Το ιστορικό της ζωής του Ρίτσι Βάλενς, του τσικάνο τραγουδιστή της ροκ ν’ρολ που βρήκε τραγικό θάνατο στα 17 του. Από τις φτωχικές ημέρες με την οικογένεια του στην Παϊκόμα της Καλιφόρνιας, έως το απόγειο του με την επιτυχημένη διασκευή του La Bamba. Κεντρικά πρόσωπα της ζωής του, ο αδελφός του, Μπομπ, με τον οποίο ήταν πάντα σε κόντρα, και η Ντόνα, η κοπέλα που αγάπησε.
Σκηνοθεσία:
Luis Valdez
Κύριοι Ρόλοι:
Lou Diamond Phillips … Ritchie Valens
Esai Morales … Roberto ‘Bob’ Morales
Rosanna DeSoto … Connie Valenzuela
Elizabeth Pena … Rosie Morales
Danielle von Zerneck … Donna Ludwig
Joe Pantoliano … Bob Keane
Noble Willingham … Howard
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Luis Valdez
Παραγωγή: Bill Borden, Taylor Hackford
Μουσική: Miles Goodman, Carlos Santana
Φωτογραφία: Adam Greenberg
Μοντάζ: Don Brochu, Sheldon Kahn
Σκηνικά: Vincent M. Cresciman
Κοστούμια: Sylvia Vega-Vasquez
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: La Bamba
- Ελληνικός Τίτλος: La Bamba
- Εναλλακτικός Ελλ. Τίτλος: Λα Μπάμπα
Κύριες Διακρίσεις
- Υποψήφιο για Χρυσή Σφαίρα καλύτερης ταινίας (κωμωδία/μιούζικαλ).
Παραλειπόμενα
- Η παραγωγή είχε την πλήρη υποστήριξη της οικογένειας του Ritchie Valens. Ο Bob Morales και η Connie Valenzuela πέρασαν κι από τα γυρίσματα, ώστε να βοηθήσουν τους ηθοποιούς που τους ενσάρκωναν, ενώ η δεύτερη κάνει κι ένα μικρό πέρασμα επί της ταινίας.
- Από λάθος, ο ατζέντης του Lou Diamond Phillips τού είχε πει ότι η ταινία ήταν για τον Frankie Valli. Ο Phillips όμως δεν απογοητεύτηκε, και είπε να πάει στην οντισιόν, ακόμα κι αν ήξερε ότι δεν ήταν ένας ρόλος που θα μπορούσε να ανταπεξέλθει.
- Ο Lou Diamond Phillips ήρθε τόσο κοντά με τα μέλη της οικογένειας Valenzuela, που φαίνονταν να τον βλέπουν ως τον χαμένο τους Ritchie. Χαρακτηριστικά αναφέρθηκε ότι η Connie Lemos έκανε σαν υστερική, βλέποντας τον νεαρό ηθοποιό στην οθόνη να ανεβαίνει στο μοιραίο αεροπλάνο. Όταν είχε συμβεί το τραγικό γεγονός, η μικρή αδελφή του Valens ήταν 6 ετών.
- Αυτή ήταν η δεύτερη αλλά και έσχατη ταινία στη σκηνοθετική καριέρα του Luis Valdez. Παρόλα αυτή, στάθηκε ως μια καλλιτεχνική κι εμπορική επιτυχία.
Μουσικά Παραλειπόμενα
- Όλα τα τραγούδια του Ritchie Valens ερμηνεύονται από τους Los Lobos, οι οποίοι ήρθαν μετά από πρόταση της οικογένειας Valenzuela. Στο σάουντρακ που σκαρφάλωσε στην κορυφή των ΗΠΑ (2 φορές πλατινένιο) ακούγονται τα: La Bamba (τεράστια η αυτόνομη επιτυχία του ανά τον πλανήτη), Come On Let’s Go!, Ooh My Head, We Belong Together, Framed και Donna. Επίσης, ο Howard Huntsberry αντικαθιστά τον Jackie Wilson στο Lonely Teardrops, ο Marshall Crenshaw τον Buddy Holly στο Crying Waiting Hoping, ο Brian Setzer τον Eddie Cochran στο Summertime Blues, και ο Bo Diddley παρουσιάζει μια νέα βερσιόν του δικού του Who Do You Love?
- Στη σκηνή του μπαρ στην Τιχουάνα, η παραδοσιακή μπάντα που παίζει το αυθεντικό La Bamba είναι οι ίδιοι οι Los Lobos. Σε αυτήν, ο κιθαρίστας είναι ο David Hidalgo, που επί της ταινίας παρέχει την τραγουδιστική φωνή του Lou Diamond Phillips.
Κριτικός: Σταύρος Γανωτής
Έκδοση Κειμένου: 28/5/2024
Η βιογραφία του Ρίτσι Βάλενς έχει κάτι από την ίδια τη ζωή του αδικοχαμένου μουσικού. Έρχεται από το πουθενά, σου κλέβει τη συμπάθεια, σου αφήνει ήχους στη μνήμη, αλλά στην πραγματικότητα είναι μια τόσο σύντομη ιστορία που δεν είχε ιδιαίτερη ανάγκη να ειπωθεί. Μάλλον η πιο ταιριαστή της θέση ήταν στο τραγούδι American Pie, αφού εκεί αποκτούσε μια μυθική υπόσταση που συνήθως η πραγματικότητα δεν εμπεριέχει.
Ίσως βέβαια σε αυτό να συμβάλει περισσότερο ο χαλαρού ύφους σκηνοθέτης, με τον Luis Valdez να ξεχνιέται άμεσα μετά από αυτή την ταινία, ως ένας απλός περαστικός του χώρου. Βέβαια, αντιλαμβάνεται το κλίμα των αμερικανο-λατίνων, όντας κι αυτός ένας εξ αυτών, και ως προς αυτό η ταινία σε κερδίζει ως περίβλημα. Χωρίς να τραβάει τις καταστάσεις στα άκρα (δεν θέλει σε κανένα σημείο να χάσει το νεανικό κοινό), αναπαράγει με σωστές δόσεις τα κλισέ που τους συνοδεύουν, ισορροπώντας τα με τον μουσικό χαρακτήρα του φιλμ.
Χτισμένο σεναριακά σωστά αν και λιγάκι αποσπασματικό, αλλά επίπεδο στην αφήγηση του και κοντά σε έναν τύπου αμερικανικό ακαδημαϊσμό αλά δεκαετίας 1980, το δράμα κυλάει με ένα ενδιαφέρον, αλλά ποτέ δεν παίρνονται δημιουργικά ρίσκα ώστε να φανεί κάποιο εξτρά ή μη ταλέντο δημιουργού και καστ. Αυτό το κενό έρχεται να καλύψει το τραγουδιστικό κομμάτι, και κανείς δεν θα παραπονεθεί που είναι ο David Hidalgo των Los Lobos που ακούμε αντί του Βάλενς, μια και πιάνει εκείνη την ιδιαίτερη τρυφερότητα της φωνής του.
Έχουμε λοιπόν μια τυπική μεν ταινία για τη δεκαετία της όσο και ως βιογραφία μουσικού, αλλά με μια ιστορία που λειτουργεί και αυτόνομα ως ένα συγκινητικό δράμα χαρακτήρων. Μπορεί με το πέρας της θέασης να ξεχάσετε όσα αφορούν την πλοκή, αλλά θα πιάσετε σίγουρα τον εαυτό σας να σιγοτραγουδάει εκείνα τα όμορφα τραγούδια που άξιζαν τελικά μια θέση και στη μεγάλη οθόνη.
Βαθμολογία: