Ένας φίλος από τα παλιά ετοιμάζεται να παντρευτεί, άρα μια νέα ευκαιρία για bachelor-party προκύπτει και φυσικά οι ήρωες μας δεν θα την αφήσουν να πάει χαμένη. Υπάρχει όμως μία σημαντική διαφορά που θα δοκιμάσει τα όριά τους: ο γάμος πρόκειται να γίνει στην Κρήτη και οι σφακιανοί συγγενείς της νύφης δεν αστειεύονται. Νέοι φίλοι αλλά και εχθροί θα ενταχθούν στην παρέα, θα αντιμετωπίσουν κρητικές βεντέτες, αλλά και τις συνέπειες του πιο επικού bachelor-party.

Σκηνοθεσία:

Γιάννης Παπαδάκος

Κύριοι Ρόλοι:

Γιάννης Τσιμιτσέλης … Αντώνης

Θανάσης Βισκαδουράκης … Ρένος

Νίκος Βουρλιώτης … Τζίμης

Μελέτης Ηλίας … Κώστας

Δημήτρης Τζουμάκης … Βασιλαντωνάκης

Δημήτρης Πιατάς … Λεβεντογιαννάκης

Βασιλική Τρουφάκου … Αντζελίνα

Άννα Κουρή … Αρετή

Τόνι Σφήνος … Τόνι

Γιώργος Μαυρίδης … Όμηρος

Ζαχαρούλα Βαλαβάνη … Μυρτώ

Νικόλας Μπράβος … Μανωλάκης

Ζήσης Ρούμπος … αστυνομικός

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Ρένα Ρίγγα, Κώστας Βαζάκας

Παραγωγή: Παντελής Καλατζής

Μουσική: Λευτέρης Ξάνθης

Φωτογραφία: Γιώργος Αργυροηλιόπουλος

Μοντάζ: Τεό Σκρίκας

Σκηνικά: Χρύσα Δαπόντε

Κοστούμια: Χρύσα Δαπόντε

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Αρνητική.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: The Bachelor 2
  • Διεθνής Τίτλος: The Bachelor 2

Άμεσοι Σύνδεσμοι

Σεναριακή Πηγή

  • Σενάριο (χαρακτήρες): The Bachelor της Ρένα Ρίγγα.

Παραλειπόμενα

  • Οι αρνητικές κριτικές δεν πτόησαν το ελληνικό κοινό, και με 237.559 εισιτήρια ήταν η πιο εμπορική ελληνική ταινία της χρονιάς.

Μουσικά Παραλειπόμενα

  • Η Ελένη Φουρέιρα τραγουδάει τη Βασίλισσα για την ταινία. Αλλά κι ο Τόνι Σφήνος, που εμφανίζεται στο φιλμ, ερμηνεύει το Bachelor.

Κριτικός: Πάρις Μνηματίδης

Έκδοση Κειμένου: 23/12/2018

Η πλειοψηφία των εγχώριων κωμωδιών έχει μια τηλεοπτική λογική στο στήσιμο καταστάσεων και στην αισθητική, θέτοντας χαμηλά τον πήχη για το κοινό που έχει σχεδόν δεδομένο στο μυαλό του τι θα πάει να δει αν αποφασίσει να δώσει τα λεφτά του για ένα ελληνικό φιλμ της συγκεκριμένης κατηγορίας. Τόσο το πρώτο “The Bachelor” όσο και αυτό το σίκουελ προσπαθούν να διαφοροποιηθούν σε σκηνοθετική νοοτροπία τουλάχιστον από αυτήν την πεπατημένη, γιατί αν το πιάσει κανείς από σεναριακή άποψη θα αναπολήσει ακόμη και τις ελληνικές σειρές που κόβονταν ύστερα από μονοψήφιο αριθμό επεισοδίων στις χρυσές εποχές της ιδιωτικής τηλεόρασης όταν κάθε φθινόπωρο ξεφύτρωναν δεκάδες προϊόντα μυθοπλασίας για τη μικρή οθόνη. Διόλου τυχαία, όπως και στην προηγούμενη ταινία, το σενάριο έχει την υπογραφή της Ρένας Ρίγγα που παρήγαγε έναν αξιοπρόσεκτο αριθμό σήριαλ από τη δεκαετία του ’90 κι έπειτα με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα ίσως το “Ευτυχισμένοι Μαζί”, για αυτό και τα μπερδέματα, οι φαρσικές εκρήξεις, οι στερεοτυπικές φιγούρες, όλα μοιάζουν να έχουν βγει από την τηλεόραση παρά την προσπάθεια να υιοθετηθεί μια κινηματογραφική λογική στην πλανοθεσία με πολλές εναέριες λήψεις και την κάμερα να κινείται ελαφρώς περισσότερο από το μέσο όρο της ντόπιας παραγωγής.

Κοινώς, άλλαξε ο Μανωλιός κι έβαλε τα ρούχα του αλλιώς. Αυτό θα ήταν συγχωρητέο αν το σύνολο αποδεικνυόταν λειτουργικό ή έστω κάπως αστείο. Σε μια διάρκεια σχεδόν δύο ωρών, το καλύτερο που επιτυγχάνεται είναι κάποια σκόρπια μειδιάματα ή αδύναμα γέλια που οφείλονται κυρίως στο μεράκι των πιο πηγαία ταλαντούχων συντελεστών όπως αυτό του Ζήση Ρούμπου που κάνει ένα μικρό αλλά χαριτωμένο πέρασμα. Δεν υπάρχει ούτε καν κάποιο ίχνος από την ανά στιγμές ιδιοσυγκρασιακή γραφή της Ρίγγα. Γενικότερα πρόκειται για ένα προϊόν χωρίς προσωπικότητα, ένας χυλός σύγχρονων αμερικάνικων επιρροών κι ελληνικών κλισέ με μια προσχηματική πλοκή που προχωρά άτσαλα και άτεχνα από τη μία κατάσταση στην επόμενη και χαρακτήρες δίχως ψυχολογική υπόσταση. Υπάρχουν και κάτι αμφίβολης ποιότητας ευρήματα όπως η ιδιαίτερα εκνευριστική παρουσία του Τόνι Σφήνου ως άλλος Loki (της σκανδιναβικής μυθολογίας, όχι της Marvel) που σαν από μηχανής θεός από την ανάποδη παρεμβαίνει για να προκαλέσει ευτράπελα και να ταράξει τα νερά, με την τελική αποκάλυψη για το λόγο της ανάμειξής του στα δρώμενα που εξορθολογίζει την ύπαρξή του στο φιλμ να είναι χειρότερη σύλληψη και από το να ήταν απλά ένα ζωντανό καρτούν που μπήκε ως ιδέα στο σενάριο για μερικά έξτρα καλαμπούρια. Η εντύπωση της ταινίας ταχείας κατανάλωσης γίνεται ακόμη βαρύτερη αν ληφθεί υπόψιν και η ανελέητη λαίλαπα τοποθέτησης προϊόντων που ειδικά στα πρώτα λεπτά γίνεται με ρυθμό blast beat. Εγκλωβισμένοι σε ένα σενάριο-κουρελού που συρράφει συμβάντα που δεν κολλούν αρμονικά μεταξύ τους για να φτιάξουν μια ιστορία με συνοχή, οι ηθοποιοί δε βοηθούν στο να ξεκολλήσει από το βάλτο το αποτέλεσμα.

Οι γυναίκες του καστ δεν υφίστανται ερμηνευτικά γιατί το κείμενο καθαυτό δεν τους δίνει επαρκές υλικό για να δουλέψουν επάνω του, ενώ από τους άντρες άλλοι απλά υποδύονται τον εαυτό τους (Γιάννης Τσιμιτσέλης, Γιώργος Μαυρίδης), άλλοι προσφέρουν τη γνωστή, χιλιοπαιγμένη μανιέρα τους (Δημήτρης Τζουμάκης, Δημήτρης Πιατάς) και άλλοι απλά δεν έχουν καν κάποιο προσωπικό στίγμα (Νικόλας Μπράβος, Νίκος Βουρλιώτης). Όσο κυλάει ο χρόνος τόσο πιο πολύ μένει η γεύση μιας αφορμής να βρεθούν μαζί όλοι οι συντελεστές, να πάρουν την αμοιβή τους και να περάσουν καλά. Αυτό δεν είναι από μόνο του κακό, παρά μόνο όταν δεν υπάρχει έμπνευση και γένεση ιδεών όπως εδώ. Οι δε υποσχέσεις και για επόμενο σίκουελ που δίνονται στο φινάλε περισσότερο σαν απειλές ακούγονται αν δεν αλλάξει κάτι δραματικά στον τρόπο αντίληψης κι εκτέλεσης των συντελεστών. Το μόνο που γίνεται βέβαιο όταν πέσουν οι τίτλοι τέλους είναι πως χρειάζεται ένας πραγματικός «εγκέλαδος» σε πνευματικό επίπεδο για να ανακάμψει στην Ελλάδα η κωμωδία στη μεγάλη οθόνη…

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

14 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *