Ιερουσαλήμ, υπό την κατοχή της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Ο ιουδαίος ευγενής Τζούντα Μπεν-Χουρ κατηγορείται άδικα για την απόπειρα δολοφονίας του παιδικού του φίλου και ρωμαίου αξιωματικού Μεσάλα. Αυτό θα τον οδηγήσει στη σκλαβιά κι ενώ στον νου του παραμένει πάντα η εμμονή της εκδίκησης.
Σκηνοθεσία:
Timur Bekmambetov
Κύριοι Ρόλοι:
Jack Huston … Judah Ben-Hur
Morgan Freeman … σεΐχης Ilderim
Toby Kebbell … Messala Severus
Nazanin Boniadi … Esther
Rodrigo Santoro … Ιησούς
Sofia Black-D’Elia … Tirzah Ben-Hur
Ayelet Zurer … Naomi Ben-Hur
Haluk Bilginer … Simonides
Moises Arias … Dismas
Marwan Kenzari … Druses
Pilou Asbaek … Pontius Pilate
James Cosmo … Quintus Arius
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Keith R. Clarke, John Ridley
Παραγωγή: Sean Daniel, Duncan Henderson, Joni Levin
Μουσική: Marco Beltrami
Φωτογραφία: Oliver Wood
Μοντάζ: Dody Dorn, Richard Francis-Bruce
Σκηνικά: Naomi Shohan
Κοστούμια: Varvara Avdyushko
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Αρνητική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Ben-Hur
- Ελληνικός Τίτλος: Μπεν-Χουρ
Άμεσοι Σύνδεσμοι
- Μπεν Χουρ (1925)
- Μπεν Χουρ (1959)
Σεναριακή Πηγή
- Μυθιστόρημα: Ben-Hur: A Tale of the Christ του Lew Wallace.
Παραλειπόμενα
- Τρίτη κινηματογραφική μεταφορά του μυθιστορήματος Ben-Hur: A Tale of the Christ του Lew Wallace, γραμμένο το 1880, το οποίο δεν έχει ιστορική βάση, αλλά θεωρήθηκε το πλέον σημαντικό θρησκευτικό έργο του 19ου αιώνα. Και οι δύο προηγούμενες (το βωβό του 1925 και το οσκαρικό του 1959) άφησαν ιστορία στον επικό κινηματογράφο. Έχει επίσης γίνει μικρού μήκους ταινία το 1907, το 2003 έγινε κινούμενο σχέδιο για το βίντεο και το 2010 μίνι σειρά.
- Ο ρόλος του Μπεν Χουρ αρχικά δόθηκε στον Tom Hiddleston, αλλά αυτός προτίμησε τον Κινγκ Κονγκ.
- Η Gal Gadot αρνήθηκε λόγω φόρτου εργασίας τον ρόλο της Έσθερ. Πριν την τελική επιλογή, ο ρόλος προτάθηκε και στις Sofia Boutella, Moran Atias, Natalia Warner.
- Παρότι ο Bekmambetov προτιμούσε τα πρακτικά εφέ, έγινε εκτενέστατη χρήση CGI.
- Περίπου 2 χιλιάδες ήταν οι κομπάρσοι που χρησιμοποιήθηκαν για την ταινία.
- Τα γυρίσματα έγιναν σε διάφορες τοποθεσίες της Ιταλίας, με κάποια να γίνονται εντός των στούντιο της Cinecitta. Στα τελευταία γυρίστηκε και η 10λεπτη σκηνή της αρματοδρομίας, την οποία προσπάθησαν οι παραγωγοί να κάνουν στην ιστορική αρένα Circus Maximus της Ρώμης. Παρότι δεν δόθηκε ολοκληρωμένη αιτιολόγηση για την άρνηση της Ιταλίας να πραγματοποιηθεί κάτι τέτοιο, εκείνη την εποχή γίνονταν αναπαλαίωση, αλλά και υπήρχε κίνδυνος να πάθει ζημιά το μνημείο.
- Μεγάλη εμπορική αποτυχία, συνυπολογίζοντας και τη δαπανηρή της προώθησης. Η ταινία είχε μπάτζετ 100 εκατομμύρια δολάρια, ενώ έβγαλε 94,1.
- Η ταινία βγήκε και τρισδιάστατη.
Μουσικά Παραλειπόμενα
- Η ταινία κλείνει με το τραγούδι The Only Way Out, με τη φωνή της Andra Day.
Κριτικός: Σταύρος Γανωτής
Έκδοση Κειμένου: 28/3/2018
Ώρες-ώρες, μου προκαλείται τόσο μεγάλη απορία, που θα ήθελα να εισβάλω σε συγκεκριμένους εγκεφάλους ώστε να δω το πώς σκέφτονται. Στην προκειμένη περίπτωση, ο ένας εγκέφαλος είναι ο παραγωγός (-οι), που αντί να γυρίσει με τα ίδια πλούσια σκηνικά μια νέα περιπέτεια χλαμίδας (λες και ο Ridley Scott ήταν ηλίθιος που έκανε τον «Μονομάχο»), προσπαθεί να κάνει ριμέικ μία από τις πλέον κλασικές ταινίες του Χόλιγουντ. Ναι, θα σκέφτηκε ότι εμπορικά θα μετρήσει ο τίτλος ως τίτλος («αέρας», που λένε και στο εμπόριο), αλλά να που διαψεύσθηκε οικτρά. Από την άλλη, οι δύο σεναριογράφοι κάθισαν και συμπύκνωσαν ένα έπος τεσσάρων ωρών σε δύο. Και όχι μονάχα αυτό, αλλά αντί να περιοριστούν στο κόψιμο-ράψιμο, προσθέτουν κιόλας δικά τους, και μάλιστα ανούσια. Το αποτέλεσμα είναι λιγάκι τραγελαφικό, αλλά τουλάχιστον αν το δεις ξεκομμένα τελείως από τη σκέψη ότι παρακολουθείς ένα ριμέικ, θα δεις μια μέτρια περιπέτεια εποχής με ένα καλό μπάτζετ που φαίνεται επί της οθόνης, και μια τεχνική επιμέλεια από τον έμπειρο Bekmambetov που σε επίπεδο μοντάζ-φωτογραφίας-εφέ κρατάει όσο μπορεί πιο γερά τα γκέμια.
Βασικά, κατά τη διάρκεια της ταινίας, έχουμε κάτι που μοιάζει με δημιουργική κατηφόρα. Κατά το ξεκίνημα, μπορείς να πεις μέσα σου ότι καλά πάμε. Το γνωστό όμως των αγγλόφωνων «so far, so good» τσακίζει αρκετά γρήγορα. Το σενάριο αρχίζει να γίνεται αποσπασματικό, οι χαρακτήρες ξεκινούν να «χάνονται» (ακόμα και να εξαφανίζονται κάποιοι συγκεκριμένοι λόγω της κακής διαχείρισης σεναριακού υλικού), τα κλασικά σημεία της ιστορίας περνούν υπό τη μορφή μικρών επεισοδίων, ώσπου φτάνουμε προς το φινάλε… Με ευχάριστο διάλειμμα μονάχα την αρματοδρομία (όχι πως κι εκεί ξεφεύγουμε από τα σύγχρονα χολιγουντιανά πρότυπα), ξεκινά ο τραγέλαφος. Ειδικά μετά την αρματοδρομία, μοιάζει σαν οι δημιουργοί να έχουν αντιληφθεί ότι το καράβι ήδη πνίγηκε και το ρίχνουν στον χαβαλέ. Ειλικρινά, πρέπει να το δείτε αυτό το φινάλε, κυριολεκτικά για χιουμοριστικούς λόγους.
Θα έλεγα «κρίμα», αλλά φοβάμαι ότι δεν μπορώ να δικαιολογήσω την εκ του προοιμίου πρόθεση των παραγωγών, η οποία ήταν καθαρά εισπρακτικού τύπου και μακριά από την επιζήτηση κατιτίς που να έχει κινηματογραφική ουσία.
Βαθμολογία: