει το θεατή στον πυρήνα της ψυχής του. Πρόκειται για ένα από τα αρτιότερα δείγματα χαρακτηρολογίας που μας χάρισε ποτέ η τέχνη του κινηματογράφου.
Τίποτα από όλα αυτά δε θα ήταν εφικτό αν ο ρόλος δεν είχε ανατεθεί στον Άντονι Χόπκινς, ο οποίος εσωτερικεύει όλα τα στοιχεία του χαρακτήρα του, δίνοντας, κατά την ταπεινή άποψη του γράφοντα, την απολύτως καλύτερη ερμηνεία του. Στη σκηνή που ακολουθεί, ο κ. Στίβενς πλησιάζει όσο ποτέ στην εκδήλωση συναισθήματος. Η κινηματογράφηση της είναι σεμιναριακού επιπέδου. Η κάμερα πλησιάζει αργά τον Χόπκινς τη στιγμή που η μις Κέντον (εξαιρετική και η Έμα Τόμσον) βρίσκεται ένα βήμα από τη θέση που θα της επέτρεπε να καταρρίψει τις άμυνες του κ. Στίβενς. Καταγράφει συνωμοτικά την αμηχανία του και υποδεικνύει στο θεατή όσα αυτός θεωρεί ότι υποκρύπτει. Και τον πλησιάζει όσο χρειάζεται, μέχρι τη στιγμή που είναι απολύτως σαφές ότι δεν είναι ανίκητος. Το αντιλαμβάνεται ο ίδιος, η μις Κέντον και κυρίως ο θεατής, ο οποίος το υποπτευόταν από την αρχή.
Τη στιγμή που θα μπορούσε η ανάκριση να φέρει το εξοντωτικό αποτέλεσμά της, σταματάει. Η κάμερα, μαζί με τη μις Κέντον, αρχίζει να απομακρύνεται. Ο Άιβορι μας δείχνει ότι δεν επιθυμεί να κατατροπώσει τον βασικό του χαρακτήρα, δε μας εισάγει σε κανένα τέτοιο παιχνίδι. Τον σέβεται απερίφραστα. Και η επιλογή του δε γίνεται με γνώμονα την ελεημοσύνη, αλλά γιατί μόνο αυτή θα υπηρετούσε το στόχο του, που δεν είναι άλλος από τη δημιουργία ενός αναλυτικού συναισθηματικού πορτραίτου. Δεν επιθυμεί να πανικοβάλλει τον ήρωα, δε θέλει να τον βγάλει από τον εαυτό του. Δείχνει όμως ότι διαθέτει ανθρώπινη ψυχή, χωρίς καν να χρειαστεί να το ομολογήσει ο ίδιος. Άλλωστε, σε όλη την ταινία, η αλήθεια βρίσκεται στις σιωπές και στα βλέμματα, όχι στα λόγια.
Βαθμολογία: