
Η Ταχυδρομική Άμαξα
- Stagecoach
- Η Άμαξα της Αγωνίας
- 1939
- ΗΠΑ
- Αγγλικά, Ισπανικά, Γαλλικά
- Γουέστερν, Εποχής, Περιπέτεια
- 22 Σεπτεμβρίου 1939
Το ταξίδι μιας ταχυδρομικής άμαξας στη μέση του πουθενά, που μεταφέρει έναν μέθυσο γιατρό, μια έγκυο γυναίκα, ένα διευθυντή τράπεζας που το έχει σκάσει με τα λεφτά των πελατών του, και άλλους θα αναστατωθεί καθώς οι ινδιάνοι είναι στο μονοπάτι του πολέμου.
Σκηνοθεσία:
John Ford
Κύριοι Ρόλοι:
John Wayne … Henry ‘Ringo Kid’
Claire Trevor … Dallas
Thomas Mitchell … Δρ Josiah Boone
Andy Devine … Buck
John Carradine … Hatfield
George Bancroft … αστυνόμος Curley Wilcox
Louise Platt … Lucy Mallory
Donald Meek … Samuel Peacock
Berton Churchill … Ellsworth Henry Gatewood
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Dudley Nichols
Παραγωγή: John Ford
Μουσική: Gerard Carbonara
Φωτογραφία: Bert Glennon
Μοντάζ: Otho Lovering, Dorothy Spencer
Σκηνικά: Alexander Toluboff
Κοστούμια: Walter Plunkett
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Πολύ θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Stagecoach
- Ελληνικός Τίτλος: Η Άμαξα της Αγωνίας [αρχικός]
- Εναλλακτικός Ελλ. Τίτλος: Η Ταχυδρομική Άμαξα [επανέκδοσης]
Σεναριακή Πηγή
- Διήγημα: The Stage to Lordsburg του Ernest Haycox.
Κύριες Διακρίσεις
- Όσκαρ δεύτερου αντρικού ρόλου (Thomas Mitchell) και μουσικού σκορ. Υποψήφιο για καλύτερη ταινία, σκηνοθεσία, φωτογραφία, μοντάζ και σκηνικά.
Παραλειπόμενα
- Πρώτα από τα πολλά γουέστερν που γυρίστηκαν στην περίφημη Monument Valley, μια ερημώδη περιοχή στα σύνορα Αριζόνας-Γιούτα. Ειδικά ο John Ford και ο John Wayne (που εδώ βρήκε την ευκαιρία να χτίσει καριέρα) επανήλθαν εκεί πολλάκις.
- Αρχικά, ο Ford δεν μπορούσε να βρει χρηματοδότηση, μια και στο Χόλιγουντ πίστευαν ότι τα ακριβά γουέστερν ήταν εκτός μόδας, αλλά κι επειδή δεν ενέκριναν ως πρωταγωνιστή τον σχετικά άσημο τότε John Wayne. Αυτός που βρέθηκε διαθέσιμος ήταν ο David O. Selznick, αλλά είχε πολλούς ενδοιασμούς, Εντέλει, βρέθηκε ο “ανεξάρτητος” Walter Wanger, όπου όμως ήθελε στους πρώτους ρόλους τον Gary Cooper και τη Marlene Dietrich. Ο Ford αρνήθηκε, ειδικά όσον αφορούσε τον Wayne. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα ο συμβιβασμός να φέρει σχεδόν το μισό μπάτζετ από ό,τι ήθελε ο δημιουργός, αλλά και το ότι το όνομα της Claire Trevor θα έμπαινε ψηλότερα από τον Wayne.
- Όταν ρώτησαν τον σκηνοθέτη γιατί στη σκηνή της καταδίωξης οι Απάτσι δεν πυροβόλησαν απλά τα άλογα της άμαξας για να τη σταματήσουν, απάντησε: “Επειδή έτσι θα τελείωνε η ταινία”!
- Η United Artists ανέλαβε τη διανομή, αλλά με ένα συμβόλαιο εκμετάλλευσης που έληγε σε 7 χρόνια. Τα δικαιώματα ανανεώθηκαν έπειτα από την 20th Century Fox, που το 1966 έβγαλε ένα ριμέικ (στα ελληνικά: Ρινγκ Κιντ, ο Εκδικητής).
- Οι αρχικές κόπιες είχαν είτε χαθεί, είτε καταστραφεί. Υπήρχε όμως μία στα χέρια του John Wayne, που δεν είχε μπει σε μηχανή προβολής ποτέ, και το 1970 έδωσε την άδεια να γίνουν νέες κόπιες μέσω αυτής. Το 1996, το UCLA έκανε ολική αποκατάσταση αυτής της κόπιας και μέσω διασωσμένου υλικού, ενώ πιο μετά δημιουργήθηκε και μια χρωματισμένη εκδοχή.
Μουσικά Παραλειπόμενα
- Για τη μουσική δεν αναγράφεται κανένα όνομα στους τίτλους, αλλά κύριος υπεύθυνος ήταν ο Gerard Carbonara. Μαζί του είχαν συνεργαστεί για την ταινία οι: Louis Gruenberg, Richard Hageman, W. Franke Harling, John Leipold και Leo Shuken.
Κριτικός: Πάρις Μνηματίδης
Έκδοση Κειμένου: 7/7/2017
Μια ομάδα ετερόκλητων επιβατών αποτελούμενη από την έγκυο Lucy, τον αλκοολικό γιατρό δόκτορα Boone, την ελαφρών ηθών Dallas, τον χαρτοπαίκτη Hatfield, τον πωλητή ουίσκι και οικογενειάρχη Samuel και τον τραπεζίτη Henry διασχίζει με μια άμαξα την απόσταση 325 χιλιομέτρων από το Τόντο στο Λόρντσμπουργκ, έχοντας το φόβο του να περάσουν μέσα από έδαφος των Απάτσι που έχουν επιθετικές διαθέσεις. Στη διαδρομή τούς σταματάει ο Ringo Kid που μόλις απέδρασε από τη φυλακή κι έχει ορκιστεί να εκδικηθεί τον Luke Plummer που σκότωσε τον αδερφό του και τον πατέρα του και βρίσκεται στον σταθμό προορισμού της άμαξας. Με τον φύλακα της άμαξας να έχει την πρόθεση να παραδώσει τον Ringo στις αρχές, το σύνολο θα περιπλανηθεί κατά μήκος της αμερικανικής ηπείρου συναντώντας εμπόδια, αλλά και οικοδομώντας απρόσμενα σχέσεις αλληλοεκτίμησης και σεβασμού.
Μία από τις πιο διάσημες και σημαντικές δημιουργίες του μεγάλης εμβέλειας παρότι εξειδικευμένου σχεδόν αποκλειστικά και μόνον στο είδος του γουέστερν δημιουργού John Ford, που γνώρισε μάλιστα και δύο ριμέικ, το «Ταχυδρομική Άμαξα» είναι ένα χρυσό παράδειγμα καθαρά ψυχαγωγικού σινεμά με την καλύτερη δυνατή έννοια. Τα υποβλητικά κινηματογραφημένα ανοιχτά τοπία που έρχονται σε αντίθεση με τους στενούς κλειστούς χώρους, οι καλοδουλεμένοι και διαρκώς εξελισσόμενοι κατά τη διάρκεια του φιλμ χαρακτήρες, οι συναρπαστικές αλληλεπιδράσεις μεταξύ τους και η άψογη αίσθηση του ρυθμού, με αποκορύφωμα τη σύγκρουση με τους Απάτσι που έρχεται λίγο πριν την κατάληξη της ιστορίας και παραμένει μέχρι και σήμερα ένα μοναδικό υπόδειγμα άψογα ενορχηστρωμένου μοντάζ και ιδανικού συνδυασμού σασπένς και δράσης, όλα αυτά κι άλλα πολλά συνδυάζονται για να «σερβίρουν» μια ταινία δικαίως κλασική στο είδος της, και όχι μόνο. Ακόμη ένα στοιχείο που προξενεί εντύπωση είναι η πολιτική τοποθέτηση του ίδιου του Ford μέσω της αποτύπωσης των ηρώων του. Παρότι η απεικόνιση των Ινδιάνων ως αιμοδιψείς και πολεμοχαρείς ρέπει σαφώς προς την αντιδραστικά συντηρητική πλευρά του φάσματος των πολιτικών ιδεολογιών κι αποτελεί ταυτόχρονα το μοναδικό σημαντικό μελανό σημείο του έργου, δεν συμβαίνει το ίδιο και με τους επιβάτες. Οι «εκτός του νόμου», οι περιθωριακοί είναι αυτοί που εξυμνούνται μέσα από το σενάριο και αυτοί που αποβαίνουν σε πράξεις μεγαλείου όπως το να προστατεύσουν τους υπόλοιπους από εξωτερικές απειλές, με τον μέθυσο γιατρό να βοηθάει στη γέννα τη Lucy και την Dallas να φροντίζει το μωρό και να παροτρύνει τον Ringo να ξεχάσει την εκδίκηση για να ζήσει μια άλλη ζωή πέρα από το μίσος και τη λογική του οφθαλμόν αντί οφθαλμού. Όπως εξίσου αξιοσημείωτη είναι και η μοίρα που επιφυλάσσεται στον ανέντιμο τραπεζίτη με το έντονο αντικρατικιστικό κήρυγμα και την άτεγκτη συμπεριφορά απέναντι στους υπόλοιπους συνταξιδιώτες, αποτυπώνοντας και μια τάση στο λαϊκό σινεμά που εξακολουθούσε να υπάρχει ακόμη και μετά το πέρας της Μεγάλης Ύφεσης του `29 που σίγουρα ενθουσίαζε το τότε κοινό. Ο κάθε ηθοποιός δίνει το δικό του προσωπικό στίγμα σε αυτή την πολύχρωμη πινακοθήκη χαρακτήρων, με τον Andy Devine να προσφέρει τις πιο ανάλαφρες και κωμικές ανάπαυλες, τον Thomas Mitchell που κέρδισε και Όσκαρ δεύτερου ανδρικού ρόλου για την ερμηνεία του να επιτελεί ανά στιγμές ένα ανάλογο πόστο συνδυάζοντας το όμως και με στιγμές μεγάλης υποκριτικής οξυδέρκειας, καθιστώντας τον χαρακτήρα του πιο πολυδιάστατο από μια απλώς εύθυμη φιγούρα ενός μεθύστακα, τους γυναικείους ρόλους της Louise Platt και της Claire Trevor να χαρακτηρίζονται από μια θαυμάσια δομημένη αλληλεξάρτηση που σταδιακά κορυφώνεται και τον John Wayne να παρελαύνει με ένα μοναδικό star-quality που θα σήμαινε απλά την αρχή μιας μακρόχρονης επιτυχημένης καριέρας.
Άκρως σφιχτοδεμένη, διασκεδαστική και συναρπαστική κατά τη χρονική της διάρκεια, η ταινία του Ford, ακόμη κι αν στερείται το ψυχολογικό βάθος και την επική ματιά ενός «Αιχμάλωτη της Ερήμου», έχει καταφέρει να διατηρηθεί σε άψογη φόρμα στο πέρασμα των χρόνων και να υπάρξει ένα παράδειγμα προς μίμηση για αμέτρητους επιγόνους της χρυσής εποχής ενός κινηματογραφικού είδους που κακώς αντιμετωπίζεται από κάποιους σήμερα ως μουσειακό έκθεμα.
Βαθμολογία: