Για Πάντα Κοντά σου
- Nowhere Special
- 2020
- Ιταλία, Μ. Βρετανία
- Αγγλικά
- Δραματική
- 13 Ιανουαρίου 2022
Όταν ο Τζον, ένας τριανταπεντάχρονος χήρος διαγιγνώσκεται με μονάχα λίγους μήνες ζωής, προσπαθεί να βρει μια καινούργια, τέλεια οικογένεια για τον μόλις τριών χρονών γιο του, αποφασισμένος να τον προστατεύσει από τη φριχτή πραγματικότητα, όταν εκείνος θα έχει πια φύγει. Παρά την αρχική του σιγουριά, ο Τζον σταδιακά αρχίζει να γεμίζει αμφιβολίες σχετικά με το τι ψάχνει σε μια τέλεια οικογένεια. Πώς μπορεί να κρίνει ποια είναι η ιδανική οικογένεια από μια σύντομη συνάντηση; Ξέρει αρκετά καλά το παιδί του, ώστε να κάνει μια τέτοια επιλογή γι’ αυτόν; Καθώς ο Τζον αγωνίζεται να βρει μια σωστή απάντηση, φτάνει στο σημείο να εξετάσει επιλογές που δεν θα σκεφτόταν ποτέ.
Σκηνοθεσία:
Uberto Pasolini
Κύριοι Ρόλοι:
James Norton … John
Daniel Lamont … Michael
Eileen O’Higgins … Shona
Valerie O’Connor … Ella
Valene Kane … Celia
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Uberto Pasolini
Παραγωγή: Chris Martin, Cristian Nicolescu, Uberto Pasolini, Roberto Sessa
Μουσική: Andrew Simon McAllister
Φωτογραφία: Marius Panduru
Μοντάζ: Masahiro Hirakubo, Saska Simpson
Σκηνικά: Patrick Creighton
Κοστούμια: Maggie Donnelly
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Nowhere Special
- Ελληνικός Τίτλος: Για Πάντα Κοντά σου
Κύριες Διακρίσεις
- Βραβείο κοινού στο φεστιβάλ Βαρσοβίας.
- Συμμετοχή στο τμήμα Ημέρες Βενετίας του φεστιβάλ Βενετίας.
Παραλειπόμενα
- Για να συνδεθεί πριν την έναρξη των γυρισμάτων με τον μικρό Daniel Lamont, που δεν είχε πρότερη εμπειρία από κάμερες, ο James Norton τον επισκέπτονταν συχνά στο Μπέλφαστ και έπαιζαν στο δωμάτιο του.
Κριτικός: Πάρις Μνηματίδης
Έκδοση Κειμένου: 9/12/2021
Ο Uberto Pasolini εδώ, με μια σεναριακή αφετηρία που σε χέρια άλλου μπορεί να είχε μια εντελώς μελό μεταχείριση, ουσιαστικά είναι σαν να επαναπροσδιορίζει το πώς να προσεγγίσει ένας σκηνοθέτης τη συγκίνηση σε κινηματογραφικό επίπεδο στο σήμερα. Και το εξίσου σπουδαίο είναι ότι η προσέγγισή του είναι τόσο ταπεινή που φαίνεται σαν να μην τον ένοιαζε καν να γίνει το φιλμ του παράδειγμα προς μίμηση εντός αυτού του πλαισίου!
Η σχέση πατέρα-γιου που αποτυπώνεται στην οθόνη είναι μία από τις πλέον ανεπιτήδευτες και τρυφερές των τελευταίων ετών. Γεμάτη στιγμιότυπα που «ξεχειλίζουν» από αλήθεια, διαθέτει μια αυθεντικότητα που πηγάζει από μια μακρά παράδοση που έχει τις ρίζες της στον «Κλέφτη Ποδηλάτων». Πράγματι, ο ετοιμοθάνατος John διακατέχεται από ένα μείγμα απόγνωσης κι ευγένειας που φέρνει έντονα στον νου τον θρυλικό Antonio του Lamberto Maggiorani. Κουβαλάει κι αυτός έναν «σταυρό» που πηγάζει από τη χαμηλή θέση του στην ταξική πυραμίδα της κοινωνίας, ενώ συχνά γίνεται φανερό πως τον κατακλύζει ένας φόβος ανεπάρκειας ως προς την ικανότητά του ως πατέρας, ως προς το σε ποιον βαθμό μπορεί να αποτελέσει πρότυπο για τον γιο του.
Η ματιά του σκηνοθέτη, σεναριογράφου και συμπαραγωγού χαρακτηρίζεται από μια πινελιά ευαισθησίας απέναντι στα λαϊκά στρώματα που παραπέμπει άμεσα στη σχολή Ken Loach. Η κινηματογράφηση είναι ανάλογα προσγειωμένη και ρεαλιστική, με τη νατουραλιστική φωτογραφία του Marius Panduru, σταθερού συνεργάτη του Radu Jude, να συμβάλλει καθοριστικά. Σε πρώτο πλάνο, όμως, στο «Για Πάντα Κοντά σου» βρίσκεται το προσωπικό, ανθρώπινο δράμα και πιο έμμεσα το κοινωνικοπολιτικό περιβάλλον στο οποίο εντάσσεται (προσοχή στη σκηνή με τον μεσομεγαλοαστό πελάτη που προσβάλλει με θρασύτητα τον πρωταγωνιστή του James Norton), χωρίς αυτό να σημαίνει πως ο Pasolini απαξιώνει αυτόν τον παράγοντα. Φροντίζει να αντιμετωπίσει την ιστορία του με την απλότητα και τη λεπτότητα που της αξίζουν. Με το πρώτο χαρακτηριστικό καθιστά το φιλμ του καθολικά προσβάσιμο και χτυπάει έτσι πιο άμεσα συναισθηματική «φλέβα», με το δεύτερο επιδεικνύει έναν βαθύτατο σεβασμό απέναντι στο θέμα που επιλέγει. Παραδίδει παράλληλα ένα συνεκτικό φιλοσοφικό όραμα μέσα από αλληγορικές εικόνες και διηγήσεις, γύρω από την ουσία της ζωής και τον θάνατο, με πολλές επιμέρους αλήθειες που συνδυάζονται για να συνοψιστούν σε μια αποθέωση της άδολης γονεϊκής αγάπης, της αέναης προσφοράς χωρίς την προσδοκία ανταλλάγματος.
Τελικά επιτυγχάνεται κάτι εντυπωσιακό, με χαμηλόφωνο συνάμα τρόπο, ένα δράμα που διέπεται από έντονη εγκράτεια και λιτότητα, ικανό όμως να προκαλέσει ένα πηγαίο, λυτρωτικό δάκρυ. Δίχως η τραγικότητα να εκβιάζεται, χωρίς εξάρσεις και δακρύβρεχτα λογύδρια, δημιουργείται ένας ισχυρός δεσμός μεταξύ του πρωταγωνιστικού διδύμου και του θεατή, τον οποίο είναι δύσκολο να μην αγγίξουν στοιχεία όπως η σύγχυση του μικρού Michael μπροστά σε μια κατάσταση που αδυνατεί να κατανοήσει, και η απογοήτευση του John καθώς επισκέπτεται τη μια ανεπαρκή θετή οικογένεια μετά την άλλη, ενώ ο χρόνος πιέζει ασφυκτικά.
Υπάρχει βέβαια μια σημαντική «αχίλλειος πτέρνα». Το σενάριο αποφεύγει να καταδυθεί στον ψυχισμό του παιδιού, και αυτό στοιχίζει μερικούς «πόντους» στο σύνολο. Το κοινό βλέπει και νιώθει τα πάντα μέσα από την οπτική γωνία του πατέρα, με συνέπεια να μη μένει χώρος για βαθύτερη κατανόηση του γιου πέραν της συμπόνιας. Αν επιλεγόταν να εξερευνηθεί αυτό το πεδίο, και μάλιστα με εξίσου οξυδερκή συναισθηματικά τρόπο, θα προέκυπτε μια ακόμη πιο σπουδαία ταινία. Αυτή η αδυναμία πάντως δεν ακυρώνει τη γενική εικόνα, η οποία είναι αυτή μιας βαθιά ειλικρινούς καταγραφής της πατρικής στοργής και του εσωτερικού αναστοχασμού που έρχεται όταν το τέλος είναι κοντά.
Η ερμηνευτική υποστήριξη που παρέχουν τόσο ο James Norton όσο και ο μικρός Daniel Lamont στους ρόλους τους είναι άκρως πολύτιμη. Ο πρώτος καθοδηγεί ολόκληρο το ύφος του φιλμ, διαθέτοντας μια απλότητα που είναι σαν να έχει ξεπηδήσει αυτούσια από κάποιο φτωχικό σπιτικό του Μπέλφαστ, που ενώνει αγωνία, οργή, ευγένεια και λαϊκή σοφία σε ένα μείγμα τόσο αληθοφανές που καθιστά αόρατο το όποιο «πέπλο» της προσποίησης. Ο δεύτερος παραδίδει ένα εντελώς ακατέργαστο πορτρέτο, που για αυτό είναι και τόσο πραγματικό και απροσποίητο. Προφανώς έχοντας και την ανάλογη σκηνοθετική καθοδήγηση, αποφεύγει επιδέξια την παγίδα της μανιέρας του μικρομέγαλου στην οποία πέφτουν πολλοί ανήλικοι ηθοποιοί, επιδεικνύοντας μια αφοπλιστική φυσικότητα που υπερβαίνει τη συμπάθεια για να φτάσει στην ταύτιση του θεατή με δεκτικές κεραίες. Πρόκειται για ένα δίδυμο που απογειώνει ένα κερδισμένο καλλιτεχνικό στοίχημα, για να το αναβαθμίσει σε μια εμπειρία που προσφέρει ουσιώδη μαθήματα και ανταμοιβές σε εκείνον που θα την αφουγκραστεί.
Βαθμολογία: