Ο Τζορτζ είναι ένας αμερικανός υπάλληλος γραφείου που αισθάνεται να έχει μια ιδιαίτερη σύνδεση με τη ζωή μετά θάνατον. Στην άλλη άκρη του κόσμου, η Μαρί, μια γαλλίδα δημοσιογράφος, είχε φτάσει πολύ κοντά στον θάνατο, κάτι που έχει ταράξει όλη της τη ζωή. Και ο Μάρκους, ένας μαθητής σχολείου από το Λονδίνο που χάνει τον πιο κοντινό του άνθρωπο, αναζητά απεγνωσμένα απαντήσεις. Ο καθένας τους αναζητά την αλήθεια. Οι ζωές τους θα διασταυρωθούν και θα αλλάξουν για πάντα εξαιτίας αυτού που πίστευαν ότι υπάρχει ή πρέπει να υπάρχει μετά τον θάνατο.

Σκηνοθεσία:

Clint Eastwood

Κύριοι Ρόλοι:

Matt Damon … George Lonegan

Cecile de France … Marie Lelay

Frankie McLaren … Marcus/Jason

George McLaren … Marcus/Jason

Jay Mohr … Billy Lonegan

Bryce Dallas Howard … Melanie

Thierry Neuvic … Didier

Marthe Keller … Δρ Rousseau

Derek Jacobi … Derek Jacobi

Richard Kind … Christos

Jenifer Lewis … Candace

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Peter Morgan

Παραγωγή: Clint Eastwood, Kathleen Kennedy, Robert Lorenz

Μουσική: Clint Eastwood

Φωτογραφία: Tom Stern

Μοντάζ: Joel Cox, Gary Roach

Σκηνικά: James J. Murakami

Κοστούμια: Deborah Hopper

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Μέτρια.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: Hereafter
  • Ελληνικός Τίτλος: Η Ζωή Μετά

Κύριες Διακρίσεις

  • Υποψήφιο για Όσκαρ ειδικών εφέ.

Παραλειπόμενα

  • Το σενάριο πουλήθηκε το 2008 στην DreamWorks, αλλά δόθηκε από αυτήν στη Warner Bros. Ο Steven Spielberg, παρόλα αυτά, έμεινε ως εκτελεστής παραγωγής.
  • Το πρόγραμμα του Matt Damon δεν βόλευε, κι ο ηθοποιός έστειλε στον Eastwood ένα email, προτείνοντας του κάποιον ανάμεσα στους Ben Affleck, Christian Bale, Casey Affleck, Hayden Christensen ή Josh Brolin. Ο Eastwood όμως προτίμησε να αλλάξει τα χρονοδιαγράμματα της ταινίας, ώστε να βολεύουν τον Damon.
  • Γυρίσματα έγιναν σε Λονδίνο, Σαν Φρανσίσκο, Χαβάη και Παρίσι.
  • Η σκηνή του τσουνάμι δημιουργήθηκε εξολοκλήρου μέσω CG εφέ, με τη Scanline VFX να είναι υπεύθυνη για αυτά.
  • Η ταινία αποσύρθηκε από τις ιαπωνικές αίθουσες, όταν χτύπησε τη χώρα της Άπω Ανατολής φονικός σεισμός και τσουνάμι τον Μάρτη του 2011.

Κριτικός: Σταύρος Γανωτής

Έκδοση Κειμένου: 5/1/2011

Μετά από μία ελεγχόμενη αποτυχία, θα περίμενε κανείς ο Eastwood να περάσει στην αντεπίθεση. Επιλέγει όμως ένα παράδοξο για τη φιλμογραφία του θέμα, που θα άνηκε πιο άνετα σε αυτήν του Shyamalan. Ευτυχώς, όμως, το μεταφυσικό του θέμα δεν το διαχειρίζεται σαν τον Shyamalan, αλλά σαν τον διαβασμένο από «ξενόγλωσσο» σινεμά (ή να πω πιο συγκεκριμένα ισπανόφωνο;) Eastwood. Αργοί ρυθμοί, ελαφρά ελεγειακοί, μουντή και καταθλιπτική οπτική, και κίνηση της κάμερας ιδανική για να πάρεις σοβαρά το όλο σύνολο. Παρόλα αυτά, όμως, η ταινία κερδίζει εύκολα το κοινό που ενδιαφέρεται για το συγκεκριμένο θέμα ή έχει καταθλιπτικές τάσεις, αλλά χάνει τον σινεφίλ που περιμένει πάντα το αφηγηματικά καλύτερο από τον γηραιό δημιουργό.

Το θέμα έχει σίγουρα ενδιαφέρον: ο θάνατος και η επίδραση του πάνω στον άνθρωπο. Μάλιστα, μέσα στην πλοκή μπορείς να αρδεύσεις και κάποιους συμβολισμούς πέρα από τη μεταφυσική της υπόσταση. Αυτό είναι έξω. Μέσα έχουμε έναν πολύ αδύναμο χαρακτήρα με το πρόσωπο του Matt Damon, και μια άνιση πλοκή από σκηνή σε σκηνή. Μπορεί τη μία στιγμή να εντυπωσιαστείς, την άλλη να συγκινηθείς και την άλλη… να βαρεθείς (βοηθάει και η μεγαλούτσικη διάρκεια στο τελευταίο). Όλο αυτό καταλήγει στο να έχουμε μια τσάμπα καλή σκηνοθεσία, αφού το σενάριο δεν την υποστηρίζει απόλυτα. Μήπως τα γεράματα τρομάζουν τον Eastwood; Παραδόξως, αυτή την εντύπωση μού προκάλεσε το έργο του, παρά να μου αφήσει κάτι στιβαρό και καλοσχεδιασμένο.

Βαθμολογία:


Κριτικός: Σοφία Γουργουλιάνη

Έκδοση Κειμένου: 24/1/2011

Ο Clint Eastwood επιστρέφει διαφορετικός. Επιστέφει πιο ήρεμος και πιο σκεπτόμενος απ’ ό,τι εδώ και χρόνια. Αποφασίζει να δημιουργήσει μια ταινία που προσεγγίζει τη μετά θάνατο ζωή, όχι μέσω ενός θρίλερ γεμάτου δράση, αλλά με έναν τρόπο φιλοσοφικό. Ο Eastwood έχει απορίες και τις θέτει στο κοινό του. Όχι όμως για να βρει απαντήσεις, αλλά εν είδει γρίφου που δεν επιδέχεται τελικά απαντήσεων, αλλά μονάχα προβληματισμών. Ακριβώς έτσι δικαιολογείται και η αργή του εξέλιξη. Η ταινία έχει ένα προφίλ χαμηλό και συγκρατημένο επειδή αυτή το ήθελε. Δεν κράζει πουθενά ότι έχει ανάγκη Όσκαρ και παντός είδους βραβεία.

Βέβαια, κάπου παγιδεύεται μέσα στον ίδιο της τον εαυτό, και παγιδεύεται στην πορεία που επιφύλαξε για τον εαυτό της. Αρχικά, δεν δημιουργεί κάποια ιδιαίτερη συναισθηματική φόρτιση. Δεν καταφέρνει δε ούτε στιγμή να απογειωθεί, καθώς ο δημιουργός της βρίσκεται σε σύγχυση για τους σκοπούς και τα μέσα του. Επιπλέον, βασική ένδειξη της σύγχυσης του σκηνοθέτη είναι και το φινάλε, το οποίο μοιάζει παντελώς απροετοίμαστο κι άσχετο με τους προβληματισμούς της ταινίας. Ο Eastwood μπαίνει στη διαδικασία να εφεύρει ένα happy-ending που δεν θα αφήσει το κοινό του παραπονεμένο. Εγκαταλείπει, όμως, τελικά την ταινία του με ένα συναίσθημα προχειρότητας και σύγχυσης.

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

15 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *