Σε έναν κόσμο ρημαγμένο από έναν ιό που μετατρέπει τους ανθρώπους σε ζόμπι, η Άλις συνεχίζει το ταξίδι της για την εύρεση επιζώντων. Μια πληροφορία θα την οδηγήσει στο Λος Άντζελες, όπου υποτίθεται πως βρίσκεται ένα λιμάνι σωτηρίας. Η πόλη όμως είναι κατακλυσμένη από ζόμπι και η Άλις πλησιάζει σε μια θανάσιμη παγίδα.

Σκηνοθεσία:

Paul W.S. Anderson

Κύριοι Ρόλοι:

Milla Jovovich … Alice

Ali Larter … Claire Redfield

Wentworth Miller … Chris Redfield

Shawn Roberts … Albert Wesker

Boris Kodjoe … Luther West

Kim Coates … Bennett Sinclair

Sienna Guillory … Jill Valentine

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Paul W.S. Anderson

Παραγωγή: Paul W.S. Anderson, Jeremy Bolt, Don Carmody, Bernd Eichinger, Samuel Hadida, Robert Kulzer

Μουσική: tomandandy

Φωτογραφία: Glen MacPherson

Μοντάζ: Niven Howie

Σκηνικά: Arvinder Grewal

Κοστούμια: Denise Cronenberg, Azalia Snail

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Αρνητική.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: Resident Evil: Afterlife
  • Ελληνικός Τίτλος: Resident Evil: Τρισδιάστατη Απόδραση

Άμεσοι Σύνδεσμοι

Σεναριακή Πηγή

  • Βίντεο-γκέιμ (χαρακτήρες): Resident Evil των Shinji Mikami, Tokuro Fujiwara.

Παραλειπόμενα

  • Ο Paul W.S. Anderson επιστρέφει στο σκηνοθετικό τιμόνι της σειράς μετά την ορίτζιναλ ταινία, και θα την οδηγήσει ως το τέρμα της.
  • Πρώτη ταινία του franchise που βγήκε σε τρισδιάστατο φορμάτ. Είναι και η πρώτη βασισμένη σε βιντεοπαιχνίδι που κυκλοφορεί με τη συγκεκριμένη τεχνολογία. Η έμπνευση αυτή ήρθε στον σκηνοθέτη όταν είδε κάποια πρώτα πλάνα από το Avatar, και λόγω αυτού χρησιμοποίησε κάμερες Sony F35 όπως ο Cameron.
  • Υπάρχουν σημαντικά στοιχεία στην πλοκή από το βίντεο-γκέιμ Resident Evil 5 (2009).
  • Ο Johnny Messner (πέρασε από οντισιόν) και ο Shawn Roberts (θα πάρει διαφορετικό ρόλο) ήταν υποψήφιοι για τον Κρις Ρέντινγκ.
  • Οι συζητήσεις ήθελαν να εμφανίζεται από εδώ ο χαρακτήρας Leon S. Kennedy, με τον Jensen Ackles να είναι ο κύριος υποψήφιος να τον αναλάβει.
  • Πάνω στη φούρια των γυρισμάτων, η Milla Jovovich πυροβόλησε από λάθος μια κάμερα αξίας 100 χιλιάδων δολαρίων.
  • Με 60 εκατομμύρια δολάρια κόστος, το φιλμ συγκέντρωσε εισπράξεις των 300,2.

Κριτικός: Βασίλης Καγιογλίδης

Έκδοση Κειμένου: 11/10/2010

Προσεγγίζει αισθητικά, περισσότερο από τα υπόλοιπα, τη λογική του video game και αξιοποιεί στο έπακρο την 3d τεχνική, μοιάζοντας να φτιάχτηκε πάνω σε αυτή, αποκλειστικά γι`αυτή. Τώρα, νέα πρόσθετα στοιχεία, αν ένα από αυτά θεωρηθεί και η επίσημη μεταγραφή του Wentworth Miller από την τηλεόραση στο σινεμά, δεν έχουν να προσθέσουν κάτι παραπάνω, πέρα από την εννοιολογική ταύτιση και την ακριβέστερη προσέγγιση στα πρόσωπα και την ιστορία του παιχνιδιού. Οι φανς θα απογοητευτούν αν περιμένουν μία πρωτότυπη συνέχεια που εξελίσσει τα γεγονότα, όμως θα καρδιοχτυπήσουν, παρακολουθώντας το φλερτ, όσο διαρκεί, του Paul W.S. Anderson με τα νέα τεχνολογικά μέσα.

Απολαμβάνεται περισσότερο σε τρισδιάστατη μορφή και στο φινάλε αφήνει τη γεύση ενός επιτηδευμένου video clip μεγάλης διάρκειας, το οποίο, αν και ξεχνιέται αμέσως, έχει για προσωρινό εισιτήριο επιβίωσης τη (χαβαλετζίδικη) δηθενιά του gore. Στυλιζαρισμένη απάτη, ακονισμένη στις γωνίες αρπαχτή, ταινία με λεία επιφάνεια που σε τυφλώνει περιστασιακά για να κρύψει τη γύμνια της. Φιλμ το οποίο κάποιοι ανήγαγαν σε συνέχεια της εμπορικής κινηματογραφικής μεταφοράς ενός επίσης εμπορικού παιχνιδιού κονσόλας. Δεν προσφέρει σεναριακά τίποτα περισσότερο στην ήδη γνωστή ιστορία, που χάνει και τα τελευταία ψεγάδια τρόμου και πρωτοτυπίας που διέθετε. Περιλαμβάνει τις γνωστές αιματοβαμμένες μάχες, τα ίδια τέρατα και τις συνηθισμένες μικρές ιστορίες κλισέ ανατροπών. Το κείμενο μίας σελίδας, δίχως αρχή και τέλος, αποτυπώνεται στην οθόνη σαν να αποτελεί το μεσοδιάστημα μίας ιστορίας που θα μας ακολουθεί για μία ζωή. Όλα αυτά, φτιαγμένα με μία rock 3d σκηνοθετική άποψη, υπό τη συνοδεία απόλυτα προσαρμοσμένων ηχοχρωμάτων, σε video game συσκευασία, με εμπορικά δευτεροκλασάτους ερμηνευτές και με καλύτερο promotion το όνομα του ίδιου του παιχνιδιού. Αισθητική πανάκεια στις μέρες μίας μεγάλης κινηματογραφικής ύφεσης; Δεν θα το `λεγα…

Βαθμολογία:


Κριτικός: Σταύρος Γανωτής

Έκδοση Κειμένου: 18/10/2010

Μου θύμισε την περίπτωση του τρίτου Jaws, όπου η ταινία δεν βλέπονταν ακριβώς επειδή είχε γυριστεί για την τεχνολογία του τρισδιάστατου. Έτσι και στην παρούσα περίπτωση, δεν έχουμε κάτι που μοιάζει καν με ταινία, αλλά ένα βίντεο-γκέιμ μεγάλης οθόνης με εφέ που αν δεν τα δείτε σε 3D, θα γελάσετε με την ψυχή σας. Εκτός από τη θυσία στον βωμό του τρισδιάστατου, το έργο πάσχει κι από πλούτο, φαντάζοντας πως έχει γυριστεί σε δύο-τρία σκηνικά, και ό,τι άλλο βλέπουμε είναι προϊόν κομπιούτερ.

Θα μου πείτε, γιατί να είναι αποτυχημένη μια διασκευή από βίντεο-γκέιμ όταν μοιάζει με βίντεο-γκέιμ; Για τον απλό λόγο πως εδώ έχουμε κινηματογράφο και οι όροι επιβάλλεται να καθορίζονται από αυτόν. Κι όμως, ο έμπειρος ήδη Anderson έχει γράψει κάποιες σκηνές που θα μπορούσαν να μας γεμίσουν με την καταιγιστική τους δράση, κάτι που όμως δεν αρκεί καν για τους φανατικούς της σειράς, που κι αυτοί θα απογοητευτούν από τις πολλές αντιγραφές από γνωστότερα έργα. Αν, παρόλα αυτά, επιμένετε να το δείτε, μην διανοηθείτε να το παρακολουθήσετε χωρίς τα γνωστά μαύρα γυαλιά.

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

18 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *