Ο Βίκτορ είναι το δεξί χέρι ενός άρχοντα του υπόκοσμου, του Αλφόνς, ο οποίος παρακολουθεί τα μέλη της συμμορίας του να δολοφονούνται ένα προς ένα, ενώ κάποιος άγνωστος τού στέλνει συνεχώς απειλητικά μηνύματα. Εν μέσω αυτών των γεγονότων, ο Βίκτορ γνωρίζει την Μπέατρις, μια μυστηριώδη Γαλλίδα που ζει με τη μητέρα της σε ένα διαμέρισμα, ακριβώς απέναντι από το δικό του. Η έλξη του προς εκείνη αρχίζει και μεγαλώνει, όταν θα ανακαλύψει ότι δεν είναι αυτή που φαίνεται, αλλά ένα θύμα που αναζητά εκδίκηση και χρειάζεται τη βοήθεια του. Σύντομα, όμως, ανακαλύπτει κι εκείνη ότι ούτε ο Βίκτορ είναι ο άντρας που νόμιζε, αλλά ένας άντρας που αναζητά εκδίκηση για τον θάνατο της οικογένειας του. Όταν οι δύο αυτοί πληγωμένοι κι εμμονικοί άνθρωποι έρθουν κοντά, η χημεία και η ένταση μεταξύ τους θα γεννήσει ένα βίαιο και καθαρτικό πλάνο εκδίκησης.

Σκηνοθεσία:

Niels Arden Oplev

Κύριοι Ρόλοι:

Colin Farrell … Victor/Laszlo Kerick

Noomi Rapace … Beatrice Louzon

Dominic Cooper … Darcy

Terrence Howard … Alphonse Hoyt

Isabelle Huppert … Valentine Louzon

Luis Da Silva Jr. … Terry

F. Murray Abraham … Gregor

Armand Assante … Lon Gordon

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: J.H. Wyman

Παραγωγή: Neal H. Moritz, J.H. Wyman

Μουσική: Jacob Groth

Φωτογραφία: Paul Cameron

Μοντάζ: Timothy A. Good, Frederic Thoraval

Σκηνικά: Niels Sejer

Κοστούμια: Renee Ehrlich Kalfus

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Μέτρια.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: Dead Man Down
  • Ελληνικός Τίτλος: Η Γεύση της Εκδίκησης

Παραλειπόμενα

  • Αγγλόφωνο ντεμπούτο για τον δανό Niels Arden Oplev.
  • Ο Oplev αποποιήθηκε την καμπάνια προώθησης της ταινίας του, πιστεύοντας ότι τον παρερμηνεύει, ενώ μίλησε και για προβλήματα χρηματοδότησης πάνω στα γυρίσματα, τα οποία τον ανάγκασαν να επισπεύσει το πέρας γυρισμάτων, όπως και το μοντάζ που δεν ήταν εντέλει αυτό που θα ήθελε εκείνος.
  • Οι μέτριες κριτικές συνάντησαν την εμπορική αποτυχία του φιλμ, με έσοδα 18,1 εκατομμύρια δολάρια, αλλά και μπάτζετ των 30.

Κριτικός: Χάρης Καλογερόπουλος

Έκδοση Κειμένου: 3/4/2013

Στο παρελθόν, μια συμμορία πάνω στη δράση έχει σκοτώσει τη γυναίκα και το παιδί του Βίκτορ. Εκείνος για να εκδικηθεί, έχει διεισδύσει με άλλη ταυτότητα στην οργάνωση, ξεπαστρεύοντας τους κρυφά, μέχρι να φτάσει στον αρχηγό τους, Αλφόνς, που τον νομίζει δεξί του χέρι. Μια γειτόνισσα του Βίκτορ απ’ το απέναντι διαμέρισμα τον πλησιάζει, του δείχνει ότι έχει καταγράψει στο κινητό της τη δράση του και για να μην τον καρφώσει, του ζητάει να σκοτώσει αυτόν που σε αυτοκινητιστικό τής κατέστρεψε τη ζωή, παραμορφώνοντας την αριστερή μεριά του προσώπου της. Οι δυο τους θα πλησιάσουν ο ένας τον άλλο με τρόπους που θα παραλλάξουν τις ατζέντες τους.

Ο δανός Νιλς Άρντεν Όπλεβ στην πρώτη του αμερικάνικη ταινία επιστρατεύει την πρωταγωνίστριά του απ’ το Κορίτσι με το Τατουάζ, Νούμι Ράπας, προτιμάει για ήρωα τον ιρλανδό Κόλιν Φάρελ, όπως και για βασικό δεύτερο χαρακτήρα γκάνγκστερ, τον βρετανό Ντομινίκ Κούπερ και τέλος κρατάει για τον ρόλο του αρχηγού της συμμορίας τον αφροαμερικανό Τέρενς Χάουαρντ. Τέλος, επιλέγει το σενάριο του μάλλον μέτριου αμερικανού Τζόελ Χάουαρντ Γουάιμαν («Fringe», Ο Μεξικανός), ίσως γιατί θεώρησε ότι του προσφέρει έδαφος για να κάνει μια μείξη αμερικανικού κι ευρωπαϊκού σινεμά, πάνω στη φόρμα του νέο-νουάρ. Από τη μια έχουμε δύο ιστορίες εκδίκησης και από την άλλη ένα δράμα δυο χαρακτήρων που διαπλέκονται μετ’ εμποδίων, περνώντας από ποικίλα συναισθήματα κι αντιδράσεις (καχυποψία, οίκτος, οργή, κατανόηση, πρόκληση) πριν φτάσουν τελικά σε κάποια ρομαντική περιοχή. Ο Όπλεβ θέλει να διασώσει και τις δύο μεγάλες συνιστώσες δημιουργώντας και θρίλερ και υπαινικτικό ρομαντικό δράμα κι ως έναν βαθμό το καταφέρνει, με συνδετικό κρίκο τη σκοτεινή ατμόσφαιρα και την ιδιόρρυθμη ιδιοσυγκρασία που φτιάχνει πάνω στην Ράπας -κατά έναν τρόπο, ένα πιο απλό «κορίτσι με τατουάζ»- και με την ενίσχυση κάποιου «γαλλικού εξωτισμού» της μητέρας της που υποδύεται «σαν από άλλη ταινία» η Ιζαμπέλ Ιπέρ.

Αλλά τα καταφέρνει, ως έναν βαθμό. Τον ρυθμό δύο ταχυτήτων στην αφήγηση -πότε σύμφωνα με τις απαιτήσεις του ταχύρρυθμου γκανγκστερικού θρίλερ και πότε με αυτές του αργού ψυχογραφήματος- μπορείς να τον εισπράξεις ως μελέτη αποδόμησης του ενός στοιχείου μέσα στο άλλο με πρόθεση την τελική σύνθεση, ή και ως πλήρη αμηχανία πλοήγησης. Από την άλλη, η υπερβολική δραματοποίηση μερικών λεπτών χαρακιών στο πρόσωπο της ηρωίδας (μάλιστα, εντελώς άτσαλος και πρόχειρος ο σεναριακός και σκηνοθετικός χειρισμός του χλευασμού από εφήβους της «σημαδεμένης») μοιάζει άνιση με την απώλεια του Βίκτορ και ακυρώνει κομμάτι την υποτιθέμενη σοβαρότητα της ισότιμης συναισθησίας δυο αξιοσημείωτων ψυχών. Είναι μια «άξια ηρωίδα» ή ένα καταθλιπτικό παρτσακλό τυλιγμένο με ατμόσφαιρα; Περάν τούτου, ο Όπλεβ στήνει πειστικά το εγκληματικό περιβάλλον σε μια μουντή Νέα Υόρκη (φωτογραφικά, σαν νάσαι στην εποχή του Ανθρώπου από τη Γαλλία) και αποφεύγει κάποια από τα κλισέ στην τελική κλιμάκωση, συνδυάζοντας το σκανδιναβικό Νέο Κύμα με στοιχεία blockbuster. Εντέλει, χειρίζεται το υλικό του με κάποια δεξιοτεχνία, αλλά έχεις την αίσθηση μιας έξυπνης κατασκευής που δεν καταφέρνει να σε συγκινήσει. Πολύ σωστά, ένας αμερικανός κριτικός επισημαίνει ότι το όνομα του ήρωα Βίκτορ Λάζλο παραπέμπει στην Καζαμπλάνκα, που θα πρέπει να αποτέλεσε οδηγό για τον σκηνοθέτη, προκειμένου να επανεγράψει στο σήμερα τον ρομαντικό πυρήνα που εμψύχωνε τα παλιά νουάρ. Αυτό δεν έγινε ιδιαίτερα κατορθωτό. Και ίσως, πια, είναι έτσι οι κώδικες στην εποχή μας, που αυτές οι συγκινησιακές υπερβάσεις έχουν περάσει στις τηλεοπτικές σειρές. Αν αυτό το στόρι γινόταν μια σειρά έστω έξι επεισοδίων, θα είχε καταφέρει να αποδώσει πολύ παραπάνω.

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

13 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *