Ο Τόμας Γουέμπ, ο γιος ενός εκδότη και της καλλιτέχνιδας συζύγου του, έχει μόλις αποφοιτήσει από το κολέγιο και προσπαθεί να βρει μια δική του θέση στον κόσμο. Αφήνοντας την πλούσια συνοικία των γονιών του για μια λαϊκότερη, γίνεται φίλος με τον γείτονα του, W.F., παραπαίων αλκοολικό που διαθέτει τη σοφία του δρόμου πλάι σε σφηνάκια από ουίσκι. Ο κόσμος του Τόμας αρχίζει να αλλάζει πλώρη, όταν ανακαλύπτει ότι ο χρόνια παντρεμένος του πατέρας έχει παράνομο δεσμό με μια νεότερη του γυναίκα. Αποφασισμένος να τους τα χαλάσει, καταλήγει να κοιμάται με την ερωμένη του πατέρα του, αναφλέγοντας μια σειρά γεγονότων που θα αλλάξουν όλα όσα πίστευε ότι γνώριζε για τον εαυτό του και την οικογένεια του.

Σκηνοθεσία:

Marc Webb

Κύριοι Ρόλοι:

Callum Turner … Thomas Webb

Kate Beckinsale … Johanna

Pierce Brosnan … Ethan Webb

Cynthia Nixon … Judith Webb

Jeff Bridges … W.F. Gerald

Kiersey Clemons … Mimi Pastori

Debi Mazar … Anna

Bill Camp … θείος Buster

Tate Donovan … George

Wallace Shawn … David

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Allan Loeb

Παραγωγή: Albert Berger, Ron Yerxa

Μουσική: Rob Simonsen

Φωτογραφία: Stuart Dryburgh

Μοντάζ: Tim Streeto

Σκηνικά: David Gropman

Κοστούμια: Michelle Matland, Ann Roth

 

  • Κυριότερη Προβολή στην Ελλάδα: Διανομή στις αίθουσες.
  • Παγκόσμια Κριτική Αποδοχή (Μ.Ο.): Αρνητική.

Τίτλοι

Αυθεντικός Τίτλος: The Only Living Boy in New York

Ελληνικός Τίτλος: Το Μόνο Αγόρι στη Νέα Υόρκη

Παραλειπόμενα

  • Πριν εμφανιστεί η Kate Beckinsale, τόσο η Olivia Wilde όσο και η Rosamund Pike ήταν οι πλέον υποψήφιες για τον ρόλο. Για αυτόν του Τόμας, ο Logan Lerman και ο Miles Teller ήταν στις πρώτες επιλογές.
  • Ο τίτλος της ταινίας είναι δάνειο από τραγούδι του Paul Simon.

Εξωτερικοί Σύνδεσμοι

Κριτικός: Πάρις Μνηματίδης

Έκδοση Κειμένου: 26/7/2017

Ο Thomas ζει στη Νέα Υόρκη κάτω από τη σκιά του πατέρα του, πλούσιου ιδιοκτήτη ενός εκδοτικού οίκου, προσπαθώντας να προσδιορίσει ταυτόχρονα τη σχεδόν ερωτική σχέση που έχει με τη Mimi. Η μητέρα του έχει βυθιστεί στο πυκνό νέφος των ψυχοφαρμάκων. Μένει στο ίδιο διαμέρισμα με έναν μοναχικό συγγραφέα με αλκοολικές τάσεις που του συμπαραστέκεται σε αυτήν την κρίσιμη καμπή της ζωής του. Ξαφνικά, ο κόσμος του νεαρού θα ανατραπεί παντελώς όταν εντοπίσει τον πατέρα του να κάθεται σε ένα μαγαζί με μια άλλη γυναίκα, ονόματι Johanna. Εξοργισμένος αλλά και με οξυμένη περιέργεια, θα ξεκινήσει να την ακολουθεί και να την παρακολουθεί σε όλη την πόλη.

Η δεύτερη φετινή σκηνοθετική απόπειρα του πάλαι ποτέ πολλά υποσχόμενου Marc Webb, που με το εξαιρετικό «(500) Μέρες με τη Σάμερ» υπέγραψε μια κομεντί ορόσημο της περασμένης δεκαετίας, μετά το τρυφερό αλλά εντός αυστηρών πλαισίων συνταγής του είδους του «χαρισματικού παιδιού» και ολίγον τι εκβιαστικό «Gifted» (κάποιος υποψιασμένος νους θα συνέδεε το γεγονός πως δεν πήρε διανομή στις ελληνικές αίθουσες παρά την προσβάσιμη θεματολογία του και τη θερμή υποδοχή του από το ευρύτερο κοινό με το ότι διατυπώνεται από έναν ήρωα στο φιλμ το ενδεχόμενο η Γερμανία να βγει από το ευρώ ως θετικό), ξεκινάει αν μη τι άλλο με θετικές προοπτικές. Κάτι η όμορφη εισαγωγική αφήγηση του Jeff Bridges με έναν τόνο βιωματικό στην περιγραφή των νεοϋορκέζικων εμπειριών του χαρακτήρα του, κάτι το σενάριο γενικότερα που φαίνεται να ξεφεύγει από τον μέσο όρο σε επίπεδο αναφορών και βάθους αλληλεπιδράσεων μεταξύ των ηρώων. Γρήγορα, όμως, ο Allan Loeb, που ποτέ δεν έχει κάνει μια συγγραφική υπέρβαση στα σενάριά του, είτε υπογράφοντας ένα μάλλον «ασφαλές» σίκουελ για το «Γουόλ Στριτ» του Oliver Stone είτε βάζοντας μπόλικο υλιστικό λούσο σε μια πραγματική ιστορία που μάλλον ένα αντίθετο μήνυμα πρεσβεύει με το «21», παγιδεύεται στην αυταρέσκεια των διαλόγων του που χαρακτηρίζονται από μια υπερβολική μεγαλοαστική καλλιέπεια, η οποία γρήγορα επιφέρει μια αίσθηση αποστασιοποίησης από τα δρώμενα, τα οποία ούτως ή άλλως δεν έχουν μεγάλο ενδιαφέρον από ένα σημείο κι έπειτα. Σε αυτό φταίει κυρίως το ότι το ερμηνευτικό ζεύγος Kate Beckinsale ή αλλιώς Johanna και Callum Turner ή αλλιώς Thomas στο οποίο εστιάζει το σενάριο δεν παρουσιάζει κάποια ιδιαίτερη χημεία ή κάποιο νεύρο που θα εκτίναζε το τελικό αποτέλεσμα σε κάτι ξεχωριστό. Η μεν περιγράφεται επιφανειακά, απλά ως μια θελκτική σειρήνα με ένα ισχνό backstory για πρόσχημα που δεν αρκεί ωστόσο για να αποκαλέσουμε αυτό που βλέπουμε στην οθόνη ως ολοκληρωμένο χαρακτήρα (κι έτσι εγκλωβίζεται κι ερμηνευτικά η ίδια η Beckinsale, όπου ανεξαρτήτως των δυνατοτήτων της, αναπόφευκτα δεν μπορεί να κάνει πολλά με αυτά που της δίνονται), ο δε είναι ένας ακόμη συνηθισμένος, μπερδεμένος κι αναποφάσιστος νεαρός με τυπικά προβλήματα ανώτερων κοινωνικών στρωμάτων με λίγη κλισεδιάρικη εσάνς μη αποδοχής ενός εσωτερικού ταλέντου από τον πατέρα, με τον Turner να μην προσπαθεί ιδιαίτερα ακόμη και στις σκηνές που απαιτούν λίγη παραπάνω ένταση. Ξεπερνώντας και τον παντελώς διακοσμητικό χαρακτήρα της Mimi, τελικά αυτό που μένει είναι δυο πραγματικά καλές παρουσίες, αυτή του Jeff Bridges ως του ιδιότυπου μέντορα του Thomas, αλλά και της έστω και σύντομης της Cynthia Nixon ως μητέρας, κάτι που τελικά δεν αποδεικνύεται τυχαίο όσο ξετυλίγεται η πλοκή και γίνονται αποκαλύψεις που αναβαθμίζουν τη σημασία των δυο αυτών ηρώων.

Αυτή όμως η στροφή στην πλοκή είναι και που κατά έναν βαθμό ακυρώνει τη βαρύτητα των δρώμενων που έχουν εκτυλιχτεί στα προηγούμενα λεπτά ως ένας απλός αντιπερισπασμός από την πραγματική ουσία του έργου, δίνοντας και την εντύπωση δύο ταινιών στη συσκευασία της μίας, με τη δεύτερη να αποδεικνύεται απείρως πιο ενδιαφέρουσα από τη μάλλον αμήχανη πρώτη, αλλά όταν πάει να αναπτυχθεί ήδη βρισκόμαστε κοντά στο τέλος της διαδρομής. Υπάρχει ενδιαφέρον, υπάρχει κάτι που δίνει την ψευδαίσθηση του προσωπικού στο εγχείρημα αυτό, αλλά δυστυχώς δεν είναι αρκετό για να ανεβάσει το τελικό αποτέλεσμα σε μεγάλα ύψη.

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

14 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *