
Ο Μαξ Πέιν, ένας μυστικός αστυνομικός που παλεύει για την απονομή δικαιοσύνης, ξεσκεπάζει συνωμοσίες κι ανελέητους φονιάδες στους δρόμους της Νέας Υόρκης. Μάλιστα, φτάνει στο σημείο να αγωνιστεί για να εκδικηθεί αυτούς που σκότωσαν την οικογένειά του, ενώ συνεργάζεται με μια δολοφόνο, η οποία με τη σειρά της αναζητά εκδίκηση για τον άδικο θάνατο της αδερφής της.
Σκηνοθεσία:
John Moore
Κύριοι Ρόλοι:
Mark Wahlberg … ντετέκτιβ Max Payne
Mila Kunis … Mona Sax
Beau Bridges … B.B. Hensley
Kate Burton … Nicole Horne
Ludacris … αστυνόμος Jim Bravura
Chris O’Donnell … Jason Colvin
Nelly Furtado … Christa Balder
Donal Logue … Alex Balder
Olga Kurylenko … Natasha Sax
Amaury Nolasco … Jack Lupino
James McCaffrey … πράκτορας Jack Taliente
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Beau Thorne
Παραγωγή: Scott Faye, John Moore, Julie Yorn
Μουσική: Marco Beltrami, Buck Sanders
Φωτογραφία: Jonathan Sela
Μοντάζ: Dan Zimmerman
Σκηνικά: Daniel T. Dorrance
Κοστούμια: George L. Little
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Αρνητική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Max Payne
- Ελληνικός Τίτλος: Max Payne
Σεναριακή Πηγή
- Βίντεο-γκέιμ: Max Payne του Sam Lake.
Παραλειπόμενα
- Ήδη από τη χρονιά που κυκλοφόρησε το παιχνίδι, το 2001, η Collision Entertainment έκανε κρούση για να αποκτήσει τα κινηματογραφικά του δικαιώματα. Το επόμενο έτος ξεκίνησε να γράφεται το σενάριο (από τον “τηλεοπτικό” Shawn Ryan), αλλά ως το 2005 καμία σοβαρή κίνηση για έναρξη της παραγωγής δεν είχε γίνει. Η Collision τότε μεταβίβασε το σχέδιο στην 20th Century Fox. Μέσα σε δύο χρόνια, το νέο σενάριο από τον Beau Thorne είχε παραδοθεί, και μαζί ανακοινώθηκε η έναρξη γυρισμάτων.
- Ο ρόλος του Κόλβιν είχε προσφερθεί αρχικά στον Tobey Maguire.
- Παρότι δαπανήθηκαν 8 εβδομάδες για το χτίσιμο του σκηνικού στο Τορόντο, σχεδόν σε όλη την ταινία γίνεται εκτεταμένη χρήση CGI ακόμα και για τα ντεκόρ.
- Η αρχική ετυμηγορία της αξιολόγησης καταλληλόλητας ήταν το R, κάτι που ανάγκασε τον σκηνοθέτη να λειάνει κάποιες σκηνές για να πάρει το PG-13. Στο Home Cinema υπάρχουν ορίτζιναλ αυτές οι σκηνές, υπό τη μορφή uncut-version, που διαρκεί 3 επιπλέον λεπτά.
- Η ταινία συνάντησε αρνητικότατη κριτική από τους φαν του παιχνιδιού, κυρίως επειδή αλλάζει κεντρικά σημεία αναφοράς του επί του σεναρίου. Παρόλα αυτά, ο σκηνοθέτης δήλωσε πως προσπάθησε να ικανοποιήσει τους φαν όσο το δυνατόν περισσότερο. Αυτό δεν εμπόδισε το φιλμ από το να έχει μια θετική εισπρακτική πορεία. Εισέπραξε 85,8 εκατομμύρια δολάρια, έναντι ενός μπάτζετ των 35.
Κριτικός: Σταύρος Γανωτής
Έκδοση Κειμένου: 16/9/2008
Από την πρώτη σκηνή καταλαβαίνουμε πως δεν πρόκειται για ακόμα μία συνηθισμένη μεταφορά κόμικ ήρωα στον σύγχρονο κινηματογράφο. Σε παραφορά της πρώτης σκηνής του D.O.A. (Κυνηγώντας τον Δολοφόνο μου) ή αν προτιμάτε της Λεωφόρου της Δύσεως, ο κεντρικός ήρωας, με voice-over, μας πληροφορεί για την τραγική του κατάληξη, και ο πλανήτης του νουάρ είναι και πάλι εδώ…
Η ταινία είναι πιο σκοτεινή κι από τον Σκοτεινό Ιππότη, αλλά οι συγκρίσεις τελειώνουν εδώ. Επιβλητικά βραδινά πλάνα, χωρίς σκηνοθετικούς υπερβατισμούς, ευτυχώς, και, δυστυχώς, χωρίς γραμμικές, εξπρεσιονιστικές αναφορές. Ο χαρακτήρας του ήρωα καταραμένος, υποχρεωμένος να λύσει ένα χρόνιο μυστήριο, αλλιώς η κατάρα του θα παραμείνει ανέγγιχτη. Ο John Moore τον αγαπάει, του χαρίζει βάθος στην ψυχρότητα του, του δίνει υπόσταση αθώου, ακόμα κι όταν σκοτώνει.
Όμως, ενώ στο πρώτο επίπεδο μιας καλής εμπορικής παραγωγής με ουσία η ταινία αριστεύει, στο δεύτερο και πολύ σημαντικότερο, αυτό του σεναρίου, τα πάντα είναι ρηχά. Ένα φιλμ-νουάρ χαρακτηρίζεται από δαιδαλώδες σενάριο, με περιπαικτικούς διαλόγους και μια γυναίκα-παγίδα. Εδώ οι όροι παίζονται αλλιώς. Το σενάριο είναι μονοδιάστατο, καταστρέφει την έκπληξη του τέλους, βοηθάει μονάχα στο καλό δέσιμο δράσης-δράματος. Οι διάλογοι δεν έχουν βαρύτητα, είναι αιχμάλωτοι πάνω σε μια σύγχρονη οπτική και το «χρυσό» voice-over είναι άφαντο. Η γυναίκα-παγίδα παίζει μονάχα 15 λεπτά και το θηλυκό στοιχείο λειτουργεί περισσότερο σαν φάντασμα.
Υπάρχουν, ως δράση, δύο-τρία στιγμιότυπα «φαρμάκι». Δείγματα φορμαλισμού που ο σκηνοθέτης, ίσως, κρατάει για μια μελλοντική συνέχεια της δράσης του Μαξ Πέιν. Ακόμα, οι οπτικές αναφορές στις Βαλκυρίες, σύμφωνα με μια αλά Constantine αισθητική, είναι εξίσου εντυπωσιακές, αλλά δεν παίζουν βασικό ρόλο στην υπόθεση και παραμένουν σε δεύτερη διάσταση. Ο Mark Wahlberg ικανοποιητικός, όσο του επιτρέπει το -απαραίτητα- ψυχρό ύφος να ελλιχθεί. Καλύτερη και νοσταλγική η παρουσία του Beau Bridges.
Θα λέγαμε ότι έχουμε μια καλή ταινία για το είδος της. Ακόμα και που γίνεται φιλότιμη προσπάθεια αναβίωσης του φιλμ-νουάρ, η ταινία ξεχωρίζει εντέλει για τη στρωτή σκηνοθεσία της και τον απόλυτα σκοτεινό διάκοσμο. Άξια η ανάπτυξη του χαρακτήρα του ήρωα, κρυμμένοι στο πουθενά όλοι οι υπόλοιποι, υποχείριοι ενός σεναρίου που πιο πολύ κάνει συστάσεις παρά λειτουργεί αυτοτελώς. Η δράση δεν είναι καταλύτης, μοιάζει να χρειάζονταν περισσότερη, αλλά όταν αποφασίζει να κάνει εμφάνιση είναι καταπληκτική και φορμαλιστική. Γενικά, είναι μια πολύ καλή προσπάθεια, καλύτερη από ένα σωρό σούπερ-ήρωες που σερβίρονται τελευταία, αλλά σου αφήνει την εντύπωση του μισού, του «δεν μπορεί, κάτι ακόμα θα υπάρχει». Όσο για το αν χάνονται στοιχεία σε σχέση με το βιντεοπαιχνίδι στο οποίο βασίζεται, αυτό είναι προς κρίση όσων αγαπούν πιότερο άλλες τέχνες πέρα της έβδομης…
Βαθμολογία: