
Ο υπαστυνόμος της κομητείας του Κερν, Τζο «Ντέκε» Ντίκον, στέλνεται στο Λος Άντζελες για κάτι που θα έπρεπε να αποτελεί μια γρήγορη αποστολή συλλογής πειστηρίων. Αντί αυτού, βρίσκεται ανεπίσημα στο επίκεντρο της αναζήτησης ενός ψυχοπαθούς δολοφόνου που τρομοκρατεί την Πόλη των Αγγέλων. Οδηγός αυτού του ανθρωποκυνηγητού είναι ο σερίφης Τζιμ Μπάξτερ, ο οποίος έχει εντυπωσιαστεί από το αστυνομικό ένστικτο του Ντέκε. Καθώς όμως αναζητούν τον δολοφόνο, ο Μπάξτερ δεν γνωρίζει ότι πτυχές της υπόθεσης αντανακλούν στο παρελθόν του Ντέκε, με ενοχλητικά μυστικά να απειλούν περισσότερα κι από την αυτή καθαυτή λύση του μυστηρίου.
Σκηνοθεσία:
John Lee Hancock
Κύριοι Ρόλοι:
Denzel Washington … υπαστυνόμος Joe ‘Deke’ Deacon
Rami Malek … αστυνόμος Jim ‘Jimmy’ Baxter
Jared Leto … Albert Sparma
Chris Bauer … ντετέκτιβ Sal Rizoli
Terry Kinney … αστυνόμος Carl Farris
Natalie Morales … ντετέκτιβ Jamie Estrada
Michael Hyatt … Flo Dunigan
Joris Jarsky … ντετέκτιβ Rogers
Glenn Morshower … αστυνόμος Henry Davis
Isabel Arraiza … Ana Baxter
Sofia Vassilieva … Tina Salvatore
Jason James Richter … ντετέκτιβ Williams
Frederick Koehler … Stan Peters
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: John Lee Hancock
Παραγωγή: John Lee Hancock, Mark Johnson
Μουσική: Thomas Newman
Φωτογραφία: John Schwartzman
Μοντάζ: Robert Frazen
Σκηνικά: Michael Corenblith
Κοστούμια: Daniel Orlandi
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Μέτρια.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: The Little Things
- Ελληνικός Τίτλος: Προσοχή στις Λεπτομέρειες
Κύριες Διακρίσεις
- Υποψήφιο για Χρυσή Σφαίρα δεύτερου αντρικού ρόλου (Jared Leto).
Παραλειπόμενα
- Μια πρώτη εκδοχή του σεναρίου είχε βρεθεί στα χέρια του Steven Spielberg το 1993 ώστε να τη σκηνοθετήσει. Εκείνος όμως την άφησε, μια και τη βρήκε πολύ σκοτεινή. Τα επόμενα χρόνια, τόσο ο Clint Eastwood όσο και ο Danny DeVito ήταν υποψήφιοι να το αναλάβουν, μέχρι που ο Hancock αποφάσισε να το σκηνοθετήσει ο ίδιος.
Κριτικός: Σταύρος Γανωτής
Έκδοση Κειμένου: 6/2/2021
Ο John Lee Hancock αποδεικνύεται για ακόμα μία φορά «τσαπατσούλης» όσον αφορά τη διαχείριση του δικού του υλικού. Έχει γράψει ένα νουαρικό σενάριο που θέλει να σε βάλει στο κόλπο του αναζητώντας μικρά στοιχεία επί όσων βλέπεις, έχει μια τριάδα στο καστ που θα ζήλευαν οι περισσότεροι συνάδελφοι του, και εντέλει δείχνει μόνο να νοιάζεται για το πώς θα «θολώσει» το μάτι του μη παρατηρητικού θεατή.
Ίσως πάλι όμως να μην είμασταν τόσο σκληροί με τη δουλειά του, αν δεν βρισκόμασταν μπροστά στη χειρότερη ερμηνεία της χρονιάς. Σίγουρα την ευθύνη για μια τόσο αρνητική παρουσία την έχει ο δημιουργός, αλλιώς πώς να εξηγηθεί ότι ο Rami Malek παίρνει επάξια Όσκαρ και έπειτα κόβει μια ταινία στα δύο. Δεν είναι τόσο οι εκτός τόπου και χρόνου εκφράσεις του προσώπου του, αλλά κυρίως το ότι πετυχαίνει να μην πείθει ποτέ για καριερίστας ντετέκτιβ, ή καν για ένας ευφυής άνθρωπος. Όλο το χτίσιμο του ρόλου του ανήκει σε μια σφαίρα λογικής που μόνο ο Hancock θα μπορούσε να μας αναλύσει, και μιλώντας για ένα φιλμ τριών στην ουσία χαρακτήρων, καταλαβαίνετε τη συνολική ζημιά.
Τι κι αν ο Denzel Washington είναι από αυτούς που με κλειστά μάτια μπορεί να απογειώσει έναν ρόλο απλού αστυνόμου, ή αν ο Jared Leto προσθέτει ακόμα μια φυσιογνωμία ψυχοπαθή στο σινεμά από αυτές που έχεις να θυμάσαι. Προσωπικά θα σας έλεγα και για τις δύο αυτές περιπτώσεις πως δεν αποτελούν αληθινή είδηση κουλτούρας, αλλά είναι κρίμα να μην έχουμε τουλάχιστον ένα θρίλερ ερμηνειών, όπως και θα ήθελε λογικά ο σκηνοθέτης του να έχουμε συνολικά.
Πέρα από αυτό τον ύφαλο που δεν προσπερνάει ποτέ το φιλμ, δεν μπορεί και να κρύψει ότι πρόκειται για ένα Seven της γενιάς του True Detective. Ειδικά το φινάλε είναι τόσο copy-paste με την ταινία του Fincher, που απορείς για την έλλειψη δημιουργικότητας. Αλλιώς, κατά τα άλλα, σίγουρα έχεις ένα γενικό κλίμα που δεν στηρίζεται προς τιμήν του στη δράση αλλά στην ψυχολογία, και έναν σκοτεινό διάκοσμο που σε τραβάει να τον ακολουθήσεις.
Δεν έχουμε αυτό το θρίλερ που θα σε βάλει σε κόλπο να χαλάσεις φαιά ουσία (τουλάχιστον, άδικος κόπος αν το πράξετε), ούτε δένει η συνταγή με δύο καλές και μία απαράδεκτη ερμηνεία. Είναι από τα φιλμ που φανερώνουν ότι είχε μαγιά για να βγει κάτι αληθινά αξιόλογο, απλά ο Hancock έμεινε στην καλή θέληση να κερδίσει τον θεατή, μην έχοντας εντέλει και πάλι τις δυνατότητες, σκηνοθετικά και σεναριακά, να κερδίσει και τον πιο επικριτικό.
Βαθμολογία: