Αγέλαστος Πέτρα
- Αγέλαστος Πέτρα
- Mourning Rock
- 2000
- Ελλάδα
- Ελληνικά
- Ντοκιμαντέρ
- 16 Φεβρουαρίου 2001
H Eλευσίνα είναι μια μικρή βιομηχανική πόλη, 20 χιλιόμετρα δυτικά της Aθήνας. Mε την πόλη αυτή δέθηκε από τα προϊστορικά ακόμη χρόνια ο αγαπημένος μύθος των αρχαίων, αυτός της θεάς Δήμητρας, θεάς της γεωργίας και της ευφορίας της γης, και της κόρης της, Περσεφόνης. Eδώ όπου σύμφωνα με τον μύθο πρωτοκαλλιεργήθηκαν τα θεία δώρα, τα δημητριακά, αναπτύχθηκαν και οι μεγαλύτερες βιομηχανίες της Eλλάδας, με καταστροφικές συνέπειες για την περιοχή και το ιερό. Παρατηρούμε αυτή την πόλη επί δέκα χρόνια, απ’ τη μεριά του προσκυνητή, παρακολουθούμε τα καθημερινά, ταπεινά και μεγαλειώδη, και ανακαλύπτουμε κτερίσματα από το αρχαίο πρόσωπο, εντοιχισμένα στη σύγχρονη ζωή. H Eλευσίνα είναι δυτικά, χώρος ιερός, σημείο και όριο για να δει κανείς τόσο τον κόσμο γύρω του, όσο και τον εαυτό του.
Σκηνοθεσία:
Φίλιππος Κουτσαφτής
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Φίλιππος Κουτσαφτής
Παραγωγή: Φίλιππος Κουτσαφτής
Μουσική: Κωνσταντίνος Βήτα
Φωτογραφία: Φίλιππος Κουτσαφτής
Μοντάζ: Χρόνης Θεοχάρης
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Πολύ θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Αγέλαστος Πέτρα
- Διεθνής Τίτλος: Mourning Rock
Άμεσοι Σύνδεσμοι
- Οι Ελευσίνιοι (2024)
Κύριες Διακρίσεις
- Βραβείο καλύτερου ντοκιμαντέρ, ΠΕΚΚ και κοινού στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης.
Εξωτερικοί Σύνδεσμοι
- Το ντοκιμαντέρ είναι απόρροια δέκα ετών δουλειάς.
- Έκοψε 45.000 εισιτήρια, ένα νούμερο υψηλότατο για ελληνικό ντοκιμαντέρ.
- 24 χρόνια μετά και με την ευκαιρία της ανακήρυξης της Ελευσίνας ως πολιτιστικής πρωτεύουσάς της Ευρώπης, ο Κουτσαφτής επέστρεψε κινηματογραφικά στην πόλη με το Οι Ελευσίνιοι.
Κριτικός: Σταύρος Γανωτής
Έκδοση Κειμένου: 30/1/2002
Μια δεκάχρονη (1988-98) πορεία-καταγραφή απλών και μη περιστατικών με επίκεντρο τον χώρο της Ελευσίνας. Ένας χώρος ιερός τα αρχαία χρόνια («αγέλαστος πέτρα» ονομάζεται αυτή που κατά τον μύθο ξεκούρασε τη θεά Δήμητρα, μετά τον χαμό της Περσεφόνης), σεβαστός από τους κατοίκους της, αλλά αλλοτριωμένος σε σημείο κακουργήματος, κυρίως από την εκβιομηχάνισή του και ύστερα. Οι αρχαιολογικές εικόνες ανασκαφών, οι μαρτυρίες απλών ανθρώπων, η δύναμη της καθημερινότητας και το διαχρονικό πανηγύρι της ζωής που απειλείται ακόμη περισσότερο με καπήλευση…
Οπτικά, η σίγουρα κοπιαστική κι έμμονη προσπάθεια του Φίλιππου Κουτσαφτή δεν διαφέρει κατά πολύ από ένα καλό ντοκιμαντέρ της κρατικής τηλεόρασης. Τεχνικά, η ταινία δεν χαίρει ιδιαιτέρων αρετών, κάτι που όμως αντισταθμίζεται με τη «χρυσή» ενεργοποίηση της υποκειμενικότητας του δημιουργού. Καθόλου τυχαία, γίνεται στιγμιαία αναφορά στον Ταρκόφσκι, του οποίου το σινεμά δεν στηριζόταν στη χρήση οπτικών διεγέρσεων, αλλά ποιητικών. Η αφήγηση είναι η ψυχή του εγχειρήματος, που ρέει σαν ποίημα και λογικά πήρε λίγο χρόνο να «πάρει ζωή», αλλά και απέρρευσε από τα δέκα χρόνια ασκητισμού και σκεπτικισμού πάνω στα πλάνα που ζούσε ο καταγραφέας-δημιουργός. Οι ίδιες οι αρχαίες πέτρες διδάσκουν για το ποιον τους: πως είναι απλά ένα κομμάτι γης που η νόηση θα απογειώσει, η αίσθηση θα δοξάσει, η συνείδηση θα αναζητήσει. Θαυμαστή είναι και η σεβάσμια χρήση του λαϊκού στοιχείου της περιοχής, η καρδιά των πραγμάτων, με χαρακτηριστικότερη την επιμονή της κάμερας στην αναζήτηση ενός κλοσάρ της περιοχής, τον Παναγιώτη Φαρμάκη, το δημιουργικό άλτερ-έγκο του σκηνοθέτη, τόσο στην απλότητα, όσο και στην επικέντρωση ενός λιτού, αλλά τόσο ολοκληρωμένου έργου ζωής.
Βαθμολογία: