
Ο Κόλια ζει σε μια μικρή πόλη κοντά στη θάλασσα του Μπάρεντς, βόρεια της Ρωσίας. Έχει το δικό του επισκευαστικό μαγαζί, δίπλα ακριβώς από το σπίτι όπου ζει με τη Λίλια, τη νεαρή του σύζυγο, και τον γιο από προηγούμενο γάμο του, Ρόμκα. Ο Βαντίμ Σέργκεβιτς, ο δήμαρχος, θέλει να του αποσπάσει το μαγαζί, το σπίτι του και τη γη του. Αρχικά προσπαθεί να τον εξαγοράσει, αλλά ο Κόλια όχι μόνο αγαπάει τη γη του, αλλά και τη φυσική ομορφιά που την περιβάλει. Έτσι, ο Βαντίμ γίνεται πιο επιθετικός.
Σκηνοθεσία:
Andrey Zvyagintsev
Κύριοι Ρόλοι:
Aleksey Serebryakov … Nikolay
Roman Madyanov … δήμαρχος Vadim
Vladimir Vdovichenkov … Dmitriy
Elena Lyadova … Lilya
Sergey Pokhodaev … Romka
Anna Ukolova … Anzhela
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Andrey Zvyagintsev, Oleg Negin
Παραγωγή: Sergey Melkumov, Alexander Rodnyansky
Μουσική: Andrey Dergachev, Philip Glass
Φωτογραφία: Mikhail Krichman
Μοντάζ: Anna Mass
Σκηνικά: Andrey Ponkratov
Κοστούμια: Anna Bartuli
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Πολύ θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Leviafan
- Ελληνικός Τίτλος: Leviathan
- Διεθνής Τίτλος: Leviathan
- Εναλλακτικός Ελλ. Τίτλος: Λεβιάθαν
Κύριες Διακρίσεις
- Υποψήφιο για Όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας (Ρωσία).
- Χρυσή Σφαίρα ξενόγλωσσης ταινίας.
- Υποψήφιο για Bafta ξενόγλωσσης ταινίας.
- Συμμετοχή στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ των Κανών. Βραβείο σεναρίου.
- Υποψήφιο για καλύτερη ταινία, σκηνοθεσία, αντρική ερμηνεία (Aleksey Serebryakov) και σενάριο στα Ευρωπαϊκά Βραβεία.
- Καλύτερη ταινία στο φεστιβάλ του Λονδίνου.
- Καλύτερος πρώτος γυναικείος ρόλος (Elena Lyadova) και δεύτερος αντρικός ρόλος (Roman Madyanov) στα Nika, τα εθνικά βραβεία της Ρωσίας. Υποψήφιο σε ακόμα 9 κατηγορίες, μεταξύ αυτών και καλύτερης ταινίας.
Παραλειπόμενα
- Σύμφωνα με τον δημιουργό ήταν η αληθινή ιστορία του αμερικανού Marvin Heemeyer (1951-2004) που τον ενέπνευσε. Έμαθε για αυτόν όταν βρίσκονταν στις ΗΠΑ για μια μικρού μήκους ταινία. Αρχικά, μάλιστα, σκέφτονταν να κάνει με αυτήν ντεμπούτο στην άλλη άκρη του Ατλαντικού.
Κριτικός: Πάνος Αχτσιόγλου
Έκδοση Κειμένου: 27/11/2014
Ηθογραφώντας περίτεχνα τη Ρωσία του σήμερα, μια χώρα στην οποία η διαφθορά, η βία και η αδικία έχουν γίνει καθημερινότητα, ο σκηνοθέτης μιας από τις καλύτερες ευρωπαϊκές ταινίες της προηγούμενης δεκαετίας, της «Επιστροφής» (Χρυσός Λέοντας στο Φεστιβάλ Βενετίας του 2003 και βραβείο ευρωπαϊκής αποκάλυψης της χρόνιας), παραδίδει στο κοινό μια δημιουργία αναμφισβήτητα υποβλητική, που όμως μοιάζει να θέλει να κινηθεί σε πολλά θεματικά μέτωπα, μένοντας στο τέλος μετέωρη από τη νοηματική της απληστία.
Ο Αλεξέι Σερεμπριάκοφ υποδύεται τον Νικολάι, έναν αλκοολικό και βίαιο άνδρα, ο οποίος ζει σε ένα απομονωμένο ψαροχώρι κοντά στη θάλασσα Μπάρεντς στη βόρεια Ρωσία. Η δουλειά του ως μηχανικός αυτοκινήτων δεν του αποφέρει σχεδόν τίποτα, έτσι φτάνει σε σημείο να χάσει το πατρικό του σπίτι στο οποίο κατοικεί μαζί με τη νέα γυναίκα του (που μέχρι και τα μικρά παιδιά θέλουν να σκοτώσουν γιατί είναι όμορφη) και τον έφηβο γιο του από τον πρώτο του γάμο. Ο παλιός του φίλος από τον στρατό, που εν τω μεταξύ δουλεύει ως δικηγόρος στη Μόσχα, έρχεται εσπευσμένα για να βοηθήσει, άλλα ο τοπικός δήμαρχος-μαφιόζος έχει αποφασίσει, μαζί με τη συμπαράσταση ενός ανωτέρου κληρικού, να πάρει την περιουσία του Κόλια στα χέρια του χρησιμοποιώντας όλα τα μέσα.
Ο σκηνοθέτης περιπλανιέται πάνω στο πτώμα μιας χωράς σε αποδόμηση αξίων, θεσμών και ιδεολογιών, καταλήγοντας γρήγορα στο συμπέρασμα ότι «ο άνθρωπος είναι το πιο επικίνδυνο ζώο». Η μεγαλειώδης φωτογραφία παραπέμπει σε ρωσικά αριστουργήματα όχι μόνο της κινηματογραφικής τέχνης, ενώ η πυκνή, καταγγελτική αφήγηση δεν αφήνει περιθώρια ολιγωρίας, όμως η μεγάλη διάρκεια σε συνδυασμό με τα πολλά μέτωπα που ανοίγει αποσυντονίζουν τον ρυθμό, δημιουργώντας την αίσθηση ότι ο Ζβιάγκιντσεφ θέλει άπλα να τα πει όλα, άλλα δεν του φτάνει ο χρόνος. Οι θρησκευτικοί αναστοχασμοί κάνουν την εμφάνιση τους στην τρίτη πράξη, με τον σκηνοθέτη να ψάχνει απαντήσεις σε πνευματικές ανησυχίες (εξάλλου ολόκληρη η ταινία συνιστά μια ιδιότυπη παραβολή του Ιώβ), ακροβατώντας ανάμεσα στην ταπεινότητα του αδιάφθορου φτωχού κλήρου από τον οποίο αποζήτα πνευματική καθοδήγηση, και την αλαζονική, σχεδόν ξεδιάντροπη επίκληση στη χριστιανική αλήθεια από τον ανώτερο, πλούσιο εκκλησιαστικό μηχανισμό. Συνοψίζοντας όλα αυτά, η σκηνή της παραλίας, με το μικρό παιδί να κλαίει δίπλα στον ξεβρασμένο σκελετό ενός τεράστιου κήτους, μοιάζει με εξουθενωμένο, σιωπηλό θρήνο για τη χαμένη αξιοπρέπεια, δικαιοσύνη κι αυτοεκτίμηση.
Βαθμολογία: