Η ζωή και το έργο του σπουδαίου αγιογράφου Αντρέι Ρουμπλιόφ, μέσα από την ταραχώδη περίοδο της ρωσικής ιστορίας του 15ου αιώνα, την οποία στιγματίζουν οι ατέρμονες μάχες μεταξύ αντίπαλων πριγκιπάτων και των Τατάρων.

Σκηνοθεσία:

Andrei Tarkovsky

Κύριοι Ρόλοι:

Anatoliy Solonitsyn … Andrey Rublev

Nikolay Grinko … Daniil Chyornyy

Nikolay Sergeev … Θεοφάνης ο Έλληνας

Nikolay Burlyaev … Boriska

Ivan Lapikov … Kirill

Yuriy Nikulin … μοναχός Patrikey

Yuriy Nazarov … μέγας πρίγκιπας Velikiy Ι

Rolan Bykov … Skomorokh

Irina Tarkovskaya … Durochka

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Andrey Konchalovskiy, Andrei Tarkovsky

Παραγωγή: Tamara Ogorodnikova

Μουσική: Vyacheslav Ovchinnikov

Φωτογραφία: Vadim Yusov

Μοντάζ: Tatyana Egorycheva, Lyudmila Feyginova, Olga Shevkunenko

Σκηνικά: Evgeniy Chernyaev

Κοστούμια: Maya Abar-Baranovskaya, Lidiya Novi

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Πολύ θετική.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: Andrey Rublev
  • Ελληνικός Τίτλος: Αντρέι Ρουμπλιόφ
  • Διεθνής Τίτλος: Andrei Rublev
  • Εναλλακτικός Τίτλος: Strasti po Andreyu
  • Διεθνής  Εναλλακτικός Τίτλος: The Passion According to Andrey
  • Διεθνής  Εναλλακτικός Τίτλος: Andrey Rublyov
  • Διεθνής  Εναλλακτικός Τίτλος: Andrei Roublev

Κύριες Διακρίσεις

  • Βραβείο FIPRESCI στο φεστιβάλ Κανών.

Παραλειπόμενα

  • Το 1961 και ενώ εργάζονταν πάνω στο Τα Παιδικά Χρόνια του Ιβάν, ο Tarkovsky έκανε την πρόταση στη Mosfilm για τη βιογραφία του εικονικού ζωγράφου Αντρέι Ρουμπλιόφ. Το συμβόλαιο υπογράφτηκε το 1962 και τον επόμενο χρόνο το στόρι είχε εγκριθεί. Ακολούθησαν δύο χρόνια επεξεργασίας του σεναρίου μαζί με τον Konchalovsky, με το τελικό κείμενο να παίρνει κι αυτό έγκριση, και το 1964 μπήκε μπρος η παραγωγή. Την ίδια εποχή, το σενάριο κυκλοφόρησε στο δημοφιλές περιοδικό Iskusstvo Kino, κι έγινε θέμα συζήτησης ανάμεσα στους ιστορικούς, τους κριτικούς και τους αναγνώστες, επικεντρωμένη πάνω στα κοινωνικο-πολιτικά και ιστορικά στοιχεία του.
  • Σύμφωνα με τον δημιουργό, την ιδέα για τη ταινία την είχε από τον θεατρικό ηθοποιό Vasily Livanov, που επέμενε να έχει συμμετοχή στο σενάριο αλλά και ως πρωταγωνιστής. Εκείνος όμως οραματίζονταν μια καθαρή βιογραφία του ζωγράφου, κάτι που ήταν μακριά από τις προθέσεις του Tarkovsky.
  • Το φιλμ είναι μονάχα εν μέρει επηρεασμένο από τη ζωή του Αντρέι Ρουμπλιόφ. Ο Tarkovsky ήθελε περισσότερο να παρουσιάσει μια εικόνα της μεσαιωνικής Ρωσίας, τον καλλιτέχνη ως μια παγκόσμια καλλιτεχνική φιγούρα, αλλά και τον χριστιανισμό ως αξίωμα της ιστορικής ταυτότητας της χώρας.
  • Ο Anatoly Solonitsyn επιλέχτηκε κυρίως επειδή ήταν ένα άγνωστο πρόσωπο, κάτι που βοηθούσε το όραμα του δημιουργού. Μέλος θιάσου στην επαρχιακή Ρωσία, μόλις διάβασε στο περιοδικό το σενάριο, ταξίδεψε ως τη Μόσχα, και δήλωσε στον σκηνοθέτη πως μπορούσε να ερμηνεύσει τον πρώτο ρόλο όσο κανένας άλλος. Οι δυο τους έμελλε να συνεργαστούν ακόμα τρεις φορές.
  • Το αρχικό μπάτζετ ήταν 1,6 εκατομμύρια ρούβλια. Η Mosfilm όμως όλο και το κατέβαζε, φτάνοντας το στο 1 εκατομμύριο, κι ενώ την ίδια εποχή δαπανούσε στο Πόλεμος και Ειρήνη 8,5. Αυτό επέφερε αναγκαστικές περικοπές στο σενάριο. Παρόλα αυτά, μια σφοδρή και διαρκής χιονοθύελλα σε συνδυασμό με το ότι όλα γυρίζονταν εκτός στούντιο, ανέβασε το τελικό νούμερο στα 1,3 εκατομμύρια ρούβλια.
  • Ο λόγος της επιλογής του ασπρόμαυρου για το κύριο κομμάτι του φιλμ αφορούσε την πεποίθηση του δημιουργού ότι ένας άνθρωπος δεν καταγράφει στο ασυνείδητο του τα χρώματα. Αυτό όμως δεν ίσχυε για τα έργα του ζωγράφου, που φαίνονται με το χρώμα τους, τονίζοντας έτσι τη διαφοροποίηση ανάμεσα στην προσωπική ζωή ενός καλλιτέχνη και του έργου του.
  • Διάλογος άνοιξε για την εικονοποίηση βίας έναντι ζώων. Στην πραγματικότητα, όλα έγιναν υπό έναν τρόπο που δεν υπέφεραν ζώα, ή τουλάχιστον όχι σε βαθμό που θα ξεπερνούσε την ηθική στάση που έπρεπε να κρατηθεί.
  • Η ταινία ήταν έτοιμη και προβλήθηκε σε ειδική προβολή το 1966, με διάρκεια 205 λεπτά. Ισχυρά προβλήματα λογοκρισίας όμως την εξανάγκασαν να κάνει επίσημη πρώτη τον Μάιο του 1969 στο φεστιβάλ Κανών. Ενδιάμεσα και με τον αρχικό τίτλο “Το Πάθος Κατά τον Αντρέι” (Strasti po Andreyu/The Passion According to Andrey) δέχτηκε αρκετές αλλαγές μέσω του μοντάζ. Επίσημα στη Σοβιετική Ένωση προβλήθηκε το 1971, αλλά με μια λογοκριμένη κόπια. Παγκόσμια διανομή ξεκίνησε μόλις το 1973. Αποτέλεσμα όλων αυτών είναι να υπάρχουν διάφορες εκδοχές του φιλμ ανά τον κόσμο.
  • Το έργο είναι κομμένο σε οχτώ ξεχωριστά μέρη, με έναν πρόλογο κι έναν επίλογο που λίγη σχέση έχουν με το κυρίως σώμα.
  • Μέσα στη δεκαετία του 1990, η Criterion Collection κατάφερε να αποκαταστήσει την εκδοχή των 205 λεπτών εν είδει director’s cut. Σύμφωνα με την αδελφή του σκηνοθέτη, η μοντέρ Lyudmila Feiginova είχε κρύψει μια αρχική κόπια κάτω από το κρεββάτι της. Σύμφωνα πάλι με την Criterion, ήταν ο Martin Scorsese που μπόρεσε να βρει μια κόπια σε ταξίδι του στη Ρωσία. Πλέον, τόσο η εκδοχή των 205 όσο και αυτή των 183ων είναι διαθέσιμες και θεωρούνται εξίσου επίσημες.

Κριτικός: Σταύρος Γανωτής

Έκδοση Κειμένου: 29/6/2009

Δεν πρόκειται για ακόμα μία αριστουργηματική κινηματογραφική εμπειρία. Είναι καθαρά θρησκευτική εμπειρία και της πρέπει αμέριστη ευλάβεια. Ο Tarkovky έχει άμεσα επηρεαστεί από την ιδιότητα του ήρωα του, κι έχοντας ξεφύγει από κάποια γραφικά φαντάσματα των Παιδικών Χρόνων του Ιβάν, φιλμάρει “χωρίς αύριο”. Κάθε εικόνα είναι τοποθετημένη στον χώρο άψογα, συμμετρικά, κάθε ηθοποιός κινείται σύμφωνα με προσταγές, κάθε σκηνικό αστράφτει στη λιτότητα του. Οι εικόνες του Ρουμπλιόφ δένουν με ένα σινεμά πέντε αιώνων μετά από αυτόν, κάτι που παραπέμπει στην παροιμιώδη αρτιότητα του Sergei Eisenstein.

Η ταινία δεν επιμένει σε τεράστια πλάνα, κι όμως είναι έπος. Η διαδρομή του ήρωα παίρνει έννοια προσκυνητή και ο χαρακτήρας του αναλύεται αλλά δεν ψηλαφίζεται, αφού ο σκηνοθέτης φανερά τον λατρεύει. Μέσα από τις ιστορίες που περιβάλουν τον Ρουμπλιόφ, μικρογραφείται ολόκληρη η Ρωσία του 15ου αιώνα. Χαρακτηριστικοί χαρακτήρες αναπλάθουν μια ολάκερη εποχή τόσο σε γενική διάσταση, όσο και λεπτομέρεια. Το βάρος του κεντρικού ρόλου το κουβαλάει ο Anatoli Solonitsyn, ο οποίος κινείται με προσοχή στον χώρο και έλεγχο των εκφράσεων του. Συνολικά, μια απόλυτη ενορχήστρωση, με τον Tarkovky να μη δέχεται μηδέ μισή φάλτσα νότα, και σαν να κοιτάει με αγριάδα την “ορχήστρα” του για τυχόν λάθος.

Βαθμολογία:


Κριτικός: Γιώργος Ξανθάκης

Έκδοση Κειμένου: 6/8/2022

Ο «Αντρέι Ρουμπλιόφ» (1966) είναι μια μοναδική και ιδιότυπη δημιουργία στην ιστορία του σινεμά. Φαινομενικά αποτελεί το πορτραίτο ενός ρώσου αγιογράφου-καλόγερου του 15ου αιώνα, αλλά στην πραγματικότητα είναι ένα αλληγορικό δράμα που αντικατοπτρίζει τις δραματικές επιπτώσεις του πολέμου και του χάους στην ανθρωπότητα, αλλά και τη δεινή κατάσταση των ρώσων καλλιτεχνών υπό την καταπίεση του σοβιετικού καθεστώτος. Άλλωστε, η ταινία «φυλακίστηκε» από τους μικρόψυχους σοβιετικούς γραφειοκράτες για έξι ολόκληρα χρόνια, μέχρι την προβολή της το 1972 στο Φεστιβάλ Καννών, και έκτοτε καταχωρήθηκε ως αυτό που πραγματικά είναι: ένα ανυπέρβλητο κινηματογραφικό αριστούργημα.

Το φιλμ τελικά δεν είναι ούτε βιογραφία ούτε ιστοριογραφία με μορφή συνεκτικής ιστορίας, αλλά αποτελεί την τοιχογραφία μιας περιόδου έντονης βίας και αιματηρών επιδρομών από βαρβάρους. Αυτή η επεισοδιακή σειρά από διαλογισμούς αποτελεί ένα είδος οπτικής αναπαράστασης των αντιφάσεων και της πολυπλοκότητας της ζωής και της δημιουργικότητας στην τέχνη.

Η αφήγηση της ταινίας πραγματώνεται μέσα από εννέα κεφάλαια που ακολουθούν τη διαδρομή του εικονογράφου στο εσωτερικό μιας κατεστραμμένης από ατέλειωτους εμφύλιους Ρωσίας. Οι πιο δυνατοί πρίγκιπες βρίσκονται σε συνεχείς εχθροπραξίες για τη νομή της εξουσίας, και τα χωριά στενάζουν υπό τον φόβο των επιδρομών των Ταρτάρων. Όταν σε μια επιδρομή ο Ρουμπλιόφ αναγκάζεται να σκοτώσει για να προστατεύσει μια ανυπεράσπιστη κοπέλα, βυθίζεται στη σιωπή και απαρνείται για πολλά χρόνια τη ζωγραφική. Θ’ αρχίσει να μιλά και να ζωγραφίζει ξανά, στο έξοχο τελευταίο μέρος της ταινίας, όταν το πείσμα και η δύναμη ψυχής του νεαρού και άπειρου χύτη που κατασκευάζει την τεράστια καμπάνα, υπό την απειλή του θανάτου αν αποτύχει, θα του ξαναδώσει το πάθος για ζωή και δημιουργία. Στο επίκεντρο της ταινίας βρίσκονται τα μεγάλα θέματα που απασχόλησαν τον Ταρκόφσκι σ’ όλο του το έργο: το νόημα της ζωής, το αίνιγμα του θανάτου, η πνευματικότητα, η μεταφυσική, το ζήτημα της πίστης, η αθανασία της ψυχής, οι έννοιες της θυσίας και της αγάπης.

Με τον «Αντρέι Ρουμπλιόφ», ο Ταρκόφσκι παρουσίασε τεράστια πρόοδο στην τεχνική του. Όλα τα χαρακτηριστικά της οπτικής προσέγγισης του Ταρκόφσκι βρίσκονται εδώ σε ισχύ. Μεγαλειώδεις σκηνογραφίες, εκπληκτικές κινήσεις της κάμερας και αφηγηματική ποίηση που σφύζει από φαντασία. Επίσης, για πρώτη φορά αντιπαραθέτει έγχρωμο και ασπρόμαυρο φιλμ, μια πρακτική που συνέχισε και βελτίωσε σε όλη την υπόλοιπη δουλειά του. Το χρώμα εμφανίζεται μόνο στο συνταρακτικό τελικό μοντάζ των έργων του, που έρχεται στο τέλος μιας σειράς συχνά οδυνηρών επεισοδίων ζωής και θανάτου κατά τον Μεσαίωνα που προκάλεσαν τον μετασχηματισμό του Ρουμπλιώφ, από έναν ιδεαλιστή νεαρό ζωγράφο σε έναν μοναχό ορκισμένο στη σιωπή, ως αντίδραση στον πόνο που βλέπει γύρω του.

Ο αγαπημένος ηθοποιός του Ταρκόφσκι, Ανατόλι Σολονίτσιν, ο οποίος θα εμφανιστεί σε όλες τις επόμενες ρωσικές ταινίες του σκηνοθέτη, ερμήνευσε τον Ρουμπλιόφ ενώ το καστ περιελάμβανε και τον Νικολάι Γκρίνκο, έναν άλλο τακτικό συνεργάτη του. Πίσω από την κάμερα βρισκόταν ο ανυπέρβλητος Βαντίμ Γιούσοφ, τακτικός οπερατέρ του Ταρκόφσκι μέχρι τον «Καθρέφτη» .

Η ταινία κέρδισε ένα βραβείο FIPRESCI στις Κάννες και έφερε τον Ταρκόφσκι στην πρωτοπορία του διεθνούς κινηματογράφου.

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

17 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *