Όσλο, 31 Αυγούστου
- Oslo, 31. August
- Oslo, August 31st
- 2011
- Νορβηγία
- Νορβηγικά, Αγγλικά
- Δραματική, Σινεφίλ
- 01 Μαΐου 2012
Ο 34χρονος Άντερς βγαίνει από το κέντρο αποτοξίνωσης καθαρός, αλλά νιώθει προδομένος και αποστασιοποιημένος από κάθε ανθρώπινη σχέση που είχε στο παρελθόν. Είναι πλέον νηφάλιος, αλλά δεν αντιλαμβάνεται τι πραγματικά έχει να του προσφέρει η καινούρια του ζωή.
Σκηνοθεσία:
Joachim Trier
Κύριοι Ρόλοι:
Anders Danielsen Lie … Anders
Hans Olav Brenner … Thomas
Ingrid Olava … Rebekka
Tone Beate Mostraum … Tove
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Joachim Trier, Eskil Vogt
Παραγωγή: Sigve Endresen, Hans-Jorgen Osnes, Yngve Saether
Μουσική: Torgny Amdam, Ola Flottum
Φωτογραφία: Jakob Ihre
Μοντάζ: Olivier Bugge Coutte
Σκηνικά: Jorgen Stangebye Larsen
Κοστούμια: Ellen Daehli Ystehede
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Πολύ θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Oslo, 31. August
- Ελληνικός Τίτλος: Όσλο, 31 Αυγούστου
- Διεθνής Τίτλος: Oslo, August 31st
Άμεσοι Σύνδεσμοι
- Η Φλόγα που Τρεμοσβήνει (1963)
- Reprise (2006)
- Ο Χειρότερος Άνθρωπος στον Κόσμο (2021)
Σεναριακή Πηγή
- Μυθιστόρημα: Le Feu Follet του Pierre Drieu La Rochelle.
Κύριες Διακρίσεις
- Βραβείο σκηνοθεσίας και μοντάζ στα Amanda, τα εθνικά βραβεία της Νορβηγίας.
- Συμμετοχή στο τμήμα Ένα Κάποιο Βλέμμα του φεστιβάλ Κανών.
- Καλύτερη ταινία στο φεστιβάλ της Στοκχόλμης.
Παραλειπόμενα
- Δεύτερο κεφάλαιο της Τριλογίας του Όσλο.
- Δεύτερη διασκευή του μυθιστορήματος του 1931 από τον Pierre Drieu La Rochelle, μετά το Η Φλόγα που Τρεμοσβήνει του Louis Malle, που είχε βασίσει πάνω στη ζωή του σουρεαλιστή ποιητή Jacques Rigaut (1898-1929).
Κριτικός: Χάρης Καλογερόπουλος
Έκδοση Κειμένου: 28/2/2012
Ο Άντερς, λίγες μέρες πριν πάρει εξιτήριο από το κέντρο αποτοξίνωσης, πάει στην πόλη για να δώσει συνέντευξη για δημοσιογραφική θέση, ενώ επισκέπτεται φίλους και γνωστούς προσπαθώντας να επαναπροσδιορίσει τον εαυτό του μέσα στο περιβάλλον του.
Χρειάστηκε να περάσουν δυο-τρεις ώρες μετά την προβολή για να συνειδητοποιήσω ότι μόλις είχα δει μια από τις πιο ενδιαφέρουσες ταινίες εδώ κι ένα χρόνο. Κι αυτό, επειδή ο σκηνοθέτης Γιόακιμ Τρίερ, στην δεύτερη ταινία του (μετά το σε κλίμα νουβέλ-βαγκ Reprise του 2006), καταφέρνει, μέσα από απλές συζητήσεις και περιπλανήσεις, να πει πολύ σοβαρά και βαθιά πράγματα με απλούς και λιτούς τρόπους, με υπαινικτική λεπτότητα και σχεδόν ντοκιμαντερίστικο ρεαλισμό.
Στην αρχή της ταινίας, πριν ο ήρωας ετοιμαστεί να εκδράμει στην πόλη, δοκιμάζει πρώτα, ανεπιτυχώς βέβαια, να αυτοκτονήσει σε παρακείμενο ποτάμι – ή λίμνη, δεν έχει σημασία. Αυτό σημαίνει ότι η αποτοξίνωση έχει επιτευχτεί μεν, αλλά υποβόσκει κάποιο υπαρξιακό αδιέξοδο. Παρακάτω, παρόλο που ο εκδότης «δαγκώνεται» ακούγοντας ότι έχει να κάνει με ανανήψαντα «εθισμένο», δεν λέει ένα τελικό «όχι», ο Άντερς όμως σηκώνεται και φεύγει αμαχητί. Δεν έχει διάθεση να το παλέψει. Σε ένα καφέ ακούει τις συζητήσεις των γύρω του και ο τρόπος που ο Τρίερ κινηματογραφεί την όλη σκηνή αποπνέει μια αίσθηση ματαιότητας που βιώνει ο ήρωάς του. Κλειδί για την φιλοσοφία του έργου είναι ο διάλογος του με έναν φίλο που συζεί με μια κοπέλα και το παιδί τους – το ζευγάρι, όμορφοι, τακτοποιημένοι, έξυπνοι, ευπροσήγοροι, κ.λπ. Εκείνος, κουβαλώντας μια νοσταλγική διάθεση για τις μέρες που ανέμελα αλήτευαν μαζί, του λέει ότι με τη δικιά του έχουν να κάνουν σεξ άπειρους μήνες και τις ελεύθερες ώρες τους παίζουν Battlefield στο play-station. Οι δυο φίλοι συμφωνούν ότι ευτυχισμένοι μπορούν να είναι μόνο οι βλάκες…
Ο Άντερς θα περιπλανηθεί εκείνη τη μέρα, θα πάει σε πάρτι, θα σκεφτεί την παλιά του αγάπη, θα θελήσει να πει κάτι σε πρώην ανταγωνιστή χωρίς εντέλει να υπάρχει νόημα –και το ξέρει– και θα φροντίσει, καλού κακού, να προμηθευτεί μια «δόση», να’ χει στην τσέπη του… Θέλει να «εννοήσει» τα πράγματα αλλά δεν είναι καθόλου σίγουρος ότι το παιχνίδι της ζωής αξίζει τον κόπο… Άραγε κι αυτός και οι παλιοί φίλοι, γιατί ξεκίνησαν κάποτε την ηρωίνη; Τι έλειπε;
Αν υπάρχουν κάποιες ελάχιστες κοινωνίες που κάπως κατάφεραν μεταπολεμικά να συμβιβάσουν την ελεύθερη οικονομία με το κοινωνικό κράτος, είναι αυτή της Νορβηγίας. Αλλά το μεγάλο κοινωνικό φαντασιακό, το πνευματικό οξυγόνο που έδιναν παλιά οι θρησκείες και μετά οι κοινωνικές επαναστάσεις, λείπει. Λείπει το μεγάλο νόημα, το μεγάλο σωτήριο «ψέμα» εντός του οποίου τα άτομα μπορούν να ζουν. Τουλάχιστον, τα άτομα που συμβαίνει να έχουν υψηλή αντιληπτικότητα σε συνδυασμό με μια μελαγχολική προδιάθεση.
Ο Τρίερ δουλεύει και πάλι με τον ίδιο ηθοποιό, Άντερς Ντάνιελσεν Λάι, εκμαιεύοντας του μια εξαιρετική ερμηνεία. Στο σώμα και στο πρόσωπο, ο θυμός και η απόγνωση εκφράζονται υπόγεια, κάτω από μια αξιοπρέπεια, αυξάνοντας το δραματικό βάρος. Το σενάριο εμφανίζει αυτό που προκύπτει από τον ρεαλισμό ενώ αφήνει τα συμπεράσματα να υπάρχουν στο περιθώριο, αόρατα και ολοφάνερα.
Βαθμολογία: