Ο Λινκ κι ο Γκος ηγούνται μιας αδίστακτης συμμορίας ληστών στην Άγρια Δύση. Όταν ληστεύουν ένα τρένο, ανακαλύπτουν πως μέσα είναι ένας ιάπωνας πρέσβης, ο οποίος κουβαλάει ένα σπαθί κατάνα ως δώρο για τον πρόεδρο των ΗΠΑ. Ο Γκος σκοτώνει έναν από τους φρουρούς του και κλέβει το σπαθί, ενώ οι υπόλοιποι της συμμορίας προσπαθούν να σκοτώσουν τον Λινκ με δυναμίτη. Ο πρέσβης σώζει τον Λινκ και τον συμβουλεύει να συνοδεύσει τον άλλο του φρουρό, τον σαμουράι Κουρόντα, στην ανεύρεση του σπαθιού, ώστε να αποκαταστήσει την τιμή του.

Σκηνοθεσία:

Terence Young

Κύριοι Ρόλοι:

Charles Bronson … Link Stuart

Ursula Andress … Cristina

Toshiro Mifune … Kuroda Jubei

Alain Delon … Gotch ‘Gauche’ Kink

Capucine … Pepita

Barta Barri … Paco

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Denne Bart Petitclerc, William Roberts, Lawrence Roman

Στόρι: Laird Koenig

Παραγωγή: Robert Dorfmann

Μουσική: Maurice Jarre

Φωτογραφία: Henri Alekan

Μοντάζ: Johnny Dwyre

Σκηνικά: Enrique Alarcon

Κοστούμια: Tony Pueo

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: Soleil Rouge
  • Ελληνικός Τίτλος: Μονομαχία στον Κόκκινο Ήλιο
  • Διεθνής Τίτλος: Red Sun

Παραλειπόμενα

  • Το σχέδιο είχε ανακοινωθεί από το 1968, με τον Toshiro Mifune να είναι ο πρώτος που επιλέχτηκε για το καστ.
  • Ο Clint Eastwood είχε αναφερθεί ότι πιθανώς θα εμφανίζονταν σε κάποιον ρόλο. Ήταν η πρώτη επιλογή του Terence Young.
  • Το φιλμ έκανε μεγάλο σταρ τον Charles Bronson στην Ιαπωνία. Αποτέλεσμα είχε να κάνει εκεί μια πολύ προσοδοφόρα διαφήμιση κολόνιας.
  • Ο John Huston είχε δηλώσει πως θεωρούσε αυτό ένα από τα τρία καλύτερα γουέστερν που υπήρχαν ποτέ.

Κριτικός: Σταύρος Γανωτής

Έκδοση Κειμένου: 12/8/2019

Ήταν κοινό μυστικό ότι ολόκληρη η μεταστροφή του γουέστερν κατά τη δεκαετία του 1960 σε πιο βίαια, ρεαλιστικά και σπαγγέτι μονοπάτια (από ford-οποίηση…) είχε ως βάση το σινεμά σαμουράι. Ήταν λοιπόν θέμα χρόνου αυτό το «μυστικό» να βγει στον -κόκκινο- ήλιο, εν είδει της κοινής εμφάνισης πιστολέρο και σαμουράι επί της οθόνης.

Η επιλογή του καστ άψογη, αφού η Γαλλία βάζει δύο από τα μεγάλα της όπλα (Alain Delon, Capucine), παίρνει την πολυεθνική σεξοβόμβα Ursula Andress, ένα από τα αμερικανικά σύμβολα του είδους, τον Charles Bronson, και το νούμερο ένα της δράσης στην Ιαπωνία, τον Toshiro Mifune. Ακόμα κι αν δεν είναι ταινία χαρακτήρων αλλά τύπων, η σύμπραξη όλων αυτών είναι ηλεκτροφόρα. Λίγοι σκηνοθέτες θα μπορούσαν να ατυχήσουν με τέτοιο επιτελείο ηθοποιών, με έναν από αυτούς να είναι ο Terence Young…

Ο βρετανο-θρεμμένος δημιουργός είχε καλές στιγμές με τα πρώτα 007, αλλά ύφος δεν είχε. Το μόνο που γνώριζε καλά είναι οι κωδικοί μιας εμπορικής ευρωπαϊκής ταινίας, κι αυτούς βγάζει κι εδώ. Είναι σαν να μη σκηνοθετεί, μα απλά να στήνει πρόχειρα την κάμερα, να ξαμολάει το καστ του και να απολαμβάνει κι αυτός το θέαμα. Σε αυτό το παιχνίδι καστ εναντίον δημιουργού χαμένο εντέλει βγαίνει το φιλμ. Έχουμε δηλαδή μια ταινία που ξεχωρίζει σε κάποιες καλογραμμένες σκηνές, απολαμβάνουμε τη συνάντηση των μεγάλων σταρ, αλλά πουθενά δεν υπάρχει ένα ύφος που θα κάνει την ταινία μοναδική, αυθεντική, αληθινά απολαυστική.

Ο θεατής λίγα όμως θα κάτσει να καταλάβει περί του τι θα έπρεπε να δει από εδώ, και είναι αλήθεια πως οι εμπορικοί κωδικοί του Young κάνουν την «ύπουλη» δουλίτσα τους. Έτσι, η ταινία του μπορεί να στερείται της οποιαδήποτε ταυτότητας, αλλά όταν το πιστόλι του Bronson συναντιέται με το σπαθί κατάνα του Mifune, και όταν το σεξαπίλ του Delon διασταυρώνεται με αυτό της Andress κατώτερα αποτελέσματα από κάτι το αληθινά ενδιαφέρον δεν πρόκειται να είχαμε.

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

14 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *