
Δεκαετία του 1920, Ανδαλουσία. Η νεαρή Κάρμεν είναι κόρη ενός πάλαι ποτέ μεγάλου ταυρομάχου, του Αντόνιο, που έμεινε παράλυτος από ταύρο και μελαγχολικός αφότου πέθανε η σύζυγος του στη γέννα. Η Κάρμεν μεγάλωσε από μια τυραννική μητριά, την Ενκάρνα, που τώρα έχει λόγους να θέλει εκδίκηση από τον Αντόνιο. Γνωρίζοντας τον θανάσιμο κίνδυνο, η Κάρμεν φεύγει από την εποπτεία της μητριάς και φεύγει με μια περιοδεύουσα ομάδα νάνων ταυρομάχων. Δίπλα τους, θα γίνει η διάσημη Μπλανκανιέβες.
Σκηνοθεσία:
Pablo Berger
Κύριοι Ρόλοι:
Macarena Garcia … Carmen Villalta/Blancanieves
Maribel Verdu … Encarna
Daniel Gimenez Cacho … Antonio Villalta
Angela Molina … Δόνα Concha
Inma Cuesta … Carmen de Triana
Josep Maria Pou … Δον Carlos
Ramon Barea … Δον Martin
Emilio Gavira … Jesusin
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Pablo Berger
Παραγωγή: Pablo Berger, Ibon Cormenzana, Jerome Vidal
Μουσική: Alfonso de Vilallonga
Φωτογραφία: Kiko de la Rica
Μοντάζ: Fernando Franco
Σκηνικά: Alain Bainee
Κοστούμια: Paco Delgado
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Blancanieves
- Ελληνικός Τίτλος: Χιονάτη
- Διεθνής Εναλλακτικός Τίτλος: Snow White
Άμεσοι Σύνδεσμοι
- Η Χιονάτη και οι Επτά Νάνοι (1937)
- Εφιάλτης στο Στοιχειωμένο Δάσος (1997)
- Καθρέφτη, Καθρεφτάκι μου (2012)
- Η Χιονάτη και ο Κυνηγός (2012)
- White As Snow (2019)
- Χιονάτη (2025)
Σεναριακή Πηγή
- Παραμύθι: Snow White των Jacob Grimm, Wilhelm Grimm.
Κύριες Διακρίσεις
- Βραβείο κοστουμιών στα Ευρωπαϊκά βραβεία. Υποψήφιο για καλύτερη ταινία και σκηνοθεσία.
- Βραβείο καλύτερης ταινίας, πρώτου γυναικείου ρόλου (Maribel Verdu), νέας ηθοποιού (Macarena Garcia), σεναρίου, φωτογραφίας, σκηνικών, κοστουμιών, μακιγιάζ/κομμώσεων και τραγουδιού (No te Puedo Encontrar) στα Goya. Υποψήφιο για σκηνοθεσία, πρώτο αντρικό ρόλο (Daniel Gimenez Cacho), δεύτερο αντρικό ρόλο (Josep Maria Pou), δεύτερο γυναικείο ρόλο (Angela Molina), νέο ηθοποιό (Emilio Gavira), μοντάζ, ειδικά εφέ και διεύθυνση παραγωγής.
- Ειδικό βραβείο επιτροπής και βραβείο γυναικείας ερμηνείας (Macarena Garcia) στο φεστιβάλ του Σαν Σεμπάστιαν.
- Επίσημη πρόταση της Ισπανίας για το ξενόγλωσσο Όσκαρ.
Παραλειπόμενα
- Βωβή διασκευή της Χιονάτης των αδελφών Grimm, με καρτέλες στα ισπανικά, όπου όμως παρεισφρέουν στοιχεία κι από άλλα διάσημα παραμύθια.
- Ο Berger αποκάλεσε την ταινία του ως ένα “ερωτικό γράμμα στο ευρωπαϊκό βωβό σινεμά”.
- Ο δημιουργός εργάζονταν επί 8 χρόνια πάνω σε σχέδια για το φιλμ, αλλά όταν ήταν έτοιμος να ξεκινήσει γυρίσματα, εμφανίστηκε στις Κάνες το The Artist. Αυτό φυσικά απογοήτευσε τον Berger, μια και δεν θα ήταν πλέον πρωτότυπο το δικό του βωβό concept.
- Ο Alfonso de Vilallonga χρειάστηκε να αντικαταστήσει τον Alberto Iglesias.
Μουσικά Παραλειπόμενα
- Ο Chicuelo (Juan Gomez ‘Chicuelo’) έγραψε μια σειρά από τραγούδια για το φιλμ, όπου ξεχώρισε το No te Puedo Encontrar.
Κριτικός: Χάρης Καλογερόπουλος
Έκδοση Κειμένου: 27/3/2013
Η ιστορία της Χιονάτης, χωρίς στοιχεία του φανταστικού, αποδοσμένη ως βωβό, ασπρόμαυρο μελόδραμα, με δόσεις μαύρου χιούμορ και τοποθετημένη στην Ισπανία της δεκαετίας του 1920. Μέσα από την αφήγηση περνά η παραδοσιακή ισπανική κουλτούρα. Η φωτογραφία του Κίκο ντε λα Ρίκα και η μουσική επένδυση του Αλφόνσο ντε Βιλαλόνγκα απογειώνουν το όλο εγχείρημα που σάρωσε στα βραβεία Γκόγια και προτάθηκε από τη χώρα της για όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας.
Ένα χρόνο μετά το The Artist, ο ισπανός σεναριογράφος-σκηνοθέτης Πάμπλο Μπέργκερ, στη δεύτερη ταινία μεγάλου μήκους του, δημιουργεί μια δικιά του αναβίωση της τέχνης του βωβού, χωρίς κατά γράμμα μίμηση, εισάγοντας τη σύγχρονη τεχνογνωσία πλάνου, μοντάζ και ροής, ενώ ταυτόχρονα παίζει υπογείως με την ψυχαναλυτική σημειολογία, παραδίδοντάς μας εντέλει ένα έργο πολύ πιο πλούσιο και μεστό από αυτό του Χαζαναβίσιους. Ως ένα βαθμό, βέβαια, οι χαρακτήρες είναι σχηματικοί, αν και γλαφυρά δοσμένοι χάρη στις ερμηνείες, αλλά το ζουμί βρίσκεται στο πώς καταγράφονται η μητριαρχία και η πατριαρχία. Η κακιά μητριά δαμάζει τον σακάτη ταυρομάχο άντρας της και υποβαθμίζει τη θετή κόρη σε υπηρέτρια (ενώ κάνει σεξ με τον σοφέρ ως ντόμινα), αλλά και η Καρμενσίτα ως κορίτσι έχει ως κατοικίδιο ένα κόκορα (κατεξοχήν αρσενικό σύμβολο) που είναι «δικός της», ενώ σταδιακά, μεγαλώνοντας, φτάνει να δαμάζει και ταύρους. Έτσι, ο γυναικείος ανταγωνισμός δεν αφορά μονοδιάστατα τον ναρκισσισμό, αλλά περνά μέσα από την κυριαρχία πάνω στα αρσενικά -μην ξεχνάμε και τους νάνους που λειτουργούν ως «δαμασμένοι» άντρες. Κάπου στο βάθος, απηχεί ο Μπουνιούελ. Το τέλος (τα τελευταία πλάνα), αν και σωστό ως μελό ιδέα ταιριαστή στον προπολεμικό ρομαντισμό, είναι κάπως αδούλευτο. Ήθελε μια δόση, πιο «αντάτζιο» εξέλιξη.
Βαθμολογία: