
Ο Τζακ Γκραμ είναι ένας καθηγητής πανεπιστημίου που παράλληλα παρέχει τις υπηρεσίες του στο FBI, στον τομέα της δικανικής ψυχιατρικής. Σύντομα θα δεχτεί μια απειλή, ότι κάποιος θα τον σκοτώσει μέσα σε 88 λεπτά, και θα εξαναγκαστεί να βρει το πρόσωπο που σχεδιάζει τη δολοφονία του από μόνος του.
Σκηνοθεσία:
Jon Avnet
Κύριοι Ρόλοι:
Al Pacino … Δρ Jack Gramm
Alicia Witt … Kim Cummings
Leelee Sobieski … Lauren Douglas/Lydia Doherty
Amy Brenneman … Shelly Barnes
William Forsythe … Frank Parks
Deborah Kara Unger … Carol Lynn Johnson
Ben McKenzie … Mike Stempt
Neal McDonough … Jon Forster
Leah Cairns … Sara Pollard
Stephen Moyer … Guy LaForge
Brendan Fletcher … Johnny D’Franco
Michael Eklund … J.T. Rycker
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Gary Scott Thompson
Παραγωγή: Jon Avnet, Randall Emmett, Gary Scott Thompson
Μουσική: Edward Shearmur
Φωτογραφία: Denis Lenoir
Μοντάζ: Peter E. Berger
Σκηνικά: Tracey Gallacher
Κοστούμια: Mary E. McLeod
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Αρνητική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: 88 Minutes
- Ελληνικός Τίτλος: 88 Λεπτά
Παραλειπόμενα
- Επιστροφή του Jon Avnet στη μεγάλη οθόνη μετά από 10 έτη.
- Ο Avnet αντικατέστησε τον James Foley.
- Από τη στιγμή που ο κεντρικός ήρωας μαθαίνει ότι έχει μόνο 88 λεπτά ζωής, περνάει φιλμικός χρόνος ακριβώς 88 λεπτών.
- Ο Al Pacino προτίμησε αυτό τον ρόλο από τον Φρανκ Κοστέλο του οσκαρικού Ο Πληροφοριοδότης.
- Το φιλμ είχε αρχικά προγραμματιστεί για έξοδο εντός του 2005, αλλά άλλαζε συνεχώς ημερομηνία διανομής.
- Αποτυχία στις κριτικές, αλλά αποτυχία και στα ταμεία. Με μπάτζετ 30 εκατομμύρια δολάρια, εισέπραξε 32,6.
- Ο Avnet “επιστράτευσε” τον Al Pacino και στην επόμενη ταινία του, το Ου Φονεύσεις (2008), που όμως ήταν εξίσου αποτυχημένη σε όλα τα επίπεδα.
Κριτικός: Σταύρος Γανωτής
Έκδοση Κειμένου: 5/7/2007
Ένα θρίλερ αγωνίας και ψυχολογικού τρόμου είναι η νέα ταινία του για χρόνια αγνοούμενου σκηνοθέτη Jon Avnet. Εδώ το μεγάλο όνομα όμως είναι ο 67χρονος πια Al Pacino, και δεν ξέρω κατά πόσο θα ασχολούμαστε με την ταινία, αν δεν εμφανίζονταν αυτός. Δεν λείπει σχεδόν από καμία σκηνή και παίρνει πάνω του κάθε ερμηνευτική απαίτηση του θεατή, έχοντας στο πλάι του άπειρους ή απλά δεύτερους ηθοποιούς. Σε αυτή την ηλικία, βέβαια, καλό θα ήταν να σκέφτεται μόνο την αθανασία του ονόματος του, παρά να αγκομαχεί φανερά σε σκηνές που του επιβάλουν να τρέχει.
Το φιλμ σε πολλά σημεία θυμίζει νεανικό θρίλερ, σε άλλα τηλεοπτικής υφής αστυνομικό επεισόδιο. Όλα τα έχουμε ξαναδεί κάπου, αλλά τουλάχιστον η αγωνία για την έκβαση σε κρατάει στη θέση σου. Και επέρχεται το έγκλημα: το φινάλε είναι τόσο άσχετο και κακοδουλεμένο που ο πύργος σωριάζεται. Λεπτομέρειες μένουν αναπάντητες και η αίσθηση πως ο σεναριογράφος Gary Scott Thompson μάς «δούλεψε» υπάρχει ακμαία.
Γενικά, αυτό που θα αρχίσει εν μέρει θεαματικά, αν και στο μοτίβο ενός νεανικού θρίλερ, θα καταλήξει απογοητευτικά χωρίς καμία σεναριακή εγκυρότητα. Οι δε χαρακτήρες είναι μονοδιάστατοι και ο κεντρικός εμμένει απαράδεκτα ανεξερεύνητος. Ο Al Pacino αναλώνεται σε έναν ρόλο που ναι μεν του ταιριάζει (με τη λογική της κεκτημένης ταχύτητας, μια και τον έχει επαναλάβει πολλάκις), αλλά δεν του προσθέτει τίποτα στην καριέρα του. Πιο ειδικά, αν θέλετε μια ξεκούραστη καλοκαιρινή έξοδο, δεν θα απογοητευτείτε απολύτως, αν όμως απλά κλείσετε τα μάτια στα τελευταία λεπτά.
Βαθμολογία: