
Moonfall: Η Σκοτεινή Πλευρά του Φεγγαριού
- Moonfall
- 2022
- ΗΠΑ
- Αγγλικά
- Δράσης, Επιστημονικής Φαντασίας, Έπος, Καταστροφής, Περιπέτεια
- 03 Φεβρουαρίου 2022
Μια μυστηριώδης δύναμη βγάζει τη Σελήνη από την τροχιά της, και τη θέτει σε μια νέα που απειλεί να αφανίσει ό,τι υπάρχει πάνω στον πλανήτη μας. Με ελάχιστες εβδομάδες να βρίσκονται ανάμεσα στο τώρα και τη μοιραία σύγκρουση, ένα στέλεχος της ΝΑΣΑ και πρώην αστροναύτης, η Τζο Φάουλερ, πείθεται ότι κρατάει στα χέρια της το κλειδί εκείνο που θα μας σώσει όλους. Μόνο όμως ένας αστροναύτης από το παρελθόν της, ο Μπράιαν Χάρπερ, και ένας ειδικός στις θεωρίες συνωμοσίας, ο Κ.Σ. Χάουσμαν, την πιστεύουν. Οι τρεις τους θα δημιουργήσουν μια αταίριαστη συμμαχία για μια πτήση δίχως αύριο στο διάστημα, αφήνοντας πίσω τους όλους όσους αγαπούν, ανακαλύπτοντας ότι το φεγγάρι δεν ήταν ποτέ έτσι όπως πιστεύαμε.
Σκηνοθεσία:
Κύριοι Ρόλοι:
Halle Berry … Jocinda ‘Jo’ Fowler
Patrick Wilson … Brian Harper
John Bradley … KC Houseman
Charlie Plummer … Sonny Harper
Wenwen Yu … Michelle
Michael Pena … Tom Lopez
Carolina Bartczak … Brenda Lopez
Donald Sutherland … Κος Holdenfield
Eme Ikwuakor … στρατηγός Doug Davidson
Frank Schorpion … στρατηγός Jenkins
Stephen Bogaert … διευθυντής Albert Hutchings
Maxim Roy … αστυνόμος Gabriella Auclair
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Roland Emmerich, Harald Kloser, Spenser Cohen
Παραγωγή: Roland Emmerich, Harald Kloser
Μουσική: Harald Kloser, Thomas Wanker
Φωτογραφία: Robby Baumgartner
Μοντάζ: Ryan Stevens Harris, Adam Wolfe
Σκηνικά: Kirk M. Petruccelli
Κοστούμια: Mario Davignon
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Αρνητική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Moonfall
- Ελληνικός Τίτλος: Moonfall: Η Σκοτεινή Πλευρά του Φεγγαριού
Παραλειπόμενα
- Πρόκειται για ανεξάρτητη παραγωγή. Το κόστος παρόλα αυτά έφτασε ως τα 146 εκατομμύρια δολάρια, κάτι που την έκανε ως μία από τις ακριβότερες εκτός στούντιο ταινίες όλων των εποχών. Ταυτόχρονα, μια και τα έσοδα δεν ξεπέρασαν τα 59,1 εκατομμύρια δολάρια, κατατάχτηκε και ανάμεσα στις μεγαλύτερες εμπορικές αποτυχίες όλων των εποχών.
- Ο Emmerich εμπνεύστηκε το στόρι από μια θεωρεία για τη Σελήνη που είχε ακούσει νεαρός στο μάθημα φυσικής. Αυτή αφορούσε αναφορές από τη δεκαετία του 1970, όταν αστροναύτες τοποθέτησαν σεισμογράφο στο φεγγάρι, και παρατήρησαν ότι “ακούγεται σαν να χτυπάει κουδούνι”.
- Ο John Bradley αντικατέστησε τον Josh Gad, που αναγκάστηκε να αποχωρήσει λόγω του προγραμματισμού του. Το ίδιο συνέβη με τον Stanley Tucci, που έχασε τη θέση του από τον Michael Pena, αυτή τη φορά λόγω περιορισμών επί των ταξιδιωτικών νόμων περί COVID-19.
- Ο ρόλος της Halle Berry είχε γραφτεί για άντρα, με την ίδια να δίνει συγχαρητήρια στον Emmerich που συνειδητοποίησε πως μπορούσε να αποδοθεί εξίσου ορθά και από μια γυναίκα.
- Η διαστημική υπηρεσία των ΗΠΑ και η ΝΑΣΑ συνεργάστηκαν με την παραγωγή, κάτι που δέχτηκε με ενθουσιασμό αλλά και έκπληξη ο σκηνοθέτης. Έτσι, το επιτελείο είχε στη διάθεση του αληθινές φωτογραφίες από το διάστημα, αλλά και αυθεντικό υλικό της ΝΑΣΑ.
Κριτικός: Νίκος Ρέντζος
Έκδοση Κειμένου: 31/3/2022
Προσπαθεί ο δόλιος ο Ρόλαντ Έμεριχ να φτιάξει ένα franchise αλλά δεν του κάθεται. Βγήκε πριν μερικά χρόνια το δεύτερο μέρος του Μέρα Ανεξαρτησίας, και ο Ρόλαντ τα είχε όλα έτοιμα και πίστευε ότι είχε επιτέλους την ευκαιρία του και ότι με αυτό το σίκουελ θα μπορούσε να έχει το δικό του franchise, αλλά η ταινία πάτωσε. Νομίζω ότι ήταν και η μόνη ταινία του που δεν βρήκα διασκεδαστική, καθώς δεν το έχω κρύψει ότι με τις ταινίες του Έμεριχ περνάω καλά γενικά. Δεν χρίζουν ιδιαίτερων αναλύσεων, αλλά, πως να το κάνουμε, για κάποιον λόγο του έχω μια αδυναμία, ίσως γιατί έχω έντονες κινηματογραφικές αναμνήσεις, τόσο από το Μέρα Ανεξαρτησίας, όσο και από το Γκοτζίλα του 1998. Και οι δύο αυτές ταινίες ήταν τεράστιες εμπορικές επιτυχίες και υπήρχαν στα σκαριά έτοιμα σίκουελ αλλά δεν προχώρησαν. Το σίκουελ της Μέρας Ανεξαρτησίας, όπως είπαμε και παραπάνω, πραγματοποιήθηκε τελικά αλλά πολλά χρόνια μετά και δυστυχώς φάνηκε ο Έμεριχ να μη βρίσκεται σε φόρμα εκεί. Κάπως έτσι λοιπόν ο πήχης των προσδοκιών για το Moonfall άρχισε να πέφτει. Έλα όμως που ο Ρόλαντ έκανε το θαύμα του και μας έδωσε άλλη μια “ένοχη απόλαυση”, έστω κι αν ολοφάνερα δεν έχει την ενέργεια παλιότερων ταινιών του.
Τι συμβαίνει λοιπόν στο Moonfall; Ακριβώς αυτό που λέει ο τίτλος του! Το φεγγάρι πέφτει και οι γήινοι πρέπει να βρουν τρόπο να το σταματήσουν. Μια αποστολή ετοιμάζεται να πετάξει προς τα εκεί, και μετά από μια σειρά επιστημονικών αναλύσεων που ιδέα δεν έχουμε αν στέκουν (κάτι μου λέει πως όχι), οδηγούμαστε προς τον δορυφόρο της Γης για να δούμε με τα μάτια μας ότι η πτώση αυτή του φεγγαριού οφείλεται σε μια εξωγήινη μορφή τεχνητής νοημοσύνης. Η μεγαλύτερη ανακάλυψή τους όμως δεν θα είναι αυτή…
Πέρα από τις θεαματικές σκηνές καταστροφής, που φροντίζει να έχει στις ταινίες του ο Έμεριχ ως γνήσιος μετρ του σινεμά καταστροφής ή του καταστροφικού σινεμά για πολλούς, εδώ προσπαθεί να ικανοποιήσει και λίγο περισσότερο τους φίλους της επιστημονικής φαντασίας, με μια πρωτότυπη (;) αλλά αρκετά περίεργη θεωρία για την προέλευση των ανθρώπων, τους πρώτους προγόνους μας και το τι συμβαίνει ακριβώς στο φεγγάρι. Κουβέντα να γίνεται στην ουσία, καθώς αμφιβάλλω ότι μπορεί εύκολα να κατανοήσει κανείς όλα αυτά που επιχειρεί το σενάριο να περιγράψει. Δεν είναι όμως σχεδόν ποτέ αυτό το θέμα στις ταινίες του γερμανού σκηνοθέτη. Οι ταινίες του δουλεύουν μια χαρά όταν δεχτείς ότι καταρχάς και ο ίδιος δεν επιθυμεί να πει μια σοβαρή ιστορία επιστημονικής φαντασίας αλλά να παίξει με τα ειδικά εφέ, να βάλει τους χαρακτήρες του σε απίθανες καταστάσεις και να προσδώσει έναν πιο κόμικ χαρακτήρα γενικότερα. Αυτό προφανώς δεν δουλεύει για αρκετό κόσμο και ιδιαίτερα για τους κριτικούς κινηματογράφου. Υπάρχει όμως και μια μερίδα κόσμου που ο Έμεριχ την έχει κερδίσει. Αυτή η μερίδα ξέρει τι ακριβώς θα δει στις ταινίες του, και αφήνοντας για λίγο στην άκρη τις επιστημονικές αναλύσεις, την οποιαδήποτε δραματουργία, την ανάλυση χαρακτήρων και λοιπά και λοιπά, μπορεί να περάσει πολύ καλά στα “χαζά” μπλοκμπαστερικά πονήματα του σκηνοθέτη.
Το Moonfall λοιπόν έχει όλα αυτά τα στοιχεία που περιμένεις να έχει. Δεν υπάρχει η ίδια ενέργεια στην οθόνη σε σύγκριση με τα προ δεκαετίας έργα του Έμεριχ, και αρκετές φορές τα ψηφιακά εφέ και η χρήση green-screen δεν είναι απολύτως επιτυχημένα αλλά σίγουρα ανεβήκαμε ένα κλικ πάνω από το Independence Day: Resurgence. Δεν ξέρω κι εδώ αν θα του κάτσει το franchise, καθώς είναι φανερό ότι προς τα εκεί κοιτάει, αλλά τουλάχιστον το διασκέδασα. Είπαμε, μια ακόμα ένοχη απόλαυση…
Βαθμολογία:
Ο Έμεριχ παντρεύει τα 2012, σταργκειτ, η επόμενη μέρα, μέρα ανεξαρτησίας, όλα δικά του και μας προσφέρει την ταινία της χρονιάς. Να πάτε σινεμά να την απολαύσετε.
Γιατί δεν έχετε κριτική σε αυτό; Είδα όμως ότι κανείς άλλος επίσης δεν έχει.
Για τη συγκεκριμένη ταινία δεν έγινε καμία δημοσιογραφική προβολή στη χώρα μας. Αυτό μπορείς να το εκλάβεις ως δικαιολογημένο σε σχέση με την ταυτόχρονη έξοδο της παγκοσμίως (όχι η καλύτερη δικαιολογία, αλλά ίσως να στέκει για το συγκεκριμένο), είτε σε συνδυασμό με την αρνητική κριτική που επακολούθησε στο εξωτερικό. Διαλέγεις, παίρνεις... κι εμείς μαζί σου!