Ένας γιατρός, ο Πάνος, εγκαταλείπει τη ζωή της πόλης και μετακομίζει σε ένα απομακρυσμένο χωριό. Εκεί, ερωτεύεται κεραυνοβόλα τη Δανάη, μια κοπέλα η οποία ζει σε πλήρη απομόνωση, καθώς πάσχει από μια σπάνια ασθένεια που καθιστά το δέρμα της σαν φλοιό δέντρου. Αποφασισμένος να τη θεραπεύσει, ο γιατρός θα συνειδητοποιήσει πολύ σύντομα ότι τα πράγματα δεν είναι ακριβώς όπως φαίνονται.

Σκηνοθεσία:

Μίνως Νικολακάκης

Κύριοι Ρόλοι:

Προμηθέας Αλειφερόπουλος … Πάνος

Αναστασία-Ραφαέλα Κονίδη … Δανάη

Κώστας Λάσκος … ο γηραιός άντρας

Μάνος Βακούσης … ο αστυνόμος

John De Holland … George

Μαρία Εγγλεζάκη … Αθηνά

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Μίνως Νικολακάκης, John De Holland

Παραγωγή: Μίνως Νικολακάκης

Μουσική: Σωτήρης Δεμπόνος

Φωτογραφία: Θεόδωρος Μιχόπουλος

Μοντάζ: Γιώργος Γεωργόπουλος

Σκηνικά: Χρύσα Δαπόντε

Κοστούμια: Χρύσα Δαπόντε

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Μέτρια.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: Άλυτη
  • Διεθνής Τίτλος: Entwined

Κύριες Διακρίσεις

  • Υποψήφιο για πρωτοεμφανιζόμενο σκηνοθέτη, ειδικά εφέ και μακιγιάζ στα βραβεία Ίρις.

Παραλειπόμενα

  • Πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του γεννημένου το 1980 Μίνωα Νικολακάκη, με παγκόσμια πρεμιέρα στο φεστιβάλ του Τορόντο.
  • Η ιδέα για το σενάριο ήρθε στον δημιουργό κατά τη διαμονή του σε απομονωμένο κρητικό χωριό.
  • Η ταινία εμπνέεται από ιστορίες ελληνικής λαϊκής παράδοσης, που έχουν αποδοθεί όσο πιο κοντά στον ρεαλισμό. Παρουσιάζει το σημείο συνάντησης δύο κόσμων: του σύγχρονου Δυτικού με τo μυστικισμό της φύσης, αλλά και της λογικής με το συναίσθημα.
  • Γυρισμένη σε ένα καστανοδάσος στην καρδιά του Πάρνωνα (χωριά: Καστάνιτσα και Κοσμάς), ένα μέρος που έχει εμπνεύσει μύθους και θρύλους του παρελθόντος, η πρόθεση της ταινίας είναι να θυμίζει τις αφηγήσεις που ψιθύριζαν οι γιαγιάδες μας κάποια βράδια γύρω από το τζάκι, ιστορίες που μας έκαναν να ανατριχιάσουμε, τυλιγμένες σε ένα μεταφυσικό πέπλο και που -τάχα- είχαν συμβεί σε κάποιον που γνωρίζαμε.

Κριτικός: Σταύρος Γανωτής

Έκδοση Κειμένου: 9/9/2020

Αμαρτίες ελληνικού κινηματογράφου συνέχεια… Ως υπέρμαχος ενός σινεμά είδους και στον ελληνικό χώρο, καλοδέχομαι την πρωτόλεια ταινία του Μίνωα Νικολακάκη, που δεν κρύβει ότι θέλει να υπηρετήσει το διαφορετικό και με έναν ποιοτικά δομημένο τρόπο. Αυτό αφήνει φυσικά ελπίδες για ένα μέλλον στα κατά μεγάλο μέρος ασάλευτα «γαλανόλευκα νερά», αλλά επί του παρόντος μένουμε μονάχα στις υποσχέσεις.

Όπως έχει πια καθιερωθεί, ο σύγχρονος Έλληνας αποδεικνύει συνεχώς ότι γνωρίζει να κρατάει κάμερα, και ότι δεν ικανοποιείται με το συντηρητικό φιλμάρισμα του παρελθόντος. Έτσι, το Άλυτη εμπεριέχει αυτές τις εικόνες που μιλάνε στο σινεφιλικό υποσυνείδητο, και ξεκαθαρίζουν ότι εδώ είναι μεγάλη οθόνη. Όταν όμως οδεύουμε προς το σενάριο, εντοπίζουμε τις αιώνιες «αμαρτίες». Ξεζουμίζεις τη μνήμη σου περί του πού το έχεις ξαναδεί. Και δυστυχώς δεν είναι ανάγκη να το εντοπίσεις, μια κι απλούστατα είναι τόσο βατό και εύκολο στη σύλληψη του που λειτουργεί αυτόνομα ως ντεζαβού.

Οι χαμηλές σεναριακές απαιτήσεις εμφανίζονται από πολύ νωρίς, που χωρίς κόπο έχεις μαντέψει το πού θα οδεύσει το στόρι. Είναι τόσο εγκλωβισμένο ότι θα πάει προς τα εκεί που εντέλει πάει, όσο και το φινάλε που επίσης άκοπα μαντεύεις. Η ενδιάμεση διαδρομή μοιάζει με ντεφορμέ von Trier από τον Αντίχριστο, αλλά όχι ολοκληρωμένο, μια και θα μπορούσε κάλλιστα να ειπωθεί εν είδει ταινίας μικρού μήκους. Είναι το γνωστό μοτίβο που θα συναντήσεις από τη μέτρια πλευρά του Χόλιγουντ ως τα ανεξάρτητα φεστιβαλικά φιλμ. Οι εικόνες και η απόκοσμη εμφάνιση της Αναστασίας-Ραφαέλας Κονίδη πασχίζουν να δώσουν το παραπάνω, αλλά ακόμα και οι συμβολισμοί δεν καταλήγουν σε κάτι που δεν έχει ειπωθεί τόσες και τόσες φορές, χωρίς την πρόσθεση κάποιου νέου ενδιαφέροντος στοχασμού.

Από την άλλη, δεν είναι έντονος ο ελληνικός χαρακτήρας επί του μύθου, μια και η σκηνοθετική γραμμή είναι καθαρά ευρωπαϊκή. Ποτέ ο Έλληνας δεν είχε πλάσει παρόμοια εικόνα κατά νου όταν άκουγε τις γιαγιάδες του, κάτι στο οποίο συνεισφέρει και ο απόκοσμος τρόπος απεικόνισης των χωριανών, που μοιάζουν κάτοικοι ταινίας και όχι ελληνικής υπαίθρου. Όπως και να το κάνεις, το χτίσιμο του χαρακτήρα ενός έργου είναι εξίσου σημαντικό με τη νοηματική του ή τη τεχνική του.

Δεν είδαμε όμως μόνο αυτά μέσα στη ταινία του Νικολακάκη, κι επιστρέφουμε για να καταλήξουμε με τα θετικά της. Ο δημιουργός έχει ματιά, ασχέτως αν την εγκρίνω ολικά ή όχι, έχει σινεφιλική παιδεία, σύγχρονα εγχώρια και ξένη, και θέλει να αφηγηθεί το κάτι άλλο που δύσκολα καταπιάνεται ο κινηματογράφος μας. Καλό όμως είναι να μη συνεχίσουμε την «παπαγαλία», και να αναζητήσουμε από την τόσο προσοδοφόρα θεματικά γη μας αυτό το ύφος που θα παράγει το καλό και ξεχωριστό ταυτόχρονα. Μη μένουμε συνεχώς στις προθέσεις, γιατί ο ποιοτικός κινηματογράφος είναι που απειλείται, όχι ο «άλλος»…

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

10 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *