Μετά τον θάνατο του αδελφού του, ο Λάρι Τάλμποτ επιστρέφει από την Αμερική στην Ουαλία για να συμφιλιωθεί με τον αποξενωμένο πατέρα του. Κατά τη διάρκεια βραδινού περιπάτου, ένας λύκος επιτίθεται στη φίλη του, Γκουέν Κόνλιφ. Ο Λάρι τον σκοτώνει, αφού πρώτα δεχτεί κι ο ίδιος ένα δάγκωμα στο στήθος. Μια γριά τσιγγάνα τού αποκαλύπτει ότι δεν επρόκειτο για λύκο αλλά για τον λυκάνθρωπο γιο της. Προειδοποιεί μάλιστα πως σύντομα και ο Λάρι θα αρχίσει να μεταμορφώνεται σε λυκάνθρωπο…
Σκηνοθεσία:
George Waggner
Κύριοι Ρόλοι:
Lon Chaney Jr. … Lawrence ‘Larry’ Talbot
Claude Rains … Σερ John Talbot
Evelyn Ankers … Gwen Conliffe
Warren William … Δρ Lloyd
Ralph Bellamy … λοχαγός Paul Montford
Patric Knowles … Frank Andrews
Maria Ouspenskaya … Maleva
Bela Lugosi … Bela
J.M. Kerrigan … Charles Conliffe
Fay Helm … Jenny Williams
Forrester Harvey … Twiddle
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Curt Siodmak
Παραγωγή: George Waggner
Μουσική: Charles Previn, Hans J. Salter, Frank Skinner
Φωτογραφία: Joseph A. Valentine
Μοντάζ: Ted J. Kent
Σκηνικά: Jack Otterson
Κοστούμια: Vera West
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Πολύ θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: The Wolf Man
- Ελληνικός Τίτλος: Ο Λυκάνθρωπος
Άμεσοι Σύνδεσμοι
- Ο Λύκος του Λονδίνου (1935)
- Φρανκενστάιν Εναντίον Λυκάνθρωπου (1943)
- Το Σπίτι του Φρανκενστάιν (1944)
- Το Σπίτι του Καπετάν Δράκουλα (1945)
- Οι Άμποτ και Κοστέλο Συναντούν τα Τέρατα (1948)
- Ο Λυκάνθρωπος (2010)
- Λυκάνθρωπος (2025)
Παραλειπόμενα
- Παρότι προηγήθηκε το Ο Λύκος του Λονδίνου (1935), πάλι της Universal Pictures, δεν είχε τύχει ιδιαίτερης διαφήμισης και δεν είχε τύχει επιτυχίας. Εδώ είναι που προστέθηκε ένα κρίσιμο κεφάλαιο για τα Universal Monsters, με το φιλμ να συναντά αυτόματα μεγάλη επιτυχία και να καθιερώνει τον Λυκάνθρωπο στη μεγάλη οθόνη (παρότι υπήρχε ήδη από τον βωβό). Ο Lon Chaney Jr. συνδέθηκε με τον συγκεκριμένο ρόλο, και τον επανέλαβε τέσσερις φορές σε μετέπειτα ταινίες της Universal. Ήταν ο μόνος ηθοποιός της σειράς που ερμήνευσε τον ρόλο-τέρας του σε όλες τις ταινίες του αρχικού σύμπαντος των Universal Monsters. Αντίθετα όμως με τους “συναδέλφους” του, ο Λυκάνθρωπος ήταν ο μόνος που δεν είχε αυτόνομα δικό του σίκουελ.
- Μαζί με το Η Μούμια (1932) και το Ο Τρόμος της Μαύρης Λίμνης (1954) είναι οι μόνες ταινίες των Universal Monsters που δεν προέρχονταν από κάποια λογοτεχνική πηγή.
- Ο Curt Siodmak επηρεάστηκε από τις εμπειρίες του στη ναζιστική Γερμανία ώστε να γράψει το σενάριο. Μέχρι και να μεταναστεύσει στις ΗΠΑ το 1937, έβλεπε με τρόμο γύρω του καλούς ανθρώπους να μεταμορφώνονται σε δολοφονικά τέρατα υπό την εξουσία της σβάστικας.
- Οι παραδόσεις που αφορούν τη λυκανθρωπία δεν αναφέρουν ούτε ασημένιες σφαίρες, ούτε πεντάλφες, ούτε ότι το δάγκωμα μεταδίδει τη λυκανθρωπία. Αυτά γεννήθηκαν εδώ και δευτερευόντως στο Ο Λύκος του Λονδίνου (1935). Επίσης, το ρητό “Even a man who is pure at heart, and says his prayers by night, may become a wolf when the wolfbane blooms and the autumn moon is bright.” εσφαλμένα αποδίδεται σε τσιγγάνικο φολκλόρ, μια και γεννήθηκε από την πένα του Curt Siodmak.
- Ενώ αυτό δεν ίσχυσε στα σίκουελ, ο Chaney εδώ δεν μεταμορφώνεται επί της οθόνης από άνθρωπος σε τέρας, παρά μόνο με διακριτικό τρόπο στα τελευταία λεπτά του φιλμ (στο αρχικό σενάριο δεν προβλέπονταν ποτέ να μεταμορφωθεί, αλλά αυτό άλλαξε για εμπορικούς λόγους). Η τελική μορφή του λυκάνθρωπου επέβαλε 6 ώρες στην καρέκλα του προσθετικού μακιγιάζ και χρειάζονταν μία ώρα για να αφαιρεθεί. Υπεύθυνος για τη διαδικασία ήταν ο Jack Pierce, που είχε μεν εργαστεί και στο Ο Λύκος του Λονδίνου (1935), αλλά εκεί ο ήρωας έπρεπε να ήταν αναγνωρίσιμος ακόμα και μεταμορφωμένος. Ο Chaney αργότερα θα υποστηρίξει ότι ήταν αναγκασμένος να μένει τελείως ακίνητος για ώρες, καθώς οι σκηνές της μεταμόρφωσης γυρίζονταν καρέ προς καρέ.
- Ο Bela Lugosi προσπάθησε να πάρει κι αυτόν τον ρόλο, πέρα από τον Δράκουλα, αλλά αποδέχτηκε τελικά τον μικρό του Μπέλα. Αντίθετα, η Universal προόριζε τον ρόλο για το μεγάλο της αστέρι του τρόμου, τον Boris Karloff.
- Ειδικά τη δεκαετία του 1980, οι λυκάνθρωποι θα έρθουν ξανά στην κινηματογραφική μόδα, αλλά ο Λόρενς Τάλμποτ θα περιμένει ως το 2010 για να έχει ξανά τη δική του ταινία και το 2025 για να ενσωματωθεί στις πλέον σύγχρονες εκδοχές των τεράτων της Universal.
Κριτικός: Νίκος Ρέντζος
Έκδοση Κειμένου: 21/3/2017
Υπάρχει ένα παλιό ποίημα για το λυκάνθρωπο, το οποίο έχει τις ρίζες του στην Ανατολική Ευρώπη: “Ακόμα κι ένας άνθρωπος αγνός στην καρδιά, που προσεύχεται κάθε βράδυ, μπορεί να γίνει λύκος σαν το ακόνιτο ανθίσει και το φεγγάρι λαμπρά φωτίσει”…
Ψέμα! Το ποίημα είναι αληθινό αλλά καμία σχέση δεν έχει με την Ανατολική Ευρώπη. Είναι δημιουργία του Κερτ Σιόντμακ, του ανθρώπου που έγραψε το σενάριο για τον κλασικό Λυκάνθρωπο της Universal. Αυτό το ποίημα και άλλες πολλές θεωρίες που υπάρχουν σήμερα για τους λυκάνθρωπους αποτελούν την κληρονομιά που άφησε το φιλμ του Τζορτζ Βάγκνερ το 1941!
Η δεύτερη φορά που ο κινηματογράφος ασχολείται με τον λυκάνθρωπο είναι η πιο εμβληματική (πρώτη ήταν το 1935, με τίτλο Werewolf of London). Ο Λον Τσέινι ο νεότερος παίρνει τον ρόλο που θα τον κυνηγά για πάντα και θα χαρακτηρίσει την καριέρα του και ο Τζορτζ Βάγκνερ σκηνοθετεί την πιο διάσημη ταινία της σκηνοθετικής του καριέρας. Έχοντας δουλέψει μέχρι το 1941 σε μια ντουζίνα γουέστερν, εκείνη τη χρονιά ο Βάγκνερ θα γυρίσει δύο φιλμ τρόμου. Το πρώτο ήταν το Man Made Monster και το δεύτερο το The Wolf Man, με τον Λον Τσέινι να παίζει και στα δύο το “τέρας”. Η μεγάλη επιτυχία και το φιλμ που έμεινε κλασικό ήταν φυσικά το The Wolf Man, μια ακόμα προσθήκη στο σύμπαν τεράτων της Universal.
Ο Λυκάνθρωπος εξελίσσεται στην Βρετανική ύπαιθρο, εκεί που υπάρχει χώρος για παλιές δοξασίες και δεισιδαιμονίες. Μετά την φωτεινή του έναρξη, ο Βάγκνερ βουτάει το φιλμ στο σκοτάδι και την ομίχλη και φτιάχνει μια εξαιρετική ατμόσφαιρα, στα όρια του παραμυθιού και του τρόμου. Το χωριό, το δάσος, το τσιγγάνικο καραβάνι, που βρίσκεται ο άνθρωπος που κουβαλά την κατάρα του θηρίου και θα τη μεταδώσει στον πρωταγωνιστή, έχουν όλα μια μυστικιστική χροιά. Το ασπρόμαυρο βοηθά σε όλα αυτά και μας μεταφέρει ακόμα πιο βαθιά σε αυτόν τον διαφορετικό κόσμο τρομακτικού, σκοτεινού παραμυθιού, για έναν πρίγκηπα (τοπικός άρχοντας ο πατέρας του ήρωά μας) που μεταμορφώνεται σε τέρας, σε μια οικογένεια που φαίνεται να έχει παρελθόν στην τραγωδία.
Χωρίς να φτάνει την αισθητική του Frankenstein (1931) και χωρίς τον ιδιαίτερο πρωταγωνιστή του Dracula (1930), παρ’ολ’αυτά ο Λυκάνθρωπος καταφέρνει να σταθεί χωρίς φόβο δίπλα στα άλλα δύο τέρατα που απασχόλησαν τη Universal. Ο Λον Τσέινι δίνει μια αρκετά καλή ερμηνεία, ως ο παρεξηγημένος, ο παρείσακτος της ιστορίας, που ακόμα κι όταν επιστρέφει έτοιμος να αλλάξει τα πράγματα, η μοίρα του επιφυλάσσει κάτι ακόμα, κάνοντας το παραμύθι ακόμα πιο τραγικό.
Ο Λυκάνθρωπος αποτελεί το αγαπημένο μου φιλμ του φιλμικού σύμπαντος τεράτων της Universal. Η ατμόσφαιρα και οι μετρημένες ερμηνείες με κέρδισαν από την αρχή ενώ η ψυχολογική κατάρρευση του ήρωα, ο οποίος δε μπορεί να θυμηθεί ποτέ τι έχει συμβεί κατά τη μεταμόρφωσή του σε λύκο, αποδίδεται υποδειγματικά από ηθοποιό και σκηνοθέτη. Και τέλος, φυσικά, το σενάριο του Κερτ Σιόντμακ είναι αυτό που πρέπει να πάρει αρκετά εύσημα. Είτε είχε στο μυαλό του μια παραβολή για το τέρας που κρύβουμε μέσα μας, για τα δεινά του ναζισμού απέναντι στους Εβραίους, είτε ήθελε απλώς να πει ένα σκοτεινό παραμύθι, όσα σκαρφίστηκε ο Σιόντμακ το 1941, έχουν περάσει σαν αστικοί μύθοι από γενιά σε γενιά. Γι αυτό προσέξτε, “σαν το ακόνιτο ανθίσει”…
Βαθμολογία:
0 κακή | 1 μέτρια | 2 ενδιαφέρουσα | 3 καλή | 4 πολύ καλή | 5 αριστούργημα