Έτος 1984. Ένας νεαρός προγραμματιστής αρχίζει να αμφιβάλλει για την πραγματικότητα, καθώς έρχεται αντιμέτωπος με μια διαστρεβλωμένη εμπειρία καθώς προσπαθεί να δημιουργήσει ένα βιντεοπαιχνίδι με βάση ένα μυθιστόρημα φαντασίας.

Σκηνοθεσία:

David Slade

Κύριοι Ρόλοι:

Fionn Whitehead … Stefan Butler

Will Poulter … Colin Ritman

Asim Chaudhry … Mohan Tucker

Craig Parkinson … Peter Butler

Alice Lowe … Δρ Haynes

Tallulah Haddon … Kitty

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Charlie Brooker

Παραγωγή: Russell McLean

Μουσική: Brian Reitzell

Φωτογραφία: Jake Polonsky

Μοντάζ: Tony Kearns

Σκηνικά: Catrin Meredydd

Κοστούμια: Caroline Harris

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: Black Mirror: Bandersnatch
  • Ελληνικός Τίτλος: Μαύρος Καθρέφτης: Bandersnatch

Παραλειπόμενα

  • Η ταινία του Netflix είναι ταυτόχρονα και επεισόδιο της σειράς Black Mirror, αλλά έχει μια μεγάλη ιδιαιτερότητα. Πρόκειται για interactive ταινία, όπου παρότι η στάνταρ διάρκεια της είναι μιάμιση ώρα (αν και ποικίλει αυτό από μόλις 40 λεπτά το ελάχιστο), ο θεατής έχει την επιλογή σε διάφορα σημεία να επιλέξει διαφορετικό δρόμο επί της πλοκής. Το συνολικό υλικό που τραβήχτηκε σε φιλμ είναι 5 ώρες.
  • Παρότι ο δημιουργός της σειράς, ο Charlie Brooker, προετοίμαζε από το 2017 με το Netflix αυτό το φιλμικό γεγονός, κάτι που ήθελε το κανάλι να το καθιερώσει για πολλά του προγράμματα, η αναγγελία έγινε μόλις μέσα στον Δεκέμβρη, με το trailer να βγαίνει μία ημέρα πριν τη διάθεση της ταινίας (28/12).
  • Ο όρος bandersnatch πηγάζει από δύο ποιήματα του Lewis Carroll, ως ένα φανταστικό πλάσμα. Τη δεκαετία του 1980, αυτό ήταν το όνομα που είχε επιλέξει η Imagine Software για ένα της βιντεοπαιχνίδι. Μάλιστα, η ταινία ανοίγει στις 9/7/1984, την ημέρα όπου η εταιρία εκείνη πτώχευσε. Υπάρχουν ακόμα στοιχεία από το σύμπαν του Philip K. Dick, ενώ ο Brooker αναφέρθηκε και στην ταινία Η Μέρα της Μαρμότας. Ρίζες του φιλμ υπάρχουν και σε σύγχρονα βίντεο-γκέιμ, όπως το The Walking Dead και το Detroit: Become Human.

Κριτικός: Σταύρος Γανωτής

Έκδοση Κειμένου: 31/12/2018

Πριν από όλα, για να είμαστε εξηγημένοι, το να γράφεις κριτική για μια ταινία σαν τη συγκεκριμένη, μονάχα ρίσκο θα μπορούσε να είναι. Το μόνο λοιπόν που μπορώ να υποσχεθώ, είναι ότι παρακολούθησα όσο το δυνατόν περισσότερα μονοπάτια αυτού του φιλμικού παιχνιδιού. Όπως όμως κι αν το «βασάνισα», η ουσία είναι μία: πρόκειται για ένα θαυμάσιο μεν, promotion δε αυτής της νέας φόρμας της συνδρομητικής τηλεόρασης του Netflix. Βέβαια, και καλό να μην ήταν, σιγά μη δεν καθιερώνονταν…

Το «Bandersnatch» μπορεί να είναι ένα παιχνίδι, αλλά δεν παύει να είναι και μια ταινία. Για την ακρίβεια τηλεταινία, μια και δεν χάνει ποτέ τον χαρακτήρα του εκτεταμένου επεισοδίου, και για να είμαστε ακόμα πιο ακριβείς, ενός επεισοδίου της αγαπημένης σειράς «Μαύρος Καθρέφτης». Μόνο που αντίθετα με τα περισσότερα επεισόδια της σειράς, δεν ολοκληρώνει τη σκέψη του. Δηλαδή, μπορεί να έχει ένα σωρό καταλήξεις, αλλά στην ουσία η μία αναιρεί νοηματικά την άλλη. Όλα είναι στο κεφάλι του ήρωα; Όλα είναι μια συνωμοσία; Όλα είναι στο χέρι του χρήστη του τηλεκοντρόλ; Διαλέγεις, τυχαία, και παίρνεις.

Ως μια συνέχεια της λογικής του «Matrix» (αλλά και προάγγελος αυτής!), το φιλμ φιλοσοφεί πάνω στο κατά πόσο έχουμε έλεγχο των επιλογών μας. Και αν το καλοσκεφτείς, πόσο έλεγχο να έχουμε όταν αυτές οι επιλογές επηρεάζονται από ένα κάρο παράγοντες έξω από εμάς; Ακόμα και η παράνοια είναι μέσα στο παιχνίδι, αν μπεις στο τριπάκι του ήρωα να πιστέψεις ότι είσαι το «κέντρο του σύμπαντος» ή και το άκρως αντίθετο, δηλαδή ότι τίποτα δεν έχει νόημα, άρα ό,τι κι αν κάνεις δεν τρέχει μία. Η ταινία παίζει με αυτά τα δύο άκρα, αλλά ποτέ δεν φιλοσοφεί περί της μέσης αυτών, μιας μέσης όπου ως συνήθως κρύβει την αλήθεια. Γιατί το φιλμ επιθυμεί και πετυχαίνει να παίξει με το μυαλό σου, αλλά ποτέ να στο φέρει στα ίσια του. Στην ουσία, δηλαδή, θέλει να γίνει ο παίκτης που παίζει με τις δικές σου επιλογές, κι ενώ πάντα εσύ θα νομίζεις ότι είσαι αυτός που ελέγχει την ιστορία…

Ο Charlie Brooker μάλλον παρασέρνεται εδώ από την interactive τεχνολογία, κι ενώ έχει δώσει πολύ καλύτερα δείγματα από πλευράς νοηματικής επί της σειράς του, σε αυτό τον τομέα γίνεται, θα λέγαμε, τεχνοκράτης. Αγαπάει υπερβολικά τόσο το νέο αυτό παιχνίδι, όσο όμως και τον ήρωα του, που ενώ περνάει χίλια-μύρια κύματα αναλόγως τις ορέξεις του θεατή, έχει πάντα το πάνω χέρι. Το απόλυτο geek (ή… η εκδίκηση αυτού…), αν έπρεπε όλο αυτό κάπως να το οριοθετήσω. Γι’ αυτό και τοποθετεί την ιστορία σε εκείνη την εποχή που ο ίδιος μεγάλωσε, φορτώνοντας τη με επιρροές που για τη γενιά των κομπιουτεράδων αποτελούν θρησκεία. Μην ξεχνάμε όμως πως μιλάμε για μια γενιά που έζησε μέσα σε ένα κουτί, μπροστά από ένα κουτί!

Επειδή όμως μιλάμε πάντα και για ένα φιλμ, ο David Slade ως σκηνοθέτης φαίνεται να έχει έναν απλά τυπικό ρόλο. Μοιάζει σαν να βλέπουμε μια b-movie, ακόμα και για τα πρότυπα της δεκαετίας του 1980. Και με τέτοιο δαιδαλώδη σενάριο, πόση ελευθερία να είχε ο «δημιουργός» να αναπτύξει προσωπικό όραμα; Είναι σαν να του όρισαν απλά να κουνάει τα πιόνια, και στην προκειμένη περίπτωση, αναλογιζόμενοι την πορεία του συγκεκριμένου σκηνοθέτη, μεγάλη η χάρη του απλά και μόνο που συμπεριέλαβε αυτή την ταινία στη φιλμογραφία του. Γιατί μόνος του εξαρχής, όπως δείχνει το παρελθόν του, αλλού θα το πήγαινε το πράγμα…

Είναι εντέλει το «Bandersnatch» ένα φιλμικό γεγονός ή απλά ένα διαφημιστικό νέου τηλεοπτικού προϊόντος; Αν και το φυσιολογικό θα ήταν να περιμένουμε τη συνέχεια αυτής της νέας τεχνοτροπίας για να έχουμε μια σοβαρότερη άποψη, η απάντηση είναι μάλλον απλή. Ναι, είναι ένα φιλμικό γεγονός που αυτόνομα δεν είναι να το περάσεις απαρατήρητα, αλλά ναι, είναι κι ένα promo που θα φέρει χρήματα στις τσέπες των τηλε-παραγωγών του. Αλλά, κυρίως, όπως κι αν το εκλάβεις εντέλει, αξίζει να το «δεις-παίξεις».

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

10 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *