American Assassin: Η Εκδίκηση
- American Assassin
- 2017
- ΗΠΑ
- Αγγλικά, Ιταλικά, Αραβικά, Πολωνικά, Τουρκικά, Περσικά
- Δράσης, Θρίλερ, Κατασκοπική, Περιπέτεια
- 28 Σεπτεμβρίου 2017
Καιρό πριν ξεκινήσει να κυνηγάει τρομοκράτες, ο Μιτς Ραπ ήταν ένας χαρισματικός κολεγιακός αριστούχος και αθλητής. Τότε τον χτύπησε η τραγωδία, όταν η κοπέλα του σκοτώνεται από τρομοκράτες, και ο Ραπ βρήκε διέξοδο στο να καταταχτεί στο πλέον επίλεκτο πρόγραμμα επιχειρήσεων της χώρας. Αφού ολοκληρώνει την εκπαίδευση, στην οποία μαθαίνει εκείνες τις τεχνικές που του επιτρέπουν να δολοφονεί τον πιο επικίνδυνους εχθρούς, εντός κι εκτός χώρας, είναι πλέον ένας αναγεννημένος άνθρωπος με αποστολή την τιμωρία.
Σκηνοθεσία:
Michael Cuesta
Κύριοι Ρόλοι:
Dylan O’Brien … Mitch Rapp
Michael Keaton … Stan Hurley
Sanaa Lathan … Irene Kennedy
Shiva Negar … Annika
Taylor Kitsch … Ronnie ‘Ghost’
David Suchet … διευθυντής Stansfield
Navid Negahban … υπουργός Behruz
Scott Adkins … Victor
Mohammad Bakri … Ashani
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Stephen Schiff, Michael Finch, Edward Zwick, Marshall Herskovitz
Παραγωγή: Lorenzo di Bonaventura, Nick Wechsler
Μουσική: Steven Price
Φωτογραφία: Enrique Chediak
Μοντάζ: Conrad Buff IV
Σκηνικά: Andrew Laws
Κοστούμια: Anna B. Sheppard
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Μέτρια.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: American Assassin
- Ελληνικός Τίτλος: American Assassin: Η Εκδίκηση
Σεναριακή Πηγή
- Μυθιστόρημα: American Assassin του Vince Flynn.
Παραλειπόμενα
- Η CBS Films άρχισε τον σχεδιασμό από το 2009, με μοναδικό σκοπό να έχουμε μακρά σειρά με ήρωα τον Μιτς Ραπ. Ήδη, από το 1999, έχουν γραφτεί 15 βιβλία με τον ήρωα και αρχικά ήταν το Consent to Kill να είναι το πρώτο που θα γίνει ταινία (με σκηνοθέτη τον Antoine Fuqua). Αλλά τότε εμφανίστηκε το πρίκουελ μυθιστόρημα American Assassin (2010) και επιλέχτηκε αυτό για να είναι η ιστορία σε μια ευθεία χρονολογική σειρά.
- Μετά τον Antoine Fuqua, ακούστηκε για σκηνοθέτης ο Ed Zwick και μετά ο Jeffrey Nachmanoff. Η τελική επιλογή έγινε τον Μάρτιο του 2016.
- Για τον ρόλο του Μιτς Ραπ ακούστηκαν πολλά ονόματα, μεταξύ αυτών οι: Gerard Butler, Colin Farrell, Matthew Fox, και ο Chris Hemsworth που τον απέρριψε ο ίδιος. Η τελική επιλογή του Dylan O’Brien έγινε επειδή ήταν ένα φρέσκο πρόσωπο για να στηρίξει έναν νέο ήρωα franchise, και επίσης σε νεαρή ηλικία ώστε να πάει η ιστορία από την αρχή.
- Ο Bruce Willis ήταν υποψήφιος να γίνει ο μέντορας του κεντρικού ήρωα.
- Το κόστος του φιλμ έφτασε στα 63 εκατομμύρια δολάρια, και τα όνειρα για franchise έσβησαν μαζί με τα έσοδα που δεν ξεπέρασαν τα 67,2.
Κριτικός: Πάρις Μνηματίδης
Έκδοση Κειμένου: 26/9/2017
Ο διεθνολόγος Kenneth Waltz πριν μας αφήσει το 2013 είχε υπογραμμίσει την αναγκαιότητα για σταθερότητα στη Μέση Ανατολή που τη θεωρούσε ευκόλως ανατρέψιμη αν το Ισραήλ θα παρέμενε η μοναδική πυρηνική δύναμη στην ευρύτερη περιοχή. Η αμφιλεγόμενη πρότασή του στηριζόταν στο να επιτραπεί στο Ιράν να αποκτήσει προσβασιμότητα σε πυρηνικό οπλοστάσιο έτσι ώστε να υπάρχει μια ισορροπία σε αυτόν το κομμάτι στο συγκεκριμένο γεωγραφικό τομέα. Κάποιοι μπορεί να συμφωνήσουν με αυτήν την ιδέα και κάποιοι να διαφωνήσουν, ένα όμως είναι σίγουρο: ότι πρόκειται για μια σημαντική σπίθα διαλεκτικής. Κάτι που σίγουρα δεν αποτελεί η νέα ταινία του Michael Cuesta, αρχικώς πολλά υποσχόμενο όνομα των ανεξάρτητων κυκλωμάτων με δουλειές όπως το τολμηρό “L.I.E.” που σύστησε στο κοινό το ταλέντο του Paul Dano για να περάσει σε πιο mainstream μονοπάτια, τουλάχιστον κάνοντας και σωστό σινεμά καταγγελίας με το αξιόλογο “Kill the Messenger”. Εδώ σαν να ανέλαβε ένα σενάριο φαντασιώσεων προερχόμενο κατευθείαν από τα βάθη του State Department, που εννοείται ότι σε μια διαλεκτική αναμέτρηση θα απέρριπτε χωρίς δεύτερη κουβέντα εναλλακτικές θεωρήσεις σαν αυτές του Waltz στο όνομα της διατήρησης ενός κατεστημένου που ωφελεί τους παίκτες που σε αυτή τη δεδομένη χρονική στιγμή βρίσκονται από πάνω, και κυρίως τις Ηνωμένες Πολιτείες που βρίσκονται πίσω και από αυτό το δείγμα μαλακής ισχύος.
Ακόμη και κατασκευαστικά, το φιλμ παραπαίει. Υπάρχουν σκηνές όπως η εναρκτήρια που γραπώνουν την προσοχή με την έντασή τους, που δείχνουν μια γνώση του μέσου, και από την άλλη βρίσκονται λάθη ασυγχώρητα όπως τα κάκιστα και φτηνιάρικα ειδικά εφέ στην κλιμάκωση που όμως οφείλονται και στο σχετικά μικρής κλίμακας προϋπολογισμό. Σε γενικές γραμμές πάντως δεν είναι η κινηματογράφηση της δράσης το μεγαλύτερο πρόβλημα, που πιάνει τη βάση για ταινία του είδους. Το μεγαλύτερο φάουλ είναι η εξόφθαλμη προπαγάνδα, της οποίας αξίζει να παρακολουθήσει κανείς τη σημειολογία που βρίσκεται σε πλήρη ευθυγράμμιση με την αμερικάνικη οπτική: οι κακοί της υπόθεσης είναι το Ιράν, μέχρι και σε επίπεδο κυβερνητικών αξιωματούχων και στρατηγών, αλλά όταν στην πλοκή μπαίνει και κάποιος Τούρκος, αυτός δεν εκπροσωπεί αντίστοιχα κάποιον που να βρίσκεται σε κλιμάκιο εξουσίας αλλά αποκλειστικά τον εαυτό του. Όποιος κατάλαβε, κατάλαβε.
Πέραν αυτού, υπάρχουν και άλλες επιλογές που προκαλούν προβληματισμό, όπως το πόσο σύντομα αποκλείεται από τη δομή της ιστορίας η εκδίκηση από την πλευρά του πρωταγωνιστή, η οποία αν εξακολουθούσε να υπήρχε ως κίνητρο σε όλη τη διάρκεια του “American Assassin” θα προσέδιδε σίγουρα μεγαλύτερο δραματουργικό ενδιαφέρον από αυτό που καταλήγει να είναι η πλοκή, δηλαδή η απλή ανάληψη μιας αποστολής. Η αποθέωση του μιλιταριστικού πνεύματος (στο βαθμό που ένας από τους κακούς του σεναρίου είναι ένας χαρακτήρας που δεν μπορεί να δεχθεί ακριβώς αυτήν τη νοοτροπία, με τους συγγραφείς, μεταξύ των οποίων βρίσκεται και ο ξακουστά φιλοπόλεμος Edward Zwick, να παρουσιάζουν αυτή του την τάση ως κάτι το εγωιστικό και μη κανονικό) και η παντελώς άχρωμη πρωταγωνιστική ερμηνεία του ανερχόμενου Dylan O’Brien αποτελούν απλά το κερασάκι στην τούρτα. Αρκετές φορές έρχεται στο νου το αισθητικά και ιδεολογικά συγγενές κι επίσης φετινό “Stratton”, αν και ομολογουμένως ο Cuesta τα πάει έστω κι ελαφρώς καλύτερα από το συνάδελφο Simon West. Αν κάτι νοστιμεύει έστω και λίγο το θεόπικρο τελικό αποτέλεσμα, είναι η πάντοτε καλοδεχούμενη παρουσία του Michael Keaton. Στην ουσία δεν υποδύεται έναν ρόλο μεγάλης ψυχολογικής πολυπλοκότητας, όμως οι οξυδερκείς εκφράσεις του, ο σαρδόνιος τρόπος με τον οποίο εκφέρει πολλάκις τις ατάκες του όπως και μια αίσθηση ότι δεν παίρνει και πολύ στα σοβαρά τη συμμετοχή του στο εγχείρημα καθιστούν πιο παρακολουθήσιμο το θέαμα όταν είναι ο ίδιος παρών στην οθόνη.
Κατά τα άλλα, και πέρα και από τα απαράδεκτα μηνύματα, η ουσία είναι αυτή μιας εύκολης στο να ξεχαστεί περιπέτειας δράσης, στο μεταίχμιο μεταξύ κινηματογραφικής διανομής και παραγωγής για κυκλοφορία κατευθείαν σε DVD.
Βαθμολογία: