Όταν μια συμμορία από επίδοξους εγκληματίες απάγουν τη 12χρονη μπαλαρίνα και κόρη μιας ισχυρής φιγούρας του υποκόσμου, το μόνο που έχουν να κάνουν για να εισπράξουν τα λύτρα αξίας 50 εκατομμυρίων δολαρίων είναι να προσέχουν το κορίτσι κατά τη διάρκεια της νύχτας. Στο απόμερο αρχοντικό, οι απαγωγείς αρχίζουν να λιγοστεύουν, ένας προς ένας, και ανακαλύπτουν με αυξανόμενο τρόμο ότι βρίσκονται εγκλωβισμένοι με ένα κάθε άλλο παρά φυσιολογικό μικρό κορίτσι.
Σκηνοθεσία:
Matt Bettinelli-Olpin
Tyler Gillett
Κύριοι Ρόλοι:
Alisha Weir … Abigail
Kathryn Newton … Sammy
Melissa Barrera … Joey
Giancarlo Esposito … Lambert
Kevin Durand … Peter
Dan Stevens … Frank
William Catlett … Rickles
Angus Cloud … Dean
Matthew Goode … Kristof Lazar
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Guy Busick, Stephen Shields
Παραγωγή: Paul Neinstein, William Sherak, James Vanderbilt, Chad Villella, Tripp Vinson
Μουσική: Brian Tyler
Φωτογραφία: Aaron Morton
Μοντάζ: Michael P. Shawver
Σκηνικά: Susie Cullen
Κοστούμια: Gwen Jeffares Hourie
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Abigail
- Ελληνικός Τίτλος: Αμπιγκέιλ
Παραλειπόμενα
- Ελεύθερα εμπνευσμένο από το Η Κόρη του Δράκουλα (1936), όπου βέβαια εκεί η “κόρη” ήταν μια ενήλικη κοντέσα. Διόλου τυχαία, η Universal Pictures αναλαμβάνει κι εδώ χρέη στούντιο, με το αρχικό πλάνο να μιλάει για αναβίωση του πνεύματος των Universal Classic Monsters.
- Αρχικά ήταν να τιτλοφορηθεί ως Dracula’s Daughter (όπως δηλαδή και η ταινία του 1936), με τη Universal να δίνει ελευθερία κινήσεων στους δημιουργούς, μια και από τη Μούμια του 2017 και έπειτα, που έχει γίνει μια νέα μαζική εμφάνιση των τεράτων της, δεν έχει καθιερωθεί κάποιο κινηματογραφικό σύμπαν που θα επέφερε περιορισμούς. Ο τίτλος άλλαξε εντέλει αρχές του 2024.
- Έσχατη ταινία για τον Angus Cloud, που έφυγε από τη ζωή τον Ιούλιο του 2023. Πρόλαβε όμως να γυρίσει όλες τις σκηνές του, έστω και την τελευταία στιγμή.
Κριτικός: Ορέστης Μαλτέζος
Έκδοση Κειμένου: 17/4/2024
Για ακόμα μια φορά η Universal φαίνεται να έχει ταχθεί στη δημιουργία ενός νοσηρού υποείδους, αυτό του κωμικού σπλάτερ, φέρνοντάς με στην αμήχανη θέση να συντάξω ένα κείμενο κινηματογραφικής κριτικής για μια ταινία που δεν προσφέρεται για καμία προσέγγιση πέραν της υποκειμενικής ευχαρίστησης προς τον θεατή που την αποδέχεται.
“Violent Night”, “Cocaine Bear” και “Renfield” έκαναν πέρυσι την αρχή για την παραγωγή μιας νέας λογικής exploitation που απεκδύεται των cult φτηνότροπων συστατικών και πλέον διαθέτει έναν στουντιακό κολοσσό, υψηλό μπάτζετ και ευρεία διαφήμιση. Όμως με το “Abigail” τα πράγματα εξελίσσονται, και πλέον αντί για μια παράλογη συνθήκη έχουμε μια πλοκή καθόλα συμβατική. Οι σκηνοθέτες της ταινίας “Ready or Not” αναμασούν τα ίδια ακριβώς στοιχεία και, σαν παιδιά που απολαμβάνουν την ακατανόητη ευχαρίστηση που τους δίνει το να ανατινάζουν πράγματα, επιδίδονται σε ένα επαναλαμβανόμενο παιχνίδι επιβίωσης σε αυστηρά οριοθετημένο χώρο. Σε αντίθεση με το προαναφερθέν “τρίπτυχο της ανοσιουργίας’, εδώ η πλοκή ακολουθεί έναν ειρμό και μια λογική συνέχεια, αλλά λείπει το μέτρο. Είναι ατελέσφορο να εντοπίσει κανείς τις αμέτρητες συγκεκριμένες στιγμές που η ταινία πάσχει, αφού είναι σαφές ότι οι βάσεις της είναι προβληματικές, δηλαδή οι προθέσεις και οι ικανότητες των Bettinelli-Olpin και Gillett που θέλουν να κατασκευάσουν μια ανόητη χυδαιότητα με άψογα εφέ.
Δεν θα μπορούσα να τους κατηγορήσω για σοβαροφάνεια αφού φαίνεται ότι έχουν σε μεγάλη υπόληψη το δημιούργημά τους, θεωρώντας υψηλή τέχνη την ένταξη ενός παραλογισμού και μιας συνεχούς προσπάθειας χιούμορ ασχέτως με το πόσο τεταμένα γίνονται τα γεγονότα. Οι χαρακτήρες είναι φτιαγμένοι ώστε να υποστηρίξουν τον άκρατο γέλωτα στον οποίο στοχεύει το gore, με μια κακογραμμένη πεντάλεπτη σκηνή exposition όπου ένας χαρακτήρας μάς δίνει την περιγραφική περίληψη των υπολοίπων ως άλλος Σέρλοκ Χολμς, φανερώνοντας ανόητα και σχηματικά παράγωγα στερεοτύπων που εκφυλίζονται σε αναλώσιμα εξαρτήματα, στους οποίους η ταινία με περίσσιο θάρρος (ή θράσος) ενσωματώνει μια συναισθηματική άγκυρα.
Οι ανατροπές είδους που χαρακτηρίζουν το σενάριο έχουν μια λογική εξάντλησης μέσα τους, σε μια απόπειρα των δημιουργών να κρατήσουν την ταινία τους ενδιαφέρουσα. Η 12χρονη Abigail της Alisha Weir είναι η μόνη ερμηνεία που αντιμετωπίζεται με κάποια σοβαρότητα, παρότι μόνο επιφανειακά ανεπτυγμένη, με μελοδραματικές πόζες και τερατώδεις γκριμάτσες. Το παιχνίδι δωματίου εκτυλίσσεται με απροσδόκητα βάναυσο και σκοτεινό τρόπο και το πώς θα το αποδεχτεί ο εκάστοτε θεατής είναι καθαρά προσωπικό.
Βαθμολογία: