Ο Πιτ, ένα ορφανό αγόρι, το σκάει μακριά σε μια μικρή παραθαλάσσια πόλη παρέα με τον αγαπημένο του φίλο, έναν αξιαγάπητο και μερικές φορές αόρατο δράκο, τον Έλιοτ. Όλα πάνε καλά για τους δυο τους, έως τη στιγμή που οι πλάκες του Έλιοτ βάζουν σε μπελάδες τον Πιτ.

Σκηνοθεσία:

David Lowery

Κύριοι Ρόλοι:

Oakes Fegley … Pete Healy

Bryce Dallas Howard … Grace Meacham

Wes Bentley … Jack Magary

Karl Urban … Gavin Magary

Oona Laurence … Natalie Magary

Robert Redford … Κος Meacham

Isiah Whitlock Jr. … σερίφης Gene Dentler

Marcus Henderson … Woodrow

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: David Lowery, Toby Halbrooks

Παραγωγή: Jim Whitaker

Μουσική: Daniel Hart

Φωτογραφία: Bojan Bazelli

Μοντάζ: Lisa Zeno Churgin

Σκηνικά: Jade Healy

Κοστούμια: Amanda Neale

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: Pete’s Dragon
  • Ελληνικός Τίτλος: Ο Πιτ και ο Δράκος του

Άμεσοι Σύνδεσμοι

  • Έλιοτ, ο Τρελός Τρελός Δράκος (1977)

Σεναριακή Πηγή

  • Σενάριο: Έλιοτ, ο Τρελός Τρελός Δράκος του Malcolm Marmorstein.
  • Διήγημα: Pete’s Dragon των Seton I. Miller, S.S. Field.

Παραλειπόμενα

  • Τεχνική: Ψηφιακό Σχέδιο & Ζωντανοί Χαρακτήρες
  • Η ταινία βγήκε και τρισδιάστατη.
  • Το 2013, η Walt Disney Pictures ανακοίνωσε το ριμέικ του Έλιοτ ο Τρελός Τρελός Δράκος (1977), που κι αυτό με τη σειρά του βασίζονταν σε αδημοσίευτο διήγημα. Αυτή τη φορά χωρίς μιούζικαλ και ιδιαίτερα κωμικά στοιχεία, κι ενώ αμφότερες οι ταινίες είναι με ζωντανούς χαρακτήρες και τον δράκο σε κινούμενο σχέδιο.
  • Ο Wes Bentley αντικατέστησε τον Casey Affleck, και ο Karl Urban τον Michael C. Hall.
  • Οι ζωντανές σκηνές γυρίστηκαν με κάμερες Panavision Panaflex, ενώ ο Έλιοτ είναι ένα ψηφιακό κατασκεύασμα της Weta Digital.
  • Όλα τα γυρίσματα έλαβαν χώρα στη Νέα Ζηλανδία. Όσα από αυτά συμπεριελάμβαναν τον ψηφιακό δράκο, έγιναν εντός των Stone Street Studios.
  • Με κόστος 65 εκατομμύρια δολάρια, το φιλμ εισέπραξε 143,7, ενώ τα εξίσου καλά και στις πωλήσεις του home-video.
  • Και στα ελληνικά, με τις φωνές των: Δημήτρης Βασιλείου (Πιτ), Χαρά Ζησιμάτου (Γκρέις), Ντίνος Σούτης (Μίτσαμ), Φοίβος Ριμένας (Τζακ), Στεφανία Παππά (Νάταλι), Σωτήρης Δούβρης (Γκάβιν), Γιάννης Στεφόπουλος (σερίφης Τζιν Ντέντλερ), Σταύρος Σιούλης (Γούντροου), Ανδρέας Ευαγγελάτος (Άμπνερ), Ηλίας Ζερβός (Μπόμπι), Χρήστος Συριώτης (Σμολς), Μαρία Πλακίδη (Δρ Μαρκέζ), Γεωργία Αχλαδιώτου, Μαρίνα Αχλαδιώτου, Στέλιος Ευαγγελάτος, Κατερίνα-Ελένη Λελεκίδη, Άκης Λελεκίδης, Αλέξανδρος Ντούνης, Αντώνης Πάλλης, Ανδρέας Ρήγας, Ινώ Στεφανή, Γιάννης Υφαντής, Στέλιος Ψαρουδάκης. Σκηνοθετική επιμέλεια: Μαρία Πλακίδη. Μετάφραση:
    Ελένη Κουβοπούλου.

Μουσικά Παραλειπόμενα

  • Την ταινία κλείνει το τραγούδι Candle on the Water, που ακούγονταν και στην ταινία του 1977 (ήταν και υποψήφιο για Όσκαρ). Αυτή τη φορά ερμηνεύεται από τους Okkervil River.
  • Αρχικά είχε ανατεθεί στον Howard Shore, αλλά κατά τη διαδικασία του post-production η δουλειά του αντικαταστάθηκε με αυτή του Daniel Hart, παλιού συνεργάτη του σκηνοθέτη.

Κριτικός: Πάνος Αχτσιόγλου

Έκδοση Κειμένου: 9/10/2016

Η ταινία του Ντέιβιντ Λόουρι μοιάζει να γεννιέται μέσα από το μείγμα ενός θρύλου που διατηρείται ζωντανός στη συλλογική μνήμη από παραμυθάδες παππούδες επαρχιακών χωριών, οι οποίοι έχουν λίγο χάσει την επαφή με την πραγματικότητα (κάτι σαν αυτόν που ενσαρκώνει ο Ρόμπερτ Ρέντφορντ στο ίδιο το φιλμ) και τις γλυκιές αναμνήσεις ενός παιδιού για έναν σκύλο που φάνταζε τόσο εξωπραγματικά τεράστιος, μόνο και μόνο γιατί ο ίδιος ήταν τόσο πραγματικά μικρός. Σχεδόν τα πάντα σε αυτή την κινηματογραφική προσπάθεια «φωνάζουν» αναφορές, αφού το ριμέικ της Ντίσνεϊ, εκτός του ότι μοιράζεται τον ίδιο τίτλο με την ομώνυμη δημιουργία του 1977, ενσωματώνει στοιχεία από κλασικές παιδί-τέρας φιλμικές θεματικές (του τύπου «Ε.Τ.» και «Iron Giant»), στοχεύοντας στο να αποτελέσει μια ισχυρή εναλλακτική πρόταση απέναντι στο οικογενειακό animation. Απευθυνόμενο σχεδόν αποκλειστικά σε ένα παιδικό κοινό -και σε όσους μπορούν ακόμη να θυμούνται πώς ένιωθαν όταν έβλεπαν τέτοιου είδους ταινίες όταν ήταν ακόμη παιδιά-, αφηγείται την ιστορία του Πιτ και τη φιλία του με έναν καλόκαρδο πράσινο δράκο που μπορεί και γίνεται αόρατος.

Ο Λόουρι ξεμπερδεύει πολύ νωρίς με τον θάνατο, σε απαράμιλλο Ντίσνεϊ ύφος, και επικεντρώνεται γρήγορα σε αυτό που ουσιαστικά θα φέρει τους μικρούς σινεφίλ (μαζί με τους γονείς τους) στις αίθουσες. Η διήγηση, αντιπροσωπευτική του είδους, τοποθετεί σε δεύτερη μοίρα κίνητρα, βάσιμες αιτιολογήσεις και λοιπές επεξηγήσεις των αποφάσεων των ηρώων, και δίνει χρώμα και μορφή στην αχαλίνωτη φαντασία, παρουσιάζοντας δύο κεντρικούς χαρακτήρες, έναν πραγματικό κι έναν ψηφιακό, που θαρρείς ο Ράντγιαρντ Κίπλινγκ απλά ξέχασε να συμπεριλάβει στο «Βιβλίο της Ζούγκλας». Ο μικρός Όουκς Φέγκλεϊ, στον ρόλο του Πιτ, προσδίδει μια αξιοπρόσεκτη φρεσκάδα στον ρόλο που δύσκολα βρίσκεις πια σε παιδί ηθοποιό, ερμηνεύοντας σχεδόν με αυθεντικό εντυπωσιασμό (θυμίζοντας αμυδρά τον συνομήλικό του, Τζέικομπ Τρέμπλεϊ, του «Δωματίου»), ενώ ο μαλλιαρός πράσινος δράκος που ακούει στο όνομα Έλιοτ, γεμάτος υπόκωφα γρυλίσματα και τρυφερές προστατευτικές αγκαλιές, φέρνει στον νου ένα υπερφυσικό κουτάβι (ή ακόμη και τη ζεστή πατρική φιγούρα του Σάλι στο «Μπαμπούλας Α.Ε.») που θα πρέπει να είσαι από πέτρα για να μην αγαπήσεις. Οι δυο τους αποτελούν ό,τι πιο αξιόλογο και διασκεδαστικό έχει να επιδείξει το φιλμ, αφού το ακίνδυνο στόρι με τους κατάφωρους οικολογικούς συμβολισμούς και το -σχεδόν πια μόνιμο για τα στούντιο- νοηματικό περιτύλιγμα γύρω από την αξία της οικογένειας αφήνουν μια αίσθηση παλιομοδίτικης νοσταλγίας για έναν καλόκαρδο κόσμο που αναζητούσες απεγνωσμένα στα νιάτα σου, αλλά μόνο στο σινεμά τελικά έβρισκες.

Παρότι ο «Πιτ και ο Δράκος του» προσδιορίζεται ως μια αμιγώς παιδική ταινία, οι κινηματογραφικές επιρροές του σκηνοθέτη της είναι δύσκολο να μείνουν απαρατήρητες. Ο Λόουρι -τηρουμένων πάντα των αναλογιών και χωρίς να γίνει δυσνόητος ή πολύ «καλλιτεχνικός»- προσπαθεί να παραδώσει κάτι από τον υπερβατικό λυρισμό του Τέρενς Μάλικ (που αποτέλεσε ξεκάθαρη πηγή έμπνευσης στην προηγούμενη δημιουργία του, «Μείνε Δίπλα μου»), με την κάμερά του να κινείται ρευστά ανάμεσα από τα κλαδιά και τα φύλλα των τεράστιων δέντρων, παρατηρώντας βουβά το προαιώνιο δασωμένο τοπίο μέσα στο οποίο κρύβεται όντως κάτι μαγικό. Εκεί όπου μαθαίνεις να δίνεις σημασία σε κάθε ήχο, σε κάθε τριγμό και σύρσιμο, σε άμεση επαφή με το φυσικό στοιχείο που περικλείει τον μύθο. Ίσως αυτές τελικά να είναι οι σκηνές που μπορούν να σε διασκεδάσουν χωρίς να νιώθεις και πολλές ενοχές για αυτό που βλέπεις. Μαζί βέβαια και με τις πτήσεις του Έλιοτ με τον Πιτ στην πλάτη του, που φέρνουν τόσο έντονα στο μυαλό μια άλλη φανταστική «Ιστορία Δίχως Τέλος».

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

13 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *