
Άσε το Κακό να Μπει
- Let Me In
- 2010
- ΗΠΑ
- Αγγλικά
- Αισθηματική, Δραματικό Θρίλερ, Εποχής, Θρίλερ, Νεανική, Τέρατα, Τρόμου, Φαντασίας
- 06 Ιανουαρίου 2011
Μάρτιος του 1983, Νέο Μεξικό. Ο δωδεκάχρονος Όουεν μεγαλώνει κλεισμένος στον εαυτό του, αφού οι χωρισμένοι γονείς του τον παραμελούν και οι συμμαθητές του στο σχολείο τού επιτίθονται με κάθε ευκαιρία. Όταν κοντά στο σπίτι του μετακομίζει ένα μυστηριώδες κορίτσι, η Άμπι, ανάμεσά τους δημιουργείται σιγά-σιγά μια βαθιά φιλία. Καθώς όμως μια σειρά από μυστηριώδεις φόνους συγκλονίζει τη μικρή πολιτεία, ο Όουεν θα αναγκαστεί να αντιμετωπίσει την αλήθεια και να δεχτεί ότι η φαινομενικά αθώα φίλη του είναι βαμπίρ.
Σκηνοθεσία:
Matt Reeves
Κύριοι Ρόλοι:
Kodi Smit-McPhee … Owen
Chloe Grace Moretz … Abby
Richard Jenkins … Thomas
Elias Koteas … ο ντετέκτιβ
Cara Buono … η μητέρα του Owen
Sasha Barrese … Virginia
Dylan Minnette … Kenny
Ritchie Coster … Κος Zoric
Jimmy ‘Jax’ Pinchak … Mark
Chris Browning … Jack
Dylan Kenin … Larry
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Matt Reeves
Παραγωγή: Tobin Armbrust, Alexander Yves Brunner, Guy East, Donna Gigliotti, Carl Molinder, John Nordling, Simon Oakes
Μουσική: Michael Giacchino
Φωτογραφία: Greig Fraser
Μοντάζ: Stan Salfas
Σκηνικά: Ford Wheeler
Κοστούμια: Melissa Bruning
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Let Me In
- Ελληνικός Τίτλος: Άσε το Κακό να Μπει
Άμεσοι Σύνδεσμοι
- Άσε το Κακό να Μπει (2008)
Σεναριακή Πηγή
- Μυθιστόρημα: Lat den Ratte Komma In του John Ajvide Lindqvist
- Σενάριο: Άσε το Κακό να Μπει (2008) του John Ajvide Lindqvist.
Παραλειπόμενα
- Ενδιαφέρον για ένα αγγλόφωνο ριμέικ της σουηδικής επιτυχίας του 2008 είχαν εκφραστεί από το 2007, πριν καν βγει η ταινία στις αίθουσες.
- Η Hammer Films αγόρασε τα δικαιώματα από τον John Ajvide Lindqvist κατά τη διάρκεια του φεστιβάλ της Τριμπέκα, κι έδωσε άμεσα την ευκαιρία στον Tomas Alfredson να σκηνοθετήσει και τη διασκευή. Εκείνος όμως αρνήθηκε, δηλώντας: “Είμαι πολύ μεγάλος για να κάνω την ίδια ταινία δύο φορές, και έχω κι άλλες ιστορίες να διηγηθώ”. Ο Σουηδός ακολούθως κριτίκαρε αρνητικά τη δημιουργία του ριμέικ, αν κι ο συγγραφέας έδειξε εμπιστοσύνη στον Matt Reeves ότι δεν κάνει ένα ριμέικ της ταινίας αλλά μια νέα διασκευή του βιβλίου του.
- Πριν οριστικοποιηθεί η επιλογή της ηθοποιού για τον ρόλο της Άμπι, διέρρευσαν στο ίντερνετ βίντεο από οντισιόν με τις Chloe Grace Moretz, Mary Mouser και Ariel Winter.
- Λίγο πριν ξεκινήσουν τα γυρίσματα, ο Reeves στράφηκε για συμβουλές στον Steven Spielberg πάνω στη διεύθυνση νεαρών ηθοποιών. Εκείνος τον συμβούλευσε να βάλει τους δύο ηθοποιούς του να κρατούν ημερολόγιο καθημερινά, στο οποίο θα εκφράζονται ως ο χαρακτήρας τους από την ταινία. Ο Reeves το έπραξε και το βρήκε πολύτιμο, αφού διαβάζοντας έπειτα αυτός τις σημειώσεις έμπαινε στην ψυχολογία της δικής τους οπτικής.
- Η αστυνομία του Λος Άλαμος στο Νέο Μεξικό δάνεισε στην παραγωγή αστυνομικές στολές, ενώ πάνω από 100 νεαροί ντόπιοι εργάστηκαν ως κομπάρσοι.
- Ενώ οι κριτικές εκφράστηκαν θερμά υπέρ της ταινίας, τα ταμεία είχαν τελείως διαφορετική άποψη. Το φιλμ έμεινε στα 24,1 εκατομμύρια δολάρια (με μπάτζετ των 20), και ήταν ανάμεσα στις 10 μεγαλύτερες αποτυχίες της χρονιάς στις ΗΠΑ για ταινίες από μεγάλα στούντιο.
Κριτικός: Χάρης Καλογερόπουλος
Έκδοση Κειμένου: 29/12/2010
Από μια σκοπιά, ο έρωτας, ο πραγματικός έρωτας (κι όχι ο εφήμερος ενθουσιασμός), είναι η κατάσταση κατά την οποία δυο άνθρωποι δένονται συνένοχα στην αμοιβαία ορμή για την νίκη του θανάτου. Οι δυο μαζί ενωμένοι γίνονται όπως το έμβρυο στη μήτρα. Δεν φοβούνται. Και θάνατος δεν είναι μόνο ο βιολογικός, αλλά και η μοναξιά, η κοινωνική απειλή, η διαφορά από το σύνολο κ.α. Ο βαμπιρικός μύθος μεγεθύνει αλληγορικά αυτό το δέσιμο. Πίνω το αίμα των άλλων σημαίνει ότι διψάω για τον άλλο, διψάω για αθανασία. Αλλά η αθανασία είναι δύναμη και η δύναμη έχει κόστος τον θάνατο των άλλων. Η μικρή, φαινομενικά, βαμπίρα της ιστορίας έχει ανάγκη από υπηρέτη τροφοδότη, ανάγκη επί ποινή επιβίωσης. Ο πενήντα κάτι σύντροφός της είναι προφανώς ο κάποτε νεαρός που την αγάπησε που πλέον δυσλειτουργεί στο καθήκον του ως τροφοδότης αίματος νέων θυμάτων. Ο πρώιμος έφηβος που γνωρίζει στην πολυκατοικία που έρχονται να ζήσουν, πάντα νομάδες λόγω της ιδιόρρυθμης κατάστασής τους, είναι αδύναμος, στο έλεος των τσαμπουκάδων του σχολείου, ανυπεράσπιστος, χωρίς πατέρα (γονείς διαζευγμένοι) και με μάνα αλκοολική που στην εδώ εκδοχή δεν φαίνεται ποτέ στο πρόσωπο. Δεν υπάρχει. Δεν υπάρχει βέβαια ούτε κοινωνία, αφού η σύγχρονη κοινωνία, είτε στην Σουηδία είτε στην Αμερική ή οπουδήποτε αλλού, δεν έχει κανένα ιδανικό να προσφέρει, είναι πιο σιωπηλή σε προτάσεις ακόμη και από τον παραδοσιακό θεό του μονοθεϊσμού. Οπότε οι δυο παρείσακτοι, οι δυο διαφορετικοί, θα δεθούν σταδιακά μορφώνοντας ένα δικό τους μικροσύμπαν. Το βιβλίο του Σουηδού John Ajvide Lindqvist είναι σοφά μελετημένο και η μεταφορά του από τον Tomas Alfredson το 2008 υπήρξε ένα κινηματογραφικό επίτευγμα. Οι ιδέες πέρασαν στο φιλμ χωρίς ολίσθηση στο θρίλερ ή το μελόδραμα.
Ευτυχώς, ο νεοϋορκέζος σκηνοθέτης Matt Reeves, βρήκε μάλλον τα νερά του και έδωσε στο αμερικάνικο κοινό (που στην πλειοψηφία δεν παρακολουθεί ξενόγλωσσες παραγωγές) ένα remake που σέβεται απόλυτα το πνεύμα του βιβλίου όπως και του original film. Tο σενάριο του Lindqvist το πείραξε ελάχιστα ενώ σε γενικές γραμμές διατήρησε το ύφος. Παγωμένα χρώματα, χαμηλοί τόνοι σε κοντράστ με τα ελλειπτικά αποδοσμένα ξεσπάσματα, «υπνωτικές» ερμηνείες από την Chloe Moretz (kick-Ass), τον Kodi Smit-McPhee (The Road) και τον Richard Jenkins (ο παλιός σύντροφος). Η βασική διαφορά βρίσκεται στο ότι υπάρχει μια παραπάνω έμφαση στο στοιχείο του τρόμου που ενισχύει και η λειτουργική μουσική επένδυση. Ως remake δεν κομίζει γλαύκας αλλά δεν παύει να είναι μια σοβαρή απόδοση βαμπιρικής ιστορίας με στοχαστική εμβάθυνση επί αμερικανικού εδάφους, κι αυτό δεν είναι λίγο. Αξίζει να το δουν και όσοι αγάπησαν το original.
Βαθμολογία: