
Ο Αντόνιο Σαλιέρι πιστεύει πως η μουσική του Μότσαρτ είναι θεϊκή, και εύχεται να ήταν κι αυτός το ίδιο καλός για να δοξάσει τον Θεό με τις συνθέσεις του. Όμως, αδυνατεί να καταλάβει γιατί ο Θεός έδωσε όλο αυτό το ταλέντο στον Μότσαρτ και όχι στον ίδιο, και σύντομα η ζήλια τον τρελαίνει. Αποφασίζει, τότε, να τον καταστρέψει με κάθε τρόπο και κόστος.
Σκηνοθεσία:
Milos Forman
Κύριοι Ρόλοι:
F. Murray Abraham … Antonio Salieri
Tom Hulce … Wolfgang Amadeus Mozart
Elizabeth Berridge … Constanze Mozart
Roy Dotrice … Leopold Mozart
Jeffrey Jones … αυτοκράτορας Joseph II
Simon Callow … Emanuel Schikaneder
Christine Ebersole … Katerina Cavalieri
Charles Kay … κόμης Orsini-Rosenberg
Kenneth McMillan … Michael Schlumberg
Cynthia Nixon … Lorl
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Peter Shaffer
Παραγωγή: Saul Zaentz
Φωτογραφία: Miroslav Ondricek
Μοντάζ: Michael Chandler, Nena Danevic
Σκηνικά: Patrizia von Brandenstein
Κοστούμια: Theodor Pistek
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Πολύ θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Amadeus
- Ελληνικός Τίτλος: Αμαντέους
- Εναλλακτικός Τίτλος: Peter Shaffer’s Amadeus
Σεναριακή Πηγή
- Θεατρικό: Amadeus του Peter Shaffer.
Κύριες Διακρίσεις
- Όσκαρ καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας, πρώτου αντρικού ρόλου (F. Murray Abraham), διασκευασμένου σεναρίου, σκηνικών, κοστουμιών, ήχου και μακιγιάζ. Υποψήφιο για πρώτο αντρικό ρόλο (Tom Hulce), φωτογραφία και μοντάζ.
- Χρυσή Σφαίρα καλύτερης ταινίας (δράμα), σκηνοθεσίας, ρώτου αντρικού ρόλου (F. Murray Abraham) σε δράμα και σεναρίου. Υποψήφιο για πρώτο αντρικό ρόλο (Tom Hulce) σε δράμα και δεύτερο αντρικό ρόλο (Jeffrey Jones).
- Βραβείο Bafta φωτογραφίας, μοντάζ, ήχου και μακιγιάζ. Υποψήφιο για καλύτερη ταινία, πρώτο αντρικό ρόλο (F. Murray Abraham), σενάριο, σκηνικά και κοστούμια.
- Καλύτερη ξενόγλωσση ταινία στα Cesar.
Παραλειπόμενα
- Πρόκειται για καθαρά μυθοπλαστική βιογραφία, βασισμένη απλά στα ιστορικά πρόσωπα. Ο ίδιος ο Peter Shaffer είχε περιγράψει το θεατρικό του του 1979 ως “φαντασία πάνω στον Μότσαρτ και τον Σαλιέρι”. Η “δολοφονική” όμως αυτή εκδοχή δεν παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο θεατρικό του Shaffer, μα πηγάζει από το αντίστοιχο Mozart and Salieri του 1830 από τον Alexander Pushkin (67 χρόνια μετά έγινε και διάσημη όπερα). Αυτή η εκδοχή είχε γίνει και βωβή ταινία το 1914 από τον Victor Tourjansky.
- Στην πραγματικότητα, το ρέκβιεμ μπορεί να είχε χρηματοδοτηθεί από έναν ανώνυμο χορηγό, αλλά η ιστορία θέλει αυτός να ήταν ο κόμης Franz von Walsegg, που θρηνούσε για τον θάνατο της γυναίκας του.
- Ο Mark Hamill είχε αντικαταστήσει τον Tim Curry στο θεατρικό ως Μότσαρτ, και ήταν αυτός που ετοιμάζονταν να τον ερμηνεύσει και στην ταινία. Ενώ όμως βρέθηκε στις οντισιόν για την αναζήτηση της κατάλληλης Κοστάνς, ο Forman αποφάσισε να του πάρει πίσω τον ρόλο, λόγω του συσχετισμού που μπορεί να έκανε το κοινό με τον ρόλο του ως Λουκ Σκάιγουόκερ από τον Πόλεμο των Άστρων.
- Σύμφωνα με τον ίδιον, ο Kenneth Branagh ήταν από τους τελικούς επιλαχόντες για τον ρόλο του Μότσαρτ.
- Ο Tom Hulce εμπνεύστηκε από τα ξεσπάσματα του τενίστα John McEnroe για να ερμηνεύσει τον ρόλο του.
- Η Meg Tilly είχε πάρει τον ρόλο της Κονστάνς, αλλά ένα ατύχημα στο πόδι ακριβώς πριν τα γυρίσματα δεν της το επέτρεψε.
- Τα γυρίσματα έγιναν στην Πράγα και στο Κρόμεριτς, ενώ ο Forman είχε τη σπάνια ευκαιρία να κάνει γυρίσματα κι εντός του ιστορικού Stavovske Divadlo, όπου πριν από δύο αιώνες είχαν κάνει εκεί πρεμιέρα οι όπερες Don Giovanni και La Clemenza di Tito.
- Η καλλιτεχνική επιτυχία συνοδεύτηκε και από εμπορική, αφού με μπάτζετ 18 εκατομμύρια δολάρια, το φιλμ εισέπραξε 90.
- Το 2002, ο σκηνοθέτης παρουσίασε μια “ακατάλληλη βερσιόν” με 20 λεπτά εξτρά αποκατεστημένο υλικό, η οποία τιτλοφορήθηκε Amadeus: Director’s Cut.
- Μέχρι και το 2023, καμία ταινία δεν είχε ξανά δύο ηθοποιούς στην οσκαρική κατηγορία του πρώτου αντρικού ρόλου.
Μουσικά Παραλειπόμενα
- Το σάουντρακ είναι πλημμυρισμένο από τη μουσική του μεγάλου μουσουργού, και κέρδισε το βραβείο Grammy κλασικού άλμπουμ. Πούλησε 6,5 εκατομμύρια κόπιες, που ισοδυναμούσαν με 13 χρυσούς δίσκους. Η επιτυχία του έφερε κι ένα σίκουελ σάουντρακ, με υπότιτλο More Music from the Original Soundtrack.
- Όλες οι εκτελέσεις ήταν αυθεντικές για την ταινία, υπό τη διεύθυνση του Neville Marriner (ερμηνευμένες από την ορχήστρα της ακαδημίας του St Martin in the Fields).
Κριτικός: Σταύρος Γανωτής
Έκδοση Κειμένου: 31/10/2018
Τι αξία αλήθεια έχει για την τέχνη η αλήθεια, σε σχέση με μια εκδοχή αυτής; Πάνω σε αυτό πατάει το θεατρικό του Peter Shaffer, κι αυτό αναδεικνύεται στην ιδανική του μορφή και με όλη του τη μεγαλοπρέπεια στο έργο του Milos Forman. Ο τσέχος δημιουργός είχε βρει πια για τα καλά τα πατήματα του στα αγγλόφωνα πλατό, και με μια άνεση πάνω στην τεχνική του, παράγει την απόλυτη οσκαρική οπτασία. Θέλεις ιστορία; Θέλεις ερμηνείες, τεχνικό και καλλιτεχνικό επιτελείο; Όλα μα όλα είναι εδώ, και σε ένταση ισχυρή σαν μιας όπερας.
Η ιστορία δεν κινείται γύρω από τον Μότσαρτ, όπως θα ήταν το τετριμμένο, από την τρανή έμπνευση του Shaffer να εντοπίσει μια ολόκληρη διαμάχη ενός παράφρον μυαλού με το θείο, δίχως να αλλοιώνει στα βασικά το ιστορικό γίγνεσθαι. Μια διαμάχη που δεν πατάει πάνω στο εξωφρενικό, αλλά χτίζεται κομμάτι-κομμάτι γύρω από τη νοοτροπία της τότε εποχής, πάντα σε συσχετισμό με την αιώνια ανθρώπινη. Μπαίνοντας στη λογική του Σαλιέρι, δεν μπορείς παρά να του δικαιολογήσεις την παραφροσύνη του, να λυπηθείς για τη μοίρα του να προσγειωθεί πάνω σε αυτό το μουσικό φαινόμενο, ενώ ο συσχετισμός όλων αυτών με την ύπαρξη ενός Θεού που φέρει ανθρώπινες ιδιότητες, είναι φυσιολογικός και τόσο οικείος για όποιον μπορεί να μπει στη λογική τού μέσου ανθρώπου του 18ου αιώνα. Τότε που ο διαφωτισμός πάσχιζε να αλλάξει τα μεταφυσικά δεδομένα, αυτά τα δεδομένα ήταν που ακόμα διείσδυαν ως φαντάσματα στην ψυχολογία του καθενός ατόμου, και το φανταστικό αναγνώνονταν ως λογικό. Έτσι, ο άμοιρος Σαλιέρι δεν είχε να κάνει άμεσα με τη μοίρα του, ούτε αποδέχονταν ότι ο χαρακτήρας του αλλοιώνονταν από τη ζήλια και τις φοβίες του. Ήταν ο Θεός αυτός που έφταιγε για τα δεινά του, και ο Μότσαρτ το όργανο αυτού που έπρεπε πάση-θησεία να εξολοθρευθεί, μήπως και του κλέψει την αθανασία.
Ο Forman δεν διαβάζει αυτή την ιδιόμορφη ιστορία ενός ψυχοπαθούς δολοφόνου όπως θα έπραττε με ευκολία ο καθένας σκηνοθέτης. Τη βλέπει λεπτά, χιουμοριστικά, σκοτεινά και ταυτόχρονα τη λούζει με φως. Πολύ κοντά στις «Επικίνδυνες Σχέσεις», που ο Stephen Frears διόλου τυχαία ξαναέπιασε έπειτα από λίγα χρόνια. Γιατί μια ταινία εποχής που σέβεται τον εαυτό της επιβάλλεται να είναι λεπτή, ενώ η μουσική που ακούγεται αντλεί φως μέσα στο σκοτάδι των τότε εποχών. Και το έργο επενδύει στον πλούτο του, στην καλλιτεχνική επιμέλεια, στην ασταμάτητη επίδειξη των νοτών. Αλλάζει συναισθήματα, εικόνες, σκηνικά, κάνει μια ακούραστη βόλτα στην περίφημη Βιέννη που τότε έχαιρε το απόγειο της. Και μαζί, μια ποικιλία δεύτερων χαρακτήρων, ιδανική για να δώσει χρώματα και στο εσώψυχο του έργου, ώστε να ταιριάζουν με την εναλλαγή σκότους-φωτός που λούζει την εικόνα.
Κι όμως, όλα αυτά συνοδεύονται με μια απλή αφήγηση, στην παράδοση του λαϊκού ευρωπαϊκού κινηματογράφου, σε αλληλουχία όμως με την πονηριά του αμερικανικού, όπως αυτός άρχισε να γιγαντώνεται στη μετά Coppola-Scorsese εποχή. Γιατί τον Forman δεν τον ενδιαφέρει να πιάσει μονάχα το κοινό που λατρεύει το κλασικό, μα επιθυμεί να γίνει αγαπητός καθολικά. Και το πετυχαίνει, άλλωστε είναι λογικό να γνώριζε πριν το ξεκίνημα των γυρισμάτων ότι όλα ήταν πανέτοιμα για να το πετύχει. Το «Αμαντέους» μπορεί να είναι μην είναι το αριστούργημα που θα απολάμβαναν οι λίγοι, αλλά είναι από αυτές τις ταινίες που εύλογα αγαπούν οι πολλοί, και μάλιστα δυνατά.
Βαθμολογία: