1968, στην Αμερική. Ο αέρας αλλαγής παντού. Μακριά από τις αναταραχές, βρίσκεται μια μικρή πόλη με το όνομα Μιλ Βάλεϊ, που για χρόνια η σκιά της οικογένειας των Μπέλουζ στέκει αγέρωχη. Στην έπαυλη στο τέρμα της πόλης, η Σάρα, ένα νεαρό κορίτσι με τρομακτικά μυστικά, μετέτρεψε τη βασανισμένη της ζωή σε μια σειρά από τρομακτικές ιστορίες γραμμένες σε ένα βιβλίο που αδιαφορεί για τον χρόνο, και θα γίνουν αληθινές όταν μια παρέα εφήβων ανακαλύψει το απόκοσμο σπίτι της Σάρα.
Σκηνοθεσία:
Andre Ovredal
Κύριοι Ρόλοι:
Zoe Margaret Colletti … Stella Nicholls
Michael Garza … Ramon Morales
Gabriel Rush … August ‘Auggie’ Hilderbrandt
Austin Abrams … Tommy Milner
Dean Norris … υπαστυνόμος Roy Nicholls
Gil Bellows … αστυνόμος Turner
Lorraine Toussaint … Louise ‘Lou Lou’ Baptiste
Austin Zajur … Charlie ‘Chuck’ Steinberg
Natalie Ganzhorn … Ruth ‘Ruthie’ Steinberg
Javier Botet … τέρας
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Dan Hageman, Kevin Hageman
Στόρι: Guillermo del Toro, Marcus Dunstan, Patrick Melton
Παραγωγή: Jason F. Brown, J. Miles Dale, Sean Daniel, Guillermo del Toro, Elizabeth Grave
Μουσική: Marco Beltrami, Anna Drubich
Φωτογραφία: Roman Osin
Μοντάζ: Patrick Larsgaard
Σκηνικά: David Brisbin
Κοστούμια: Ruth Myers
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Scary Stories to Tell in the Dark
- Ελληνικός Τίτλος: Τρομακτικές Ιστορίες στο Σκοτάδι
Σεναριακή Πηγή
- Σειρά βιβλίων: Scary Stories to Tell in the Dark του Alvin Schwartz.
Παραλειπόμενα
- Βασίζεται στην ομώνυμη σειρά παιδικών βιβλίων (1981-1991), Πρόκειται για μια τρίπτυχη συλλογή, με συνολικά 82 διηγήματα, με έντονες επιρροές από φολκλόρ παραδόσεις και αστικούς θρύλους. Μέχρι το 2017 τα τρία βιβλία είχαν πουλήσει πάνω από 7 εκατομμύρια κόπιες. Προκάλεσαν δε πολλές αντιμαχίες περί του αν έπρεπε να ανήκουν στην παιδική λογοτεχνία ή όχι.
- Το 2016 ανακοινώθηκε ότι ο Guillermo del Toro αναλάμβανε τη διαχείριση της ταινίας, με πιθανή προοπτική και να τη σκηνοθετήσει.
- Η θετική κίνηση στα ταμεία επέφερε το 2020 την ανακοίνωση πως θα υπάρξει και σίκουελ, με τον ίδιο πάλι σκηνοθέτη.
Μουσικά Παραλειπόμενα
- Σημαντικό ρόλο παίζει το άκουσμα του κλασικού Season of the Witch του Donovan, όπου ακούγεται και στους τίτλους τέλους, αλλά αυτή τη φορά διασκευασμένο με τη φωνή της Lana Del Rey.
Κριτικός: Σπύρος Δούκας
Έκδοση Κειμένου: 26/9/2019
Ικανός horror δημιουργός με προσωπικότητα και ενδιαφέρουσα φιλμογραφία, ο νορβηγός Andre Ovredal ενώνει τις δυνάμεις του με τον Guillermo del Toro (εδώ εκτελεί χρέη παραγωγού) με αποτέλεσμα ένα οπτικά εμπνευσμένο, αλλά σεναριακά αμήχανο φιλμ τρόμου.
Βασισμένο σε μια σειρά βιβλίων του Alvin Schwarz, οι λογοτεχνικές καταβολές των «Τρομακτικών Ιστοριών στο Σκοτάδι» γίνονται εμφανείς από τον τρόπο που οι ιστορίες ενσωματώνονται στο σενάριο. Έχουμε μια κεντρική αφήγηση γύρω από ένα στοιχειωμένο σπίτι, όπου μια παρέα εφήβων ανακαλύπτει ένα βιβλίο με άδειες σελίδες που γεμίζουν σταδιακά από επιμέρους ιστορίες, οι οποίες λαμβάνουν χώρα τη στιγμή ακριβώς που γράφονται. Καθεμιά τους αφορά κι από έναν χαρακτήρα που καταλήγει στον θάνατο, μέσα από μια ψυχαναλυτική διερεύνηση του παρελθόντος και των αδυναμιών του. Εντέλει, οδεύουμε στο ξύσιμο συλλογικών τραυμάτων, που για θεραπευτούν και να λυθεί η κατάρα, πρέπει οι πρωταγωνιστές να σκάψουν βαθιά στο παρελθόν και να αποκαταστήσουν μια αδικία.
Όλο αυτό το concept παραπέμπει στο «Αυτό» του Stephen King, μόνο που αν εκεί είχαμε την ενηλικίωση ως κυρίαρχο θεματικό άξονα, εδώ δεν μοιάζει να έχουμε τίποτα συγκεκριμένο. Μάλλον το ακριβώς αντίθετο: η ταινία διατηρεί μια αγνή παιδικότητα, επιχειρώντας ίσως να επικαλεστεί παιδικές αναμνήσεις και συναισθήματα. Σαν να μη θέλει ουσιαστικά να ενηλικιωθεί, αλλά να παραμείνει ένα παιδικό παραμύθι με χαρούμενο τέλος. Ίσως μια -κλασική στον del Toro- αντιφασιστική ρητορική να υπάρχει κάπου στο βάθος, μα το ύφος παραείναι «άγουρο» για πολιτικές αναγνώσεις.
Επιπλέον, ο σεναριακός «συνωστισμός» των ιστοριών κατά την κινηματογραφική προσαρμογή κάνει μεγάλο κακό στο σύνολο. Πρόκειται για κλασική περίπτωση όπου η ιστορία μεταγράφεται σαν πλοκή, αλλά το ζουμί που τη συνοδεύει σε λογοτεχνικό επίπεδο χάνεται πλήρως στην κινηματογραφική αποτύπωση. Στο πρόσφατο «Αυτό», για παράδειγμα, σχεδόν όλοι οι χαρακτήρες είχαν μια σαφή ταυτότητα που καθόριζε τον ρόλο που διαδραμάτιζαν στην πορεία, τόσο για την προσωπική τους λύτρωση, όσο και ως μέλη της ομάδας. Εδώ οι χαρακτήρες είναι σχηματικοί κι αδιάφοροι, όλοι πλην της πρωταγωνίστριας. Τελικά δεν ξέρουμε αν θα είχε περισσότερο νόημα να παλεύει μόνη της, αφού οι υπόλοιποι μοιάζουν διακοσμητικοί κι αναλώσιμοι. Καθένας θυσιάζεται αντιστοιχώντας σε ένα κλισέ του είδους, και κάπως έτσι μόνο αξιοποιούνται σεναριακά.
Σκηνοθετικά και οπτικά ευρήματα υπάρχουν πολλά, αρκετά εκ των οποίων δεν αξιοποιούνται εμπνευσμένα. Η παρουσία του del Toro είναι εμφανής στην παραγωγή, με αρκετά ευφάνταστα στοιχεία, για καθένα εκ των οποίων όμως υπάρχει κι άλλο ένα πρόχειρο. Αποτέλεσμα είναι να υπάρχουν στιγμές αυθεντικά τρομακτικές, αλλά και άλλες που μοιάζουν βγαλμένες από καλτ παρωδία. Στα πλαίσια της παιδικότητας που αναφέραμε παραπάνω, αυτό ίσως συγχωρείται. Στο σύνολο όμως έχουμε μια απογοητευτική και άνιση δουλειά, μάλλον εύκολα λησμονήσιμη.
Βαθμολογία: