
Έχω Δικαίωμα να Ζήσω
- You Only Live Once
- 1937
- ΗΠΑ
- Αγγλικά
- Αστυνομική, Δραματικό Θρίλερ, Νουάρ, Ταινία Δρόμου
Η Τζόαν είναι βοηθός δημόσιου δικηγόρου σε μεγάλη πόλη. Είναι ερωτευμένη με έναν κακοποιό, τον Έντι, πιστεύοντας πως είναι ένας καλός άνθρωπος που απλά έχει πάρει κακό δρόμο. Χρησιμοποιεί τότε τις γνωριμίες της για να τον αποφυλακίσει γρηγορότερα του κανονικού, κι αυτός προσπαθεί να αλλάξει και την παντρεύεται. Τα πράγματα όμως δεν πάνε όπως έπρεπε, και οι δυο τους βρίσκονται μπλεγμένοι.
Σκηνοθεσία:
Fritz Lang
Κύριοι Ρόλοι:
Sylvia Sidney … Joan ‘Jo’ Graham
Henry Fonda … Eddie Taylor
Barton MacLane … Stephen Whitney
Jean Dixon … Bonnie Graham
William Gargan … πάτερ Dolan
Jerome Cowan … Δρ Hill
Margaret Hamilton … Hester
Guinn ‘Big Boy’ Williams … Roger
Ward Bond … Casey
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Gene Towne, C. Graham Baker
Παραγωγή: Walter Wanger
Μουσική: Alfred Newman
Φωτογραφία: Leon Shamroy
Μοντάζ: Daniel Mandell
Σκηνικά: Alexander Toluboff
Κοστούμια: Helen Taylor
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Πολύ θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: You Only Live Once
- Ελληνικός Τίτλος: Έχω Δικαίωμα να Ζήσω
Παραλειπόμενα
- Ο χολιγουντιανός κύκλος δεν ήταν καθόλου σίγουρος αν έπρεπε να αναθέσει και δεύτερη δουλειά στον Fritz Lang, λόγω των πολιτικοποιημένων θεμάτων που επέλεγε. Έτσι, η Sylvia Sidney, πρωταγωνίστρια του στο Νέμεσις (1936), ήταν αυτή που παρακάλεσε τον παραγωγό Walter Wanger να τον έχει ως υποψήφιο για την επόμενη τους ταινία. Και παρότι τον προσέλαβε, ο Lang ειρωνικά απέκτησε με αυτή την ταινία το στίγμα του “δύσκολου σκηνοθέτη” (όσον αφορούσε τη συνεργασία μαζί του), με αποτέλεσμα να μη βρίσκει δουλειά για τους επόμενους 18 μήνες.
- Η επιτροπή λογοκρισίας παρέλαβε στα χέρια της μια κόπια των 100 λεπτών. Για να την εγκρίνει, όμως, χρειάστηκε να κοπούν περίπου 15 λεπτά που εικόνιζαν βία και λεπτομέρειες περί των μεθόδων των κακοποιών. Ακόμα κι έτσι, η ταινία, που δεν συνάντησε τότε επιτυχία, θεωρείται από τα αρχέτυπα του νουάρ.
- Ο Jack Carson κάνει ντεμπούτο σε ρόλο κομπάρσου.
- Η ραδιοφωνική εκπομπή Philip Morris Playhouse μετέδωσε μια εκδοχή του σεναρίου το 1941. Η κεντρική φωνή άνηκε στον Burgess Meredith.
Κριτικός: Γιώργος Ξανθάκης
Έκδοση Κειμένου: 17/8/2022
Στη Γερμανία, μέχρι το «Μ» (1931), ο Fritz Lang είχε γυρίσει ταινίες για ανθρώπους που ήταν πλούσιοι και ισχυροί -εγκληματικοί εγκέφαλοι, μεγαλόσχημοι βιομήχανοι, επιστήμονες, εφευρέτες, κατάσκοποι. Πηγαίνοντας στο Χόλιγουντ στράφηκε σε αντιήρωες που αγωνίζονται να επιβιώσουν μέσα σε μια εχθρική και διεφθαρμένη κοινωνία.
Η δεύτερη αμερικάνικη ταινία του Lang, «You Only Live Once» (1937), αποτελεί ένα πρώιμο φιλμ νουάρ -εξαιρετικό κράμα τραγικού ρομαντισμού, γερμανικού εξπρεσιονισμού και μελαγχολίας της εποχής της Μεγάλης Ύφεσης. Η συσχέτιση με το νουάρ σηματοδοτείται από την πλήρη έκθεση του στιλιστικού ιδιώματος του γερμανού δημιουργού, με μια σειρά εφευρετικών κάδρων που κινηματογράφησε ο θρυλικός Leon Shamroy και από την εγγενή μοιρολατρία που διατρέχει το σώμα της ταινίας. Όπως και στο αμερικανικό ντεμπούτο του, «Νέμεσις» (1936), ο Lang πραγματοποιεί κατά μέτωπο επίθεση στους στρεβλωτικούς μηχανισμούς της ενοχής κατά της αθωότητας και της μοίρας ενάντια στην ελεύθερη βούληση. Ο ντετερμινισμός του επιβάλλεται μέσω της εμμονικής του άποψης: ο κόσμος είναι ένας λαβύρινθος, με δομή παγίδας, που στήνει η κοινωνία στα ανυπεράσπιστα θύματα της. Η ψυχολογία του όχλου και ο ανήθικος ρόλος του κίτρινου τύπου γεννούν εγκληματίες-τέρατα.
Ένα δικαστικό λάθος βρίσκεται στο αφηγηματικό επίκεντρο της ταινίας: Ο Eddie Taylor (Henry Fonda), με παρελθόν ανάμεσα σε αναμορφωτήριο και φυλακή, είναι αποφασισμένος να χτίσει μια ενάρετη ζωή με την κοπέλα του, Joan Graham (Sylvia Sidney). Αλλά η κοινωνία πιστεύει στο δόγμα: «μια φορά παράνομος, πάντα παράνομος». Το νιόπαντρο ζευγάρι διώχνεται εξευτελιστικά από το ξενοδοχείο του, και ο Eddie χάνει μια αξιοπρεπή δουλειά σε μια εταιρεία φορτηγών για ασήμαντο λόγο. Ακόμη χειρότερα, κατηγορείται άδικα για μια αιματηρή ληστεία. Καταδικασμένος σε θάνατο, αποκτά ένα όπλο, και παίρνοντας έναν όμηρο, δραπετεύει διαπράττοντας έναν αψυχολόγητο φόνο, ενώ είχε ήδη εντοπιστεί ο πραγματικός ένοχος της ληστείας. Η μοίρα όχι απλά τον μαχαιρώνει, αλλά στρίβει και το μαχαίρι στην πληγή.
Βασισμένο χαλαρά στην πραγματική ιστορία των Bonnie και Clyde, το «You Only Live Once» είναι ένα αρχετυπικό έργο για το κινηματογραφικό θέμα «κυνηγημένοι εραστές». Ως απόγονοι του θεωρούνται σημαντικές ταινίες, όπως τα «The Live by Night» (1949) του Nicholas Ray, «Gun Crazy» (1949) του Joseph H. Lewis, «Bonnie and Clyde» (1967) του Arthur Penn, «Badlands» του Terrence Malick (1973) και «Natural Born Killers» (1994) του Oliver Stone.
Στην πραγματικότητα υπάρχουν μόνο τρεις χαρακτήρες στην ταινία: ο ήρωας, η σύντροφος του και η κοινωνία. Το κυνηγημένο ζευγάρι των Fonda και Sidney χαρίζει αλησμόνητες σκηνές με λαμπρούς διαλόγους: «Οπουδήποτε είναι το σπίτι μας. Στον δρόμο. Εκεί έξω σε ένα κρύο αστέρι», «Μπορεί να μη βρούμε ποτέ την ευτυχία, αλλά έχουμε το δικαίωμα να ζούμε», και ειδικά το σπαρακτικό «Απλώς τον λέμε… μωρό» που λέει η τραγική Sidney όταν τη ρωτούν για το όνομα του αβάπτιστου παιδιού τους. Οι υπόλοιποι χαρακτήρες είναι λίγο ως πολύ μαριονέτες μιας υποκριτικής, κοντόφθαλμης και απάνθρωπης κοινωνίας. Υπάρχουν αξιοσημείωτες εξαιρέσεις, όπως ο ιερέας της φυλακής και ο δημόσιος συνήγορος, αλλά κι αυτοί είναι αναποτελεσματικοί αντιφρονούντες απέναντι στην τυραννία της πλειοψηφίας.
Σε κάποιο βαθμό, ο πατέρας Dolan εκφράζει την ηθική στάση του Lang που πηγάζει από την καθολική εκπαίδευση του. Ωστόσο, παρά τις καλές του προθέσεις, είναι σε μεγάλο βαθμό μια φιγούρα ηθικής εξουσίας, ένα εργαλείο της φυλακής που ποτέ δεν κερδίζει πλήρως τον σεβασμό των κρατουμένων και που χρησιμεύει περισσότερο ως καταλύτης στην πτώση του Eddie παρά ως έκφραση της συνείδησής του. Επιπλέον, η πεποίθησή του ότι «κάθε άνθρωπος κατά τη γέννηση είναι προικισμένος με την αρχοντιά ενός βασιλιά, αλλά η βρωμιά του κόσμου τον κάνει σύντομα να ξεχάσει αυτά τα εκ γενετής χαρακτηριστικά του», προσθέτοντας «Ίσως γι’ αυτό επινόησαν τον θάνατο, απλώς για να μας δώσουν άλλη μια ευκαιρία να θυμηθούμε ποιοι είμαστε πριν ξαναγεννηθούμε» πάσχει από ακραίο χριστιανικό ιδεαλισμό.
Έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον να επισημανθούν τρεις σκηνές που αδιόρατα σχηματοποιούν τον αφηγηματικό ιστό της ταινίας: όταν ο Eddie απελευθερώνεται υπό όρους, ο πατέρας Dolan αστειεύεται για τη σοβαρή του συμπεριφορά: «Δεν φαίνεσαι πολύ χαρούμενος για έναν άνθρωπο για τον οποίο πρόκειται να ανοίξουν οι πύλες», προμηνύοντας τα επερχόμενα τραγικά γεγονότα. Στο μέσο της αφήγησης, η φωνή του Dolan -«είσαι ελεύθερος»- μάταια τον καλεί να αφήσει τον όμηρο καθώς έχει αποδειχθεί η αθωότητα του, ενώ ο Eddie φωνάζει στον αρχιφύλακα «άνοιξε την πύλη». Ο Eddie δεν θα τον πιστέψει και θα εισέλθει σε έναν κύκλο βίας και αίματος, με τον Τύπο να ενοχοποιεί αυτόν και την Joan για κάθε έγκλημα που εντοπίζεται στη διαδρομή τους.
Τέλος, σε ένα από τα καλύτερα φινάλε στην ιστορία της η 7ης τέχνης, ο Eddie κουβαλάει την Joan στην αγκαλιά του, πασχίζοντας να ξεφύγει από το σκόπευτρο ενός όπλου. Όταν πυροβολείται και σκοντάφτει, με την τελευταία του επιθανάτια πνοή βλέπει ένα θρησκευτικό όραμα: ουράνιες ακτίνες φωτός διαπερνούν τα πυκνά δέντρα, μια χορωδία ψάλλει έναν ύμνο αγαλλίασης ενώ αντηχεί η φωνή του νεκρού πατέρα Dolan: «Eddie! Είσαι Ελεύθερος. Eddie! Οι Πύλες είναι Ανοιχτές!».
Στο «You Only Live Once», ο Lang εκθέτει τις δυο συνιστώσες της κοσμοθεωρίας του: την κοινωνική και τη μεταφυσική. Ως συνειδητοποιημένος δημιουργός καταγγέλλει τις δομές εξουσίας που τιμωρούν τους εγκληματίες που οι ίδιες παράγουν. Ωστόσο, αποφεύγοντας τον ιδεολογικό διδακτισμό θρηνεί και για τον αγώνα του ανθρώπου ενάντια στις υπερκόσμιες δυνάμεις του πεπρωμένου. Το ζευγάρι της ταινίας παλεύει ενάντια στην αστυνομία και στα δικαστήρια, ενάντια στην άδικη κατηγορία και την ενοχή, αλλά και ενάντια στην ειμαρμένη. Στο τέλος, εξουθενωμένο, ηττημένο, πληγωμένο, αλλά πάντα σφιχταγκαλιασμένο, καλωσορίζει την απελευθέρωση και τη λύτρωση μέσω ενός «κουρασμένου θανάτου».
Βαθμολογία: