
Δεκαετία του 1930. Ο Μπόμπι Ντόρφμαν είναι ένας νεαρός που καταφτάνει στο Χόλιγουντ, ελπίζοντας ότι θα καταφέρει να διεισδύσει στην κινηματογραφική βιομηχανία. Αυτό που θα βρει πρώτα είναι ο έρωτας, και βρίσκεται, λοξοδρομώντας των στόχων του, στην παλλόμενη «κοινότητα καφέ» που καθορίζει το πνεύμα της εποχής.
Σκηνοθεσία:
Woody Allen
Κύριοι Ρόλοι:
Jesse Eisenberg … Bobby Dorfman
Kristen Stewart … Veronica ‘Vonnie’ Sybil
Steve Carell … Phil Stern
Blake Lively … Veronica Hayes
Parker Posey … Rad Taylor
Corey Stoll … Ben Dorfman
Jeannie Berlin … Rose Dorfman
Ken Stott … Marty Dorfman
Anna Camp … Candy
Paul Schneider … Steve
Sheryl Lee … Karen Stern
Tony Sirico … Vito
Woody Allen … αφηγητής (φωνή)
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Woody Allen
Παραγωγή: Letty Aronson, Stephen Tenenbaum, Edward Walson
Φωτογραφία: Vittorio Storaro
Μοντάζ: Alisa Lepselter
Σκηνικά: Santo Loquasto
Κοστούμια: Suzy Benzinger
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Cafe Society
- Ελληνικός Τίτλος: Cafe Society
Παραλειπόμενα
- Πρώτη ταινία του Woody Allen που γυρίζεται ψηφιακά, και συγκεκριμένα με κάμερα Sony Cinealta F65 (σε κάδρο 2:00:1). Είναι και η πρώτη του συνεργασία με τον διάσημο διευθυντής φωτογραφίας Vittorio Storaro, ο οποίος είναι συνηθισμένος σε αυτή την τεχνική.
- Η ταινία άνοιξε εκτός συναγωνισμού το 69ο φεστιβάλ των Κανών. Ήταν η τρίτη του συγκεκριμένου δημιουργού που είχε αυτή την τιμή.
- Ο Steve Carell αντικατέστησε τον Bruce Willis και ενώ τα γυρίσματα είχαν ήδη ξεκινήσει. Αρχικά ανακοινώθηκε ότι υπήρχε πρόβλημα με μια παράλληλη παράσταση του ηθοποιού στο Μπρόντγουεϊ, αλλά αργότερα έγινε ανεπίσημα γνωστό ότι απολύθηκε από τον ίδιο τον Woody Allen λόγω ανάρμοστης συμπεριφοράς και επειδή ξεχνούσε τα λόγια του.
- Η Judy Davis είχε ανακοινωθεί για το καστ, χωρίς όμως να υπάρχει στην ταινία.
- Πρώτη ταινία για τον Woody Allen από το 1975 δίχως την παρέα του παραγωγού Jack Rollins, που έφυγε το 2015 από τη ζωή σε ηλικία 100 ετών.
- Η ταινία ξεκίνησε με μπάτζετ 18 εκατομμυρίων, αλλά κατέληξε να κοστίσει 30: ένα ποσό ασυνήθιστα μεγάλο για τον Allen.
- Το αρχικό -και περιορισμένο- άνοιγμα σε 5 μόνο αίθουσες ήταν εντυπωσιακό, με τα τελικά κέρδη να καταλήγουν σε 43,8 εκατομμύρια δολάρια.
Κριτικός: Δημήτρης Κωνσταντίνου-Hautecoeur
Έκδοση Κειμένου: 24/8/2016
Η ανάγκη του να δημιουργεί σταθερά μία ταινία τον χρόνο, έχει κάνει τον Woody Allen να διαμορφώσει τη συνταγή μιας εξαιρετικά απλής μορφής storytelling. Τα λιτά κι απέριττα σενάριά του κρατούν μόνο τα πιο βασικά και απαραίτητα στοιχεία της κάθε ιστορίας, προσπερνούν συχνά ό,τι δεν χρειάζεται εκτενή ανάλυση με «εύκολα» voice-over (εδώ με τη φωνή του ίδιου) και αφηγούνται την ιστορία τους μέσα από συγκεκριμένες (διαλογικές, συνήθως) σκηνές με σαφή θέση και λειτουργία στον αφηγηματικό κορμό. Αντίστοιχα και η σκηνοθεσία του είναι απλή και γρήγορη, κάνοντας όσο το δυνατόν λιγότερες λήψεις και αντιμετωπίζοντας την κάμερα απλά ως το μέσο για να ειπωθεί η ιστορία κι όχι ως εργαλείο ξεχωριστής αφηγηματικής δύναμης.
Όλα αυτά είναι ιδιαιτέρως αισθητά στο «Cafe Society». Αφενός, η αίσθηση μιας ταινίας μικρού βεληνεκούς, ελλιπούς σε πρωτοτυπία και σε αληθινή συναισθηματική διείσδυση στους ήρωές της και, συνεπώς, μάλλον εύκολα λησμονίσιμης οφείλεται ακριβώς στην παραπάνω «βιασύνη», αν μπορούμε να την εκλάβουμε ως τέτοια. Αφετέρου, το ίδιο το γεγονός ότι ο Woody Allen μπορεί να αφηγηθεί ενδιαφέρουσες κι ολοκληρωμένες ιστορίες με αυτόν τον τόσο απλό τρόπο -η απλότητα είναι εξαιρετικά δύσκολη!- μαρτυρά τη μακρά εμπειρία του ως δημιουργού, τη βαθιά γνώση του πάνω στο αντικείμενό του και, εντέλει, την αξιοθαύμαστη ικανότητά του ως κινηματογραφικού αφηγητή. Γιατί η αυστηρή συνέπειά του στο ετήσιο κινηματογραφικό ραντεβού του δεν είναι μόνο χρονική, αλλά, πολύ περισσότερο, ποιοτική. Ο Woody Allen έχει θέσει ένα σταθερό πήχη τον οποίον όσες φορές δεν έχει κατορθώσει να φτάσει («Στη Ρώμη με Αγάπη»), άλλες τόσες τον έχει ξεπεράσει αισθητά («Μεσάνυχτα στο Παρίσι» και «Θλιμμένη Τζάσμιν» τα πιο πρόσφατα παραδείγματα) κι έτσι το «Cafe Society» έρχεται για να πετύχει ακριβώς τον στόχο του και να αποτελέσει την εγγυημένη απόλαυση των θερινών σινεμά.
Σε μια ιστορία που ξεκινά ως ένα ερωτικό τρίγωνο στα χολιγουντιανά 1930s, μα εξελίσσεται λίγο πιο κυνικά και μελαγχολικά, o Woody Allen και οι ιδανικοί ερμηνευτές του αναδεύουν νοσταλγικό ρομαντισμό, χαλαρό -και συχνά μαύρο- χιούμορ και μια υπαρξιακή μελαγχολία που κορυφώνεται στο φινάλε, καταλήγοντας στη ματαιότητα και το ανικανοποίητο της ζωής. Πάντα με αυτονόητα εύπεπτο και… καλοκαιρινό γουντιαλενικό τρόπο.
Βαθμολογία: