
Ο Γιος του Σαούλ
- Saul Fia
- Son of Saul
- 2015
- Ουγγαρία
- Ουγγρικά, Γίντις, Γερμανικά, Ρωσικά, Πολωνικά, Εβραϊκά, Ελληνικά
- Εποχής, Πολεμικό Δράμα, Σινεφίλ
- 12 Νοεμβρίου 2015
1944, στρατόπεδο αιχμαλώτων Άουσβιτς. Ο κρατούμενος Σαούλ Όσλαντερ είναι εξαναγκασμένος να θάβει τα σώματα των συνανθρώπων του σε ένα από τα κρεματόρια. Η ψυχή του θα συνταραχτεί όταν έρχεται η ώρα να θάψει ένα αγόρι που πιστεύει ότι είναι ο γιος του. Πλέον, δεν στέφεται τίποτα άλλο, ούτε καν τα σχέδια εξέγερσης των συγκρατούμενων του, παρά να βρει έναν ραβίνο και να φροντίσει το παιδί όπως δεν το φρόντισε ποτέ όταν ήταν εν ζωή.
Σκηνοθεσία:
Laszlo Nemes
Κύριοι Ρόλοι:
Geza Rohrig … Saul Auslander
Levente Molnar … Abraham Warszawski
Urs Rechn … Biederman
Sandor Zsoter … Δρ Miklos Nyiszli
Uwe Lauer … αξιωματικός Voss
Christian Harting … αξιωματικός Busch
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Laszlo Nemes, Clara Royer
Παραγωγή: Gabor Rajna, Gabor Sipos
Μουσική: Laszlo Melis
Φωτογραφία: Matyas Erdely
Μοντάζ: Matthieu Taponier
Σκηνικά: Laszlo Rajk
Κοστούμια: Edit Szucs
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Πολύ θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Saul Fia
- Ελληνικός Τίτλος: Ο Γιος του Σαούλ
- Διεθνής Τίτλος: Son of Saul
Κύριες Διακρίσεις
- Όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας (Ουγγαρία).
- Χρυσή Σφαίρα ξενόγλωσσης ταινίας.
- Βραβείο Bafta ξενόγλωσσης ταινίας.
- Συμμετοχή στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ Κανών. Μεγάλο βραβείο επιτροπής και βραβείο FIPRESCI.
Παραλειπόμενα
- Μετά από 4 μικρού μήκους ταινίες, αυτό είναι το μεγάλου μήκους ντεμπούτο του Laszlo Nemes. Θεωρείται ότι είναι ίσως το πλέον πολυβραβευμένο ντεμπούτο στην κινηματογραφική ιστορία.
- Ο Nemes συνέλαβε την ιδέα για την ταινία διαβάζοντας μια συλλογή από μαρτυρίες sonderkommando (εργαζόμενοι κρατούμενοι των ναζί), το The Scrolls of Auschwitz. Το σενάριο ξεκίνησε να το γράφει από το 2010, μαζί με την Clara Royer, περνώντας έπειτα κάποια χρόνια για να ερευνήσουν τις πηγές της ιστορίας, βοηθούμενοι κι από ιστορικούς όπως οι: Gideon Greif, Philippe Mesnard και Zoltan Vagi.
- Αρχικά προορίζονταν να είναι γαλλική παραγωγή, μια και οι συντελεστές δεν έβρισκαν κεφάλαια διόλου εύκολα, με γάλλο πρωταγωνιστή. Αυτό όμως απέτυχε, μια και οι εταιρίες από Γαλλία, Ισραήλ, Γερμανία και Αυστρία που θα τους στήριζαν, αποφάσισαν ότι ήταν οικονομικό ρίσκο και έκαναν πίσω. Εντέλει βρέθηκε 1,5 εκατομμύριο ευρώ μπάτζετ μέσω κυρίως του ουγγρικού κέντρου κινηματογραφικής επιδότησης.
- Ο Geza Rohrig δεν είχε πρότερη εμπειρία από κινηματογράφο, κι ενώ η καριέρα του είχε ξεκινήσει από τα τέλη της δεκαετίας του 1980. Η κυριότερη ενασχόληση του ήταν η ποίηση, εκδίδοντας αρκετές συλλογές.
- Σκηνοθέτης, φωτογράφος και σκηνογράφος έθεσαν ένα “μίνι δόγμα”, με κανόνες που ακολούθησαν κατά τα γυρίσματα. Σε αυτούς αναφέρονταν ότι: η ταινία δεν μπορούσε να δείχνει όμορφη. Η ταινία δεν μπορούσε να δείχνει ελκυστική. Δεν θα είναι μια ταινία φρίκης. Το να προσηλωθούμε στον Σαούλ σημαίνει ότι δεν πηγαίνουμε πέρα από την οπτική τη δική του, ούτε καν σε ήχους ή παρουσίες που δεν θα μπορούσε εκείνος να αντιληφθεί. Η κάμερα είναι η συντροφιά του κεντρικού ήρωα, και μένει μαζί του καθ’ όλη τη διαδρομή σε αυτή την κόλαση.
- Χρησιμοποιήθηκε κάδρο 1.375:1, ώστε να μοιάζει η εικόνα με στενό πορτρέτο (για τον ίδιο λόγο γυρίστηκε με φιλμ 40mm), κάτι που ήταν συνηθισμένο στη δεκαετία του 1940, αλλά πλέον ολοένα και σπανίζει.
- Στα εξωτερικά πλάνα υπάρχει μονάχα φυσικός φωτισμός.
- Μέσα σε 28 ημέρες γυρισμάτων, η ταινία είχε ολοκληρωθεί.
- Ο δημιουργός όρισε το Έλα να Δεις του Elem Klimov ως κεντρική του έμπνευση.
- Οι δημιουργοί επέμεναν η ταινία να κάνει πρεμιέρα σε κάποιο από τα μεγάλα φεστιβάλ. Τους δόθηκε πρώτα η ευκαιρία του Βερολίνου, αλλά επειδή δεν εγκρίθηκε για το κεντρικό διαγωνιστικό τμήμα, σκέφτηκαν να ρισκάρουν αναμένοντας τις Κάνες. Αυτό τους βγήκε σε καλό, μια και στις Κάνες όχι μόνο συμπεριλήφθηκε η ταινία στο κύριο διαγωνιστικό τμήμα, αλλά έφυγε και με το μέγα βραβείο επιτροπής και τη φήμη που της άρμοζε.
- Πρώτη ουγγρική ταινία που κέρδισε ποτέ τη Χρυσή Σφαίρα ξενόγλωσσης ταινίας.
- Προβλήθηκε στη χώρα του αρχικά σε 46 αίθουσες, καταφέρνοντας να τραβήξει 100 χιλιάδες θεατές, ένα νούμερο ρεκόρ για εγχώρια ανεξάρτητη ταινία. Μετά όμως την υποψηφιότητα στα Όσκαρ, εμφανίστηκε εκ νέου σε 45 αίθουσες, αυτή τη φορά φτάνοντας σε εγχώρια κέρδη ενός εκατομμυρίου δολαρίων, κάτι που στην Ουγγαρία πετυχαίνουν μόνο τα αμερικανικά μπλοκμπάστερ.
- Ο Steven Spielberg είπε στον σκηνοθέτη ότι συνέβαλε σε τεράστιο βαθμό στη διατήρηση της συλλογικής μνήμης για το Ολοκαύτωμα, και ότι δεν περίμενε ότι θα χρειάζονταν να περάσουν τόσα χρόνια μετά το 1993 και τη Λίστα του Σίντλερ για να συμβεί πάλι κάτι τέτοιο.
Κριτικός: Νάνσυ Μιχαηλίδου
Έκδοση Κειμένου: 9/11/2015
Έχοντας ήδη το Μεγάλο Βραβείο Επιτροπής και το βραβείο FIPRESCI του φετινού φεστιβάλ των Κανών, το πρώτο (!) φιλμ του Λάσλο Νέμες, του άλλοτε βοηθού του Μπέλα Ταρ, αποτελεί ήδη τον πιο ισχυρό διεκδικητή για το Όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας. Τοποθετημένο το 1944, στο στρατόπεδο αιχμαλώτων του Άουσβιτς, ακολουθεί τον κρατούμενο Σαούλ Όσλαντερ. Ο Σαούλ είναι μέλος της ομάδας Ζόντερκομάντο, ένα τμήμα των εβραίων φυλακισμένων που επιλέχθηκαν από το στρατόπεδο συγκέντρωσης για να βοηθήσουν τους ναζί στην επιχείρηση ολικής εξολόθρευσης. Το πόστο του βρίσκεται στα κρεματόρια, όπου μια μέρα ανάμεσα στα πτώματα θα ανακαλύψει το άψυχο κορμί του γιου του. Παρά το ρίσκο, και παρά το γεγονός ότι η ομάδα των Ζόντερκομάντο καταστρώνει σχέδια για εξέγερση, ο Σαούλ έχει μόνο ένα πράγμα στον νου του: να θάψει το παιδί του όπως του αρμόζει και να βρει έναν ραβίνο που θα πει την επιμνημόσυνη προσευχή Καντίς.
Ο Λάσλο Νέμες μάς ξεναγεί στους φριχτότερους χώρους των στρατοπέδων συγκέντρωσης. Με όχημα τον χαρακτήρα του Σαούλ (ερμηνευμένο από την εμβληματική μορφή του ούγγρου ηθοποιού και ποιητή Γκέζα Ρέριγκ), παρακολουθούμε τον καθημερινό εφιάλτη ενός Ζόντερκομάντο. Ο Νέμες χρησιμοποιεί τετράγωνο φορμά σε ολόκληρη την ταινία πλην του τέλους της, για να απομονώσει το μάτι εκεί που πρέπει, ενώ η χρήση μικρού βάθους πεδίου στις σκηνές φρίκης, αναδεικνύουν με ευκρίνεια τον πρωταγωνιστή, αφήνοντας το φόντο θολό, επιτρέποντας έτσι στον θεατή να γνωρίσει τη φρίκη, χωρίς όμως να στοιχειώσει το μάτι του με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες. Αυτό είναι το μόνο χάιδεμα στην πλάτη του θεατή από τον Νέμες, που παρουσιάζει ανελέητα την κόλαση του Ολοκαυτώματος μέσα από την τραγική ιστορία του πρωταγωνιστή του. Από τη στιγμή που οι Ζόντερκομάντο, ως εκτελεστικά όργανα, θα υποδεχτούν τους Εβραίους, θα τους ζητήσουν να βγάλουν τα ρούχα τους και θα τους οδηγήσουν στα κρεματόρια, μέχρι τη στιγμή που θα ξεχωρίσουν τα τιμαλφή, θα περισυλλέξουν τα πτώματα, θα τα μεταφέρουν προς καύση, θα πετάξουν τις στάχτες τους στο ποτάμι και θα καθαρίσουν ξανά τον θάλαμο αερίων για να υποδεχτεί τους επόμενους.
Ο Γκέζα Ρέριγκ κουβαλά την ταινία στη πλάτη του, καθώς η κάμερα του Νέμες δεν τον αφήνει λεπτό από τα μάτια της. Και καθώς ο Σαούλ περιπλανιέται σ` αυτό το κολαστήριο, ξεναγεί τον θεατή όχι μόνο στην καθημερινή φρίκη του, αλλά και στην εκτελεστική απάθεια που του έχει επιβληθεί, μέχρι να εμφανιστεί το πτώμα του γιου του, για να του υπενθυμίσει την ανθρώπινη πλευρά του και να του δώσει έναν νέο λόγο ύπαρξης.
Βαθμολογία: