Σε ένα νοσοκομείο στη Βρέστη, μια πνευμονολόγος, η Ιρέν Φρασόν, ανακαλύπτει ότι ανεξήγητοι θάνατοι ασθενών συνδέονται με τη λήψη του Mediator, ενός φαρμάκου που κυκλοφορεί στην αγορά εδώ και πολλά χρόνια. Έτσι ξεδιπλώνει μια σύγχρονη ιστορία Δαυίδ και Γολιάθ από το ξεκίνημα της σαν μια απόρρητη υπόθεση, έως την ανακάλυψη της από τα φρενήρη ΜΜΕ και την κορύφωση της αναζητώντας την αλήθεια.

Σκηνοθεσία:

Emmanuelle Bercot

Κύριοι Ρόλοι:

Sidse Babett Knudsen … Irene Frachon

Benoit Magimel … Antoine Le Bihan

Charlotte Laemmel … Patoche

Isabelle de Hertogh … Corinne Zacharria

Gustave Kervern … Kermarec

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Emmanuelle Bercot, Severine Bosschem

Παραγωγή: Simon Arnal, Caroline Benjo, Barbara Letellier, Carole Scotta

Μουσική: Martin Wheeler

Φωτογραφία: Guillaume Schiffman

Μοντάζ: Julien Leloup

Σκηνικά: Eric Barboza

Κοστούμια: Pascaline Chavanne

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: La Fille de Brest
  • Ελληνικός Τίτλος: 150 mg
  • Διεθνής Τίτλος: 150 Milligrams

Σεναριακή Πηγή

  • Βιβλίο: Mediator 150 mg της Irene Frachon.

Κύριες Διακρίσεις

  • Υποψήφιο για πρώτο γυναικείο ρόλο (Sidse Babett Knudsen) και σενάριο στα Cesar.

Κριτικός: Πάρις Μνηματίδης

Έκδοση Κειμένου: 15/8/2017

Βασισμένο σε πραγματικά γεγονότα, το νέο φιλμ της Emmanuelle Bercot μετά το “La Tête Haute” είναι ταινία καταγγελίας που έχει δανειστεί πολλά στη νοοτροπία της από δουλειές που έχουν αφήσει το δικό τους στίγμα στην παράδοση του είδους, όπως το “Erin Brockovich” το οποίο φαίνεται να θαυμάζει, κάνοντας κάποια πράγματα καλύτερα από ότι το ίδιο (εδώ παρουσιάζεται καλύτερα το πως για να πολεμήσει κάποιος το σύστημα είναι κάτι που θέλει στρατηγική με συλλογική προσπάθεια γιατί μια ομάδα είναι δυσκολότερο να καταπολεμηθεί από μια μονάδα) και κάποια άλλα χειρότερα (η κινηματογράφηση είναι άκρως συμβατική, τηλεοπτικής νοοτροπίας, χωρίς τις τσαχπινιές στο μοντάζ του πονήματος του Soderbergh, ενώ και το περιβάλλον των δευτερευόντων χαρακτήρων δεν είναι εξίσου δουλεμένο με αυτό του βραβευμένου με Όσκαρ έργου).

Το τελικό αποτέλεσμα είναι σίγουρα αξιοπρεπές και με σωστά, ενθαρρυντικά μηνύματα, αλλά κάτι το κρατά κάπως προσγειωμένο. Είναι σαν ένα υγιεινό φαγητό που δεν ενθουσιάζει με τη γεύση του, κι εδώ είναι που το “La Fille de Brest” τελικά χάνει στη σύγκριση σε σχέση με τους δασκάλους του όπως ο Lumet, γιατί οι μεγάλες αμερικάνικες ταινίες της σχολής ήξεραν και τα μυστικά για να είναι θελκτικές, πραγματικά συναρπαστικές και μαζικώς προσβάσιμες (χωρίς αυτό να σημαίνει πως η δουλειά της Bercot είναι δυσνόητη, το αντίθετο μάλιστα). Εδώ δίνεται η εντύπωση πως η σκηνοθέτις και συν-σεναριογράφος ξέρει το ήμισυ της συνταγής, παραδίδοντας εν τέλει και το πενήντα τοις εκατό που προσφέρει η αντίστοιχη αμερικάνικη εμπειρία σε αυτήν την κατηγορία στις καλύτερες στιγμές της, που και πάλι δεν είναι λίγο, αλλά δεν είναι και αρκετό.

Ωστόσο υπάρχει ένα μεγάλο ατού εδώ που κουβαλάει το σενάριο και όλη την ουσία του φιλμ στα χέρια του, και αυτό δεν είναι άλλο από την πρωταγωνιστική ερμηνεία της δανέζικης καταγωγής και βραβευμένης με Σεζάρ Sidse Babett Knudsen. Χειμαρρώδης και πολυδιάστατη, ικανή να δείξει την οργή της σε εκείνους ενάντια στους οποίους μάχεται αλλά και να μοιράσει αγάπη στα άτομα για τα οποία ενδιαφέρεται, ντόμπρα, με αστεία ξεσπάσματα αγανάκτησης ενίοτε, ο χαρακτήρας της Frachon είναι μεν ζουμερός αλλά δε θα κατάφερνε να αποτελεί ένας μεγάλος ρόλος χωρίς τη συμβολή της ηθοποιού που την υποδύεται, που δεν έχει απολύτως τίποτα να ζηλέψει από χολιγουντιανές συναδέλφους. Ακόμη κι όταν ο ρυθμός αναπόφευκτα κάνει κοιλιά σε μια διάρκεια δυο ωρών και κάτι λεπτών που είναι η αλήθεια πως φαντάζει λίγο μεγαλύτερη από όσο πραγματικά είναι, η διαδρομή παραμένει ευχάριστη ακριβώς επειδή υπάρχει στο ρόλο του καθοδηγητή μέσα στην ιστορία η εξαιρετική Knudsen.

Αυτό που καταφέρνει αυτή η ταινία σε σύγκριση με κάποιες κατώτερες απόπειρες του ιδιώματος από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού είναι ότι αποφεύγει την υπερβολή και το μελοδραματισμό στον οποίο ενίοτε αυτές ξεπέφτουν. Δεν υπάρχουν στιγμές θριλερικού σασπένς με σκηνές άμεσων απειλών από ανθρώπους των φαρμακοβιομηχανιών ούτε μια διάθεση ηρωοποίησης ή απεικόνισης με μεσσιανικές αποχρώσεις της πραγματικής ηρωίδας, παρά μόνο η αληθοφανής καταγραφή της προσωπικότητας αυτή όπως έχει, αυτή δηλαδή μιας ευσυνείδητης λειτουργού με θέληση και μια θετικά εμμονική στάση συνοδευόμενη από μια έντονη επιθυμία να αποδοθεί δικαιοσύνη και να σωθούν ζωές. Αν υπάρχει κάποιο αρνητικό σε αυτήν την εύλογα πιο «ευρωπαϊκή» προσέγγιση είναι ότι λείπουν κάπως οι χυμοί, σκηνές κρεσέντου και δραματικού μεγαλείου που κατάλληλα ενταγμένες στο σύνολο θα έκαναν το πόνημα αυτό να ανυψωθεί ποιοτικά.

Εν κατακλείδι πάντως η δουλειά αυτή κατορθώνει να ενημερώσει, να προβληματίσει, ακόμη και να ψυχαγωγήσει όταν ξαποσταίνει από την υπερφόρτωση πληροφοριών με την οποία φλερτάρει το σενάριο σε κάποιες στιγμές.

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

9 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *